Ad Code

Responsive Advertisement

Άλλο ένα άρθρο "κόλαφος" για την Ελλάδα: "Φοβού τους Έλληνες"


Share
Κόλαφο για την Ελλάδα αποτελεί άρθρο του δημοσιογράφου Μάικλ Λιούις που δημοσιεύτηκε στο μηνιαίο αμερικανικό περιοδικό «Vanity Fair», με τίτλο «Φοβού τους Έλληνες και ομόλογα φέροντας».
Διαβάστε περισσότερα

Ο δημοσιογράφος επισκέφτηκε τη χώρα μας στις αρχές του Σεπτέμβρη με σκοπό να «καταγράψει τις αιτίες που οδήγησαν την Ελλάδα στην οικονομική κατρακύλα, στην κοινωνική και ηθική κατάρρευση, στη λεηλασία των κρατικών ασφαλιστικών ταμείων και στην τελική συσσώρευση 1,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων εθνικού χρέους (περίπου 1,4 εκατομμύρια δολάρια για κάθε εργαζόμενο ενήλικα)», όπως ο ίδιος λέει.

Μετά από ένα οδοιπορικό που ξεκίνησε από σαλόνια της Αθήνας, συνέχισε στο Άγιο Όρος και σε γραφεία υπουργών καταλήγοντας στους δρόμους του κέντρου της Αθήνας, ο δημοσιογράφος σε μία τετρασέλιδη έκθεση περιγράφει μία καθυστερημένη τριτοκοσμική χώρα, «ούτε καν αναπτυσσόμενη», όπως ο ίδιος υποστηρίζει.

Πρωταγωνιστές του πονήματος: η κρατική δυσλειτουργία, τα σκάνδαλα, η κλεψιά, η απιστία και η σπατάλη των κρατικών λειτουργών που επαναλαμβάνονται σχεδόν σε κάθε σελίδα.

«Πώς μπόρεσε ένα μέλος της ευρωζώνης να πει ότι το έλλειμμα ήταν 3% του ΑΕΠ, ενώ στην πραγματικότητα ήταν 15%; Οι άνθρωποί μας έψαξαν και δεν μπορούσαν να πιστέψουν αυτά που βρήκαν. Κανείς δεν κρατούσε αρχεία για το τί ξόδευε. Η κατάσταση δεν θύμιζε αναπτυσσόμενη ή καλύτερα αναδυόμενη οικονομία, αλλά μία τριτοκοσμική χώρα. Αυτό που ήθελαν οι Έλληνες ήταν να μετατρέψουν την κυβέρνηση σε ένα ταμείο διανομής χρημάτων», αναφέρεται στο άρθρο.

Ο Μάικλ Λούις ταξίδεψε και στο Άγιο Όρος, εντυπωσιασμένος από το σκάνδαλο Βατοπεδίου για να δει από κοντά τους «έξυπνους μοναχούς που έγιναν δισεκατομμυριούχοι», οι οποίοι, όπως λέει, έγιναν αντικείμενο μελέτης στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.

«Μετά από μία ώρα σε αεροπλάνο, δύο σε ταξί, τρεις σε σαπιοκάραβο και άλλες τέσσερις σε λεωφορεία που τα οδηγούσαν σαν τρελοί στις κορυφές απόκρημνων βουνών Έλληνες οδηγοί, μιλώντας ταυτόχρονα στο κινητό, έφτασα στην πύλη του τεράστιου και απομονωμένου μοναστηριού. Βρίσκεται σε ένα κομμάτι γης στο Αιγαίο Πέλαγος και σου δίνει την αίσθηση ότι είσαι στο τέρμα της γης. Το μέρος έχει πολύ ησυχία», περιγράφει ο Μάικλ Λιούις.

Εικόνα σήψης, διαφθοράς και διάλυσης

Ο Μάικλ Λιούις περιγράφει με τα πιο μελανά χρώματα τον δημόσιο τομέα της χώρα που απορροφούσε εκατομμύρια ευρώ για μισθούς, δωροδοκίες και συντάξεις, ενώ υποστηρίζει ότι «την προηγούμενη δεκαετία οι μισθοί του δημόσιου τομέα διπλασιάστηκαν».

«Εκτός από τα 400 δισεκατομμύρια δολάρια εθνικού χρέους, ανακαλύφτηκε ότι η Ελλάδα χρωστούσε άλλα 800 δισεκατομμύρια δολάρια σε συντάξεις. Αν κάνει κανείς την πρόσθεση, το ποσό ανέρχεται στα 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια, οπότε και τα 145 δισεκατομμύρια εθνικής βοήθειας αποτέλεσαν περισσότερο μια καλή χειρονομία, παρά μία λύση».

Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρει τον ΟΣΕ, «έναν δημόσιο οργανισμό με ετήσια έσοδα της τάξεως των 100 εκατομμυρίων ευρώ, έναντι ετησίων εξόδων ύψους 700 εκατομμυρίων ευρώ. Ο μέσος υπάλληλος του ΟΣΕ κερδίζει 65.000 ευρώ ετησίως, τρεις φορές δηλαδή περισσότερα απ’ όσα ένας ιδιωτικός υπάλληλος».

Ο δημοσιογράφος αναφέρει τα λεγόμενα του πρώην υπουργού Στέφανου Μάνου ότι θα ήταν φτηνότερο να πληρώνει η ελληνική κυβέρνηση ταξί για όλους τους επιβάτες του ΟΣΕ, παρά να κρατάει σε λειτουργία τον καταχρεωμένο σιδηρόδρομο με τους ακριβοπληρωμένους υπαλλήλους του. «Έχουμε έναν Οργανισμό Σιδηροδρόμων, ο οποίος είναι χρεοκοπημένος και παρ’ όλα αυτά καμία ιδιωτική επιχείρηση στην Ελλάδα δεν προσφέρει τέτοιους μισθούς», τονίζει ο πρώην υπουργός.

Αναφερόμενος στο εκπαιδευτικό σύστημα, ο κ. Λούις παρατηρεί πως αποτελεί ένα ακόμα δείγμα της νοσηρής κατάστασης που επικρατεί στην Ελλάδα, γιατί ενώ αξιολογείται ως ένα από τα χειρότερα της Ευρώπης, έχει τέσσερις φορές περισσότερους δασκάλους ανά μαθητή, από το αρτιότερο εκπαιδευτικό σύστημα της Ευρώπης, το φιλανδικό. «Οι Έλληνες γονείς γνωρίζουν ότι για να μορφωθεί σωστά το παιδί τους, χρειάζεται να πληρώσουν για ιδιαίτερα μαθήματα».

Ο Μάικλ Λιούις κάνει ιδιαίτερη αναφορά στα «φακελάκια» που απαιτούν οι γιατροί και στην αναποτελεσματική διοίκηση των νοσοκομείων, τα οποία ξοδεύουν περισσότερα χρήματα σε προμήθειες, από όλα τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά. «Δεν είναι ασυνήθιστο να δει κανείς τις νοσοκόμες και τους γιατρούς, φεύγοντας από τις δουλειές τους, να έχουν την αγκαλιά τους γεμάτη από χαρτοπετσέτες, πάνες, χαρτιά υγείας και ό, τι άλλο μπορεί να ληστέψουν από τις αποθήκες».

Τελικά ο δημοσιογράφος συμπεραίνει ότι «οι Έλληνες δεν έμαθαν να πληρώνουν τους φόρους τους, γιατί κανείς δεν τιμωρήθηκε ποτέ. Είναι όπως ένας gentleman που δεν ανοίγει την πόρτα σε μία Κυρία».
Ο Μάικλ Λιούις ως παράδειγμα αναφέρει υπουργούς που κατάφεραν, κατά την πολιτική σταδιοδρομία τους, να χτίσουν βίλες αξίας πολλών εκατομμυρίων, μαζί με δύο και τρία εξοχικά. Και όμως, κανένας από τους υπουργούς που πλούτισαν τόσο ξαφνικά δεν τιμωρήθηκε με κατάσχεση της περιουσίας του.

«Φιλοφρονήσεις» στον υπουργό Οικονομικών

Τα ταξίδι του δημοσιογράφου κατέληξε στο υπουργείο Οικονομικών και σε μία κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον υπουργό Γιώργο Παπακωνσταντίνου, όπου ο δημοσιογράφος περιγράφει ένα «ξέφραγο αμπέλι».

«Στη σκοτεινή και στενή είσοδο του υπουργείου Οικονομικών, οι φύλακες σε κοιτούν εξονυχιστικά. Ωστόσο, κανένας δεν σε ελέγχει ουσιαστικά, ακόμα και αν ο ανιχνευτής μετάλλων ακούγεται σαν σειρήνα σε όλους τους ορόφους. Στο γραφείο του υπουργού, έξι κυρίες, όρθιες, φαίνονται βιαστικές και πολυάσχολες, ενώ κανονίζουν το πρόγραμμα του υπουργού. Παρ’ όλα αυτά, ο υπουργός αργεί να φτάσει στην αίθουσα αναμονής. Ο χώρος φαίνεται ότι και στις καλύτερες μέρες του δεν ήταν κάτι αξιόλογο, τα έπιπλα είναι φθαρμένα, το πάτωμα επίσης. Ωστόσο, το πιο αξιοπερίεργο στο υπουργείο είναι το μέγεθος του προσωπικού του».

Ωστόσο ο κ. Λούις, αναφέροντας ότι Γιώργος Παπακωνσταντίνου σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και στο London School of Economics τη δεκαετία του ’80 και έπειτα δούλεψε επί 10 συνεχή χρόνια στο Παρίσι, στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, αποδίδει... εύσημα στον υπουργό παρατηρώντας ότι «ο υπουργός Οικονομικών είναι φιλικός, ανοιχτός, πάντα φρεσκοξυρισμένος και περισσότερο από άλλους Έλληνες υπουργούς, μοιάζει περισσότερο με Αμερικανό, παρά με Έλληνα».