Ad Code

Responsive Advertisement

Η πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο

Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος ξέσπασε το φθινόπωρο του 1914. Μέχρι το 1915 η Ελλάδα παρέμεινε εκτός της σύρραξης. Της ζήτησε όμως η Αντάντ να πάρει μέρος στην εκστρατεία στα Δαρδανέλλια. Ο Βενιζέλος, που ήθελε να μπει η χώρα στον πόλεμο με την Αντάντ, διαφώνησε με τον βασιλιά, υπέβαλε την παραίτησή του και πήγε στην Αίγυπτο. Η Βουλή διαλύθηκε, έγιναν εκλογές στις 31 Μαΐου 1915, που έδωσαν την πλειοψηφία στο Κόμμα των Φιλελευθέρων κι ο βασιλιάς έδωσε εντολή στον Βενιζέλο να σχηματίσει κυβέρνηση.
 Ο πρωθυπουργός, μιλώντας στη Βουλή, τόνισε ότι η Ελλάδα θα έμενε ουδέτερη εκτός αν έκτακτες περιστάσεις την υποχρέωναν ν' αλλάξει γραμμή πλεύσης. Τον Σεπτέμβριο 1915 η Βουλγαρία προσχώρησε στις Κεντρικές Αυτοκρατορίες και κήρυξε επιστράτευση. Η Ελλάδα κήρυξε, επίσης, επιστράτευση αλλά προέκυψε διχογνωμία μεταξύ Κωνσταντίνου - Βενιζέλου όσον αφορά στις υποχρεώσεις της χώρας μας απέναντι στη Σερβία εκ της συνθήκης που είχαν υπογράψει οι δύο χώρες. Ο Βενιζέλος παραιτήθηκε, σχημάτισε κυβέρνηση ο Αλέξανδρος Ζαϊμης στην οποία συμμετείχαν οι αρχηγοί όλων των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Παραιτήθηκε και η κυβέρνηση Ζαϊμη, σχηματίστηκε δε κυβέρνηση υπό τον Στέφανο Σκουλούδη, στην οποία πήραν μέρος όλοι όσοι συνέπραξαν στην προηγούμενη κυβέρνηση (Ζαϊμη). Η κυβέρνηση Σκουλούδη διέλυσε τη Βουλή και διεξήγαγε εκλογές στις 6 Δεκεμβρίου 1915, στις οποίες δεν πήρε μέρος το Κόμμα των Φιλελευθέρων, θεωρώντας τες άκυρες. Εν τω μεταξύ, οι σύμμαχοι, η Αντάντ, αποβίβασαν στρατό στη Θεσσαλονίκη, ανοίγοντας το Βαλκανικό μέτωπο.

Στις 16 Αυγούστου 1916 έγινε συλλαλητήριο στην Αθήνα (κίνημα της Εθνικής Αμύνης), όπου με την υποστήριξη του συμμαχικού στρατού, που είχε αποβιβαστεί στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας, ο Βενιζέλος ανακοίνωσε στο λαό την πλήρη διαφωνία του με τους χειρισμούς του Στέμματος. Τέθηκε επικεφαλής επανάστασης (με το κίνημα Εθνικής Άμυνας) με έδρα τη Θεσσαλονίκη, στην οποία πήγε και σχημάτισε επαναστατική "Προσωρινή Κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας" μαζί με τους ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη και στρατηγό Παναγιώτη Δαγκλή χρησιμοποιώντας την Κρητική Χωροφυλακή αφού προηγουμένως, στις 25 Σεπτεμβρίου, πέρασε από την Κρήτη, η οποία προσχώρησε κι αυτή στην επανάσταση. Προσχώρησαν και τα άλλα νησιά του Αιγαίου. Η διαφωνία του νόμιμου πρωθυπουργού Βενιζέλου με τον γερμανόφιλο βασιλιά Κωνσταντίνο, η παραίτησή του και ο σχηματισμός στη Θεσσαλονίκη Προσωρινής Κυβέρνησης (26 Σεπτεμβρίου/9 Οκτωβρίου 1916), η οποία τάχθηκε με το πλευρό των Συμμάχων και κήρυξε έκπτωτο τον Κωνσταντίνο, ήταν η αιτία για την οποία η Εκκλησία της Ελλάδας εναντιώθηκε και τελικά αφόρισε τον Βενιζέλο. Στην Αθήνα, επενέβη η Αντάντ και υποχρέωσε την κυβέρνηση Σκουλούδη να παραιτηθεί. Σχηματίστηκε υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό τον Νικόλαο Καλογερόπουλο και η Βουλή διέκοψε τις εργασίες της. Τα μέλη της κυβέρνησης Καλογερόπουλου διαφώνησαν μεταξύ τους ως προς την πολιτική που έπρεπε να ακολουθηθεί, οδηγώντας την έτσι σε παραίτηση. Ο Σπυρίδων Λάμπρος σχημάτισε κυβέρνηση με μη πολιτικά πρόσωπα. Την κυβέρνηση αυτή διαδέχθηκε νέα υπό τον Αλέξανδρο Ζαϊμη. Οι σύμμαχοι αποφάσισαν να απομακρύνουν από τον θρόνο και την Ελλάδα τον Βασιλιά Κωνσταντίνο, να τον διαδεχθεί δε ο γιός του Αλέξανδρος. Στις 29 Μαΐου 1917 ο Κωνσταντίνος αναχώρησε και λίγες μέρες μετά ο Βενιζέλος σχημάτισε κυβέρνηση, συγκλήθηκε δε η Βουλή, η οποία είχε προκύψει από τις εκλογές της 31 Μαΐου 1915. Στις 11/24 Νοεμβρίου 1916 η ολοκληρωμένη Προσωρινή Κυβέρνηση κήρυξε τον πόλεμο στις κεντρικές δυνάμεις.

Όταν η Γερμανία υπέγραψε ανακωχή, συνήλθε στο Παρίσι η συνδιάσκεψη της ειρήνης, όπου ο Βενιζέλος παρέστη ως αντιπρόσωπος της Ελλάδας και πρόβαλε τις αξιώσεις της χώρας μας, οι οποίες έγιναν στο σύνολό τους δεκτές με τις συνθήκες του Νεϊγύ (27 Νοεμβρίου 1919) και των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920). Ως αποτέλεσμα αυτών των συνθηκών η Ελλάδα προσάρτησε (προσωρινά) την Ανατολική Θράκη και την Σμύρνη. Όντας στη Γαλλία, ο Βενιζέλος εξελέγη μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Ενώ επρόκειτο να γυρίσει στην Ελλάδα, έγινε δολοφονική απόπειρα εναντίον του στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λυόν, στο Παρίσι από δύο απότακτους Έλληνες αξιωματικούς. Αφού θεραπεύτηκε από τα τραύματά του, γύρισε τον Σεπτέμβριο στην Αθήνα.
Ο θάνατος του βασιλιά Αλέξανδρου είχε ως συνέπεια να ανακηρύξει αντιβασιλέα η Βουλή τον ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη. Έγιναν βουλευτικές εκλογές την 1 Νοεμβρίου 1920. Το Κόμμα των Φιλελευθέρων έλαβε 50,31% του συνόλου των ψήφων αλλά νικήθηκε από την ενωμένη αντιπολίτευση που είχε λάβει το 49,36% λόγω του εκλογικού νόμου. Ο Βενιζέλος δεν εξελέγη καν βουλευτής. Την μεθεπομένη σχημάτισε κυβέρνηση ο Δημήτριος Ράλλης, παραιτήθηκε ο Κουντουριώτης κι έγινε αντιβασίλισσα η βασιλομήτωρ Όλγα μέχρι να γίνει δημοψήφισμα, το οποίο θα επανέφερε τον εξόριστο Κωνσταντίνο. Στις 4 Νοεμβρίου ο Βενιζέλος αναχώρησε για το Παρίσι, δηλώνοντας ότι αποσύρεται από την ενεργό πολιτική και σκοπεύει να ιδιωτεύσει αλλά αν η χώρα ζητήσει τις υπηρεσίες του στο εξωτερικό, θα είναι στη διάθεσή της. Σύντομα την ουσιαστική εξουσία ανέλαβε ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος ό οποίος τέθηκε επικεφαλής του στρατού και οδήγησε τη χώρα στη μικρασιατική καταστροφή.

Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και την επανάσταση του 1922, ο Βενιζέλος δέχθηκε να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στη διάσκεψη της Λωζάννης όπου στις 24 Ιουλίου 1923 υπέγραψε τη συνθήκη ειρήνης με την Τουρκία. Στις 16 Δεκεμβρίου 1923 έγιναν εκλογές για συντακτική συνέλευση από τις οποίες απέσχε η αντιπολίτευση. Ο Βενιζέλος εκλέχθηκε βουλευτής στην Αθήνα και σε άλλες περιοχές (το επέτρεπε το εκλογικό σύστημα) κι επέστρεψε στην Ελλάδα, έγινε δε πρόεδρος της Βουλής με την ψήφο όλων των βουλευτών. Διαφώνησε όμως με την πολιτική παράταξη που είχε ταχθεί στο πολιτειακό υπέρ της Δημοκρατίας (την επομένη των εκλογών απομακρύνθηκε προσωρινά ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄), παραιτήθηκε από την προεδρία της Βουλής και σχημάτισε κυβέρνηση στις 11 Ιανουαρίου 1924, θέλοντας να συμβιβάσει τα πράγματα. Όμως, η ανάμειξη ξένων στοιχείων στην πολιτική και ένα πρόβλημα στην υγεία του τον υποχρέωσαν να παραιτηθεί στις 4 Φεβρουαρίου, να υποδείξει ως διάδοχό του τον Γεώργιο Καφαντάρη και να φύγει και πάλι στο Παρίσι.
Δεν άκουσε τους οπαδούς του που του ζητούσαν να επανέλθει και να αναλάβει και πάλι την ηγεσία του Κόμματος των Φιλελευθέρων. Στο Παρίσι επιδόθηκε στη μετάφραση των "Ιστοριών" του Θουκυδίδη. Η μετάφραση αυτή είναι ένα μνημειώδες έργο και αποτελεί λαμπρή συνεισφορά στο εγχείρημα της μεταφοράς των κειμένων της αρχαιότητας στα νέα ελληνικά.

Αφού ανέτρεψε τη δικτατορία του Πάγκαλου ο Γεώργιος Κονδύλης στις 22 Αυγούστου 1926, ορκίστηκε Πρωθυπουργός και έκανε εκλογές, στις οποίες δεν συμμετείχε ο ίδιος, ουτε ο Βενιζέλος που δεν θέλησε να είναι υποψήφιος. Βοήθησε όμως να σχηματιστεί οικουμενική κυβέρνηση από τον Αλέξανδρο Ζαϊμη με στόχο την γεφύρωση των πολιτικών διαφορών και την εθνική συμφιλίωση. Η κυβέρνηση αυτή παραιτήθηκε και σχηματίστηκε νέα στην οποία δεν συμμετείχε το Λαϊκό Κόμμα. Ο Βενιζέλος γύρισε τότε στην Ελλάδα, διαφώνησε ωστόσο με την κυβέρνηση επί της ασκουμένης οικονομικής πολιτικής. Η διαφωνία του οδήγησε στη διάσπαση του Κόμματος των Φιλελευθέρων, του οποίου ανέλαβε την ηγεσία. Στις 5 Ιουλίου 1928 παραιτήθηκε η κυβέρνηση Ζαϊμη. Ο Βενιζέλος έγινε πρωθυπουργός και προκήρυξε εκλογές για τις 19 Αυγούστου 1928. Τις κέρδισε το Κόμμα των Φιλελευθέρων που πήρε τις 228 από 250 έδρες της Βουλής. Ο Βενιζέλος κυβέρνησε μέχρι το 1932. Κύριος στόχος του Βενιζέλου την περίοδο αυτή υπήρξε να αποφύγει την εξάρτηση της Ελλάδας από μία μόνο μεγάλη δύναμη. Προσπάθησε λοιπόν, να δημιουργήσει φιλικές σχέσεις τόσο με τις γειτονικές χώρες όσο και με αυτές που κυριαρχούσαν στη Μεσόγειο. Έτσι, η πρώτη διπλωματική κίνηση του Βενιζέλου ήταν η υπογραφή συμφώνου φιλίας, συνδιαλλαγής και δικαστικού διακανονισμού με την Ιταλία στις 23 Σεπτεμβρίου 1928. Εν συνεχεία, ο Βενιζέλος στράφηκε στη Γιουγκοσλαβία, η οποία από καιρό είχε διεκδικήσεις για μία «ελεύθερη ζώνη» στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Ο Βενιζέλος αποδέχτηκε ορισμένες από τις γιουγκοσλαβικές απαιτήσεις και αφού απομακρύνθηκε αυτό το εμπόδιο, στις 17 Μαρτίου 1929 υπογράφτηκε το ελληνογιουγκοσλαβικό πρωτόκολλο στη Γενεύη. Με τη Βουλγαρία η κατάσταση ήταν πιο περίπλοκη: οι Βούλγαροι απέρριψαν την προσφορά του Βενιζέλου για δημιουργία «ελεύθερου λιμανιού» στη Θεσσαλονίκη ή την Αλεξανδρούπολη, καθώς διατηρούσαν αλυτρωτικές βλέψεις για τις περιοχές αυτές. Έτσι, ο Βενιζέλος περιορίστηκε στην επανάληψη πλήρων διπλωματικών σχέσεων με τη γείτονα χώρα.

Η πιο πολυσυζητημένη όμως, πράξη του Βενιζέλου ήταν η υπογραφή της ελληνοτουρκικής σύμβασης στην Άγκυρα, στις 10 Ιουνίου 1930. Με αυτή τη συμφωνία έκλεισαν οι περισσότερες εκκρεμότητες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Η Ελλάδα συμφώνησε να πληρώσει 425.000 λίρες Αγγλίας ως αποζημίωση για τους Τούρκους που έφυγαν από τη χώρα και σε αντάλλαγμα η Τουρκία δεχόταν να αναγνωρίσει τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης ως μόνιμους κατοίκους. Εν συνεχεία, στις 30 Οκτωβρίου υπογράφτηκε στην Άγκυρα το σύμφωνο ελληνοτουρκικής φιλίας, ουδετερότητας και διαιτησίας. Η διπλωματική αυτή προσέγγιση άλλαξε άρδην το κλίμα στις δύο χώρες με αποτέλεσμα τόσο ο Βενιζέλος στην Άγκυρα όσο ο Ισμέτ Ινονού στην Αθήνα να τύχουν θερμής υποδοχής από τους κατοίκους.

Όμως, οι διπλωματικές αυτές κινήσεις του Βενιζέλου συνάντησαν σημαντική αντίδραση, καθώς έβαλε σε δεύτερη μοίρα τις εθνικές βλέψεις της χώρας. Η Ιταλία είχε ακόμα στην κατοχή της τα Δωδεκάνησα και ο Βενιζέλος συνειδητά απέφυγε να ανακινήσει αυτό το ζήτημα για να μη διαταράξει τις σχέσεις των δύο χωρών. Εν όψει μάλιστα της σύναψης του συμφώνου της ελληνοϊταλικής φιλίας στις 23.9.1928, δήλωσε στον Τύπο: "Δεν δύναται και δεν πρέπει η Δωδεκάνησος να εμποδίση την ανάπτυξιν και εμπέδωσιν των σχέσεων φιλίας και εμπιστοσύνης μεταξύ Ελλάδος και Ιταλίας". Παράλληλα, ως ένδειξη φιλίας προς τη Βρετανία αποθάρρυνε τις πρωτοβουλίες των Κυπρίων για Ένωση. Όμως αναμφίβολα, το ζήτημα που ακόμα και σήμερα προκαλεί τις περισσότερες συζητήσεις είναι η ελληνοτουρκική προσέγγιση, γιατί με αυτή την κίνηση ο Βενιζέλος έθεσε οριστικά τέρμα στις ελπίδες των μικρασιατών να επιστρέψουν στις εστίες του. Αυτό οδήγησε στην εκλογική τους αποξένωση με αποτέλεσμα αρκετοί μικρασιάτες να στραφούν στο Λαϊκό Κόμμα στις επόμενες εκλογές.

Στις 16 Ιανουαρίου 1933 η κυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη ανετράπηκε, και για τελευταία φορά, πρωθυπουργός έγινε ο Βενιζέλος. Στις εκλογές της 5 Μαρτίου όμως τα αντίπαλα κόμματα πλειοψήφισαν. Τότε ο στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας ηγήθηκε πραξικοπήματος υπέρ του Βενιζέλου. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας όμως ονόμασε πρώτα πρωθυπουργό τον στρατηγό Οθωναίο ώστε να καταστείλει το πραξικόπημα, και αμέσως μετά έκανε πρωθυπουργό τον Τσαλδάρη. Στις αρχές Μαΐου ο Ιωάννης Μεταξάς κατέθεσε στην Βουλή πρόταση δίωξης του Βενιζέλου. Στις αρχές Ιουνίου αντιβενιζελικοί αποπειράθηκαν να δολοφονήσουν τον Βενιζέλο στην λεωφόρο Κηφισίας και ακολούθησαν και διώξεις φιλοβενιζελικών αξιωματικών. Κατά την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του τραυματίστηκε η γυναίκα του Έλενα Βενιζέλου, η οποία μετέβαινε επίσης στο αυτοκίνητο, και σκοτώθηκαν μέλη της προσωπικής του ασφάλειας.
Το 1935 ενθάρρυνε στρατιωτικό κίνημα που εκδηλώθηκε την 1 Μαρτίου από βενιζελικούς αξιωματικούς. Το κίνημα όμως δεν είχε αρχηγό και αναγκάστηκε να το αναλάβει ο ίδιος. Αυτό είχε σαν αποτελέσματα την αποχώρηση του Γεωργίου Παπανδρέου από το Κόμμα Φιλελευθέρων, την έκδοση νόμων δίωξης των φιλοβενιζελικών και περιορισμού άρθρων του Συντάγματος, και βέβαια την ερήμην καταδίκη σε θάνατο του Βενιζέλου και του Πλαστήρα. Από την κατάσταση αυτή επωφελήθηκαν ο Μεταξάς και ο Κονδύλης θέτοντας ξανά το καθεστωτικό ζήτημα και οδηγώντας στην κατάλυση της Δημοκρατίας και επάνοδο της Μοναρχίας.

http://www.ellinikoarxeio.com/2010/05/venizelos-polices.html
Μοιραστείτε αυτή την ανάρτηση