Ad Code

Responsive Advertisement

Θεωρία των αριθμών.

"Ώδε η σοφία εστίν.. ο έχων νουν ψηφισάτω τον αριθμόν του θηρίου.. αριθμός γαρ ανθρώπου εστί.. και ο αριθμός αυτού χξς'.". (Εδώ είναι αναγκαία η σοφία. Εκείνος που έχει νόησιν άς λογαριάση τον αριθμόν του θηρίου.. είναι αριθμός ανθρώπου και ο αριθμός του είναι χξς' (666).) (Αποκ. Ιωάν. 13.18).
Απ’ αυτήν τη φράση της Αποκάλυψης ξεκινά ένας μεγάλος προβληματισμός. Όποιος δέχεται την Αποκάλυψη ως θείο έργο, δέχεται και τα όσα γράφονται σ’ αυτή στο σύνολό τους. Εδώ μας βεβαιώνει, ότι υπάρχει αριθμός, που χαρα­κτηρίζει έναν άνθρωπο, καθώς και μία έννοια όπως το “θηρίον”. Ο κάθε άνθρωπος όμως ως χαρακτηριστικό, απ’ όσα γνωρίζουμε, έχει μόνον τ’ όνομα του. Με τ’ όνομα ξεχωρίζουμε έναν άνθρωπο από έναν άλλο. Άρα, εφόσον το μόνο χαρακτηριστικό είναι τ’ όνομα, από εκεί πρέπει να βρούμε τον αριθμό, που είναι κι αυτός χαρακτηριστικός. Ένα όνομα είναι μία λέξη και μία λέξη αποτελείται από γράμματα. Συνεπώς το ζητούμενο είναι να βρούμε τη σχέση, που υπάρχει μεταξύ αριθμών και γραμμάτων.

Η γλώσσα στην οποία είναι γραμμένη η Αποκάλυψη και τα Ευαγγέλια, πλην του Ματθαίου, είναι η ελληνική. Έτσι τα γράμματα είναι τα 24 της ελληνικής. Τα γράμματα ενός αλφαβήτου όμως, είναι χαρακτηρισμένα με κάποιον αριθμό. Έτσι: το άλφα είναι πάντα πρώτο και χαρακτηρίζεται από τον αριθμό 1, ενώ το γιώτα είναι ένατο και χαρακτηρίζεται από τον αριθμό 9. Εδώ θα συναντήσουμε ένα άλλο πρόβλημα. Ενώ τα γράμματα είναι 24, οι αριθμοί είναι εννέα. Το μηδέν δεν υπολογίζεται, γιατί δεν αντιπροσωπεύει κανένα γράμμα. Εφόσον λοιπόν προσπαθούμε να βρούμε έναν τύπο ή έναν πίνακα, που να δείχνει τη σχέση αυτή, πρέπει ν’ αποφασίσουμε για την ακριβή αντιστοιχία —αν το κάπα είναι 1 ή 10, όπως και το ωμέγα 6 ή 24—.

Εδώ, είναι ανάγκη να γυρίσουμε πίσω στο Λόγο του Χριστού, που είναι Γνώστης. Το ζητούμενο στην όλη διδασκαλία Του είναι να γεννηθεί ο Υιός του Ανθρώπου. Για να γεννηθεί ένας άνθρωπος, πρέπει να συμπληρωθούν 9 μήνες. Επίσης μας διαβεβαιώνει ότι πριν να γίνουν όλα, όσα πρέπει να γίνουν, δε θ’ αλλάξει ούτε ένα “Ιώτα”, που αντιστοιχεί στο 9. Όλα αυτά σημαίνουν ότι κάθε φορά, που ένα γράμμα ξεπεράσει το 9 γυρνά πίσω στην αρχή. Αυτό συμβαίνει, γιατί κάθε αριθμός είναι ένα βήμα, που πρέπει να γίνει και το βήμα είναι σημαντικό. Τα γράμματα είναι αυτά, που γεμίζουν τον κάθε αριθμό. Έτσι το κάπα είναι 1 και το λάμδα, που είναι το αμέσως επόμενο, είναι 2 και η αντιστοιχία συνεχίζεται.

Ο παρακάτω πίνακας δείχνει αναλυτικά αυτήν την αντιστοιχία μεταξύ γραμμάτων και αριθμών.

Αντιστοιχία μεταξύ γραμμάτων και αριθμών

1
2
3
4
5
6
7
8
9









α
β
γ
δ
ε
ζ
η
θ
ι
κ
λ
μ
ν
ξ
ο
π
ρ
σ
τ
υ
φ
χ
ψ
ω


ς

Όλα τα παραπάνω έχουν μόνο φιλολογική αξία κι όσο εύκολα μπορεί κάποιος να τα δεχτεί, παρόμοια, αν όχι με μεγαλύτερη ευκολία, μπορεί και να τ’ απορρίψει. Για να έχει βάση μία οποιαδήποτε θεωρία, πρέπει να έχει κι εφαρμογή. Πώς μπορούμε όμως να διαπιστώσουμε ότι τα παραπάνω έχουν κάποιο νόημα ή κάποια εφαρμογή; Πάλι πρέπει ν’ ανατρέξουμε στο Λόγο του Χριστού και στο Ευαγγέλιο γενικότερα. Πρέπει να βρούμε μερικά στοιχεία, τα οποία θα μας βοηθήσουν να βρούμε τα κλειδιά, για να ξεκλειδώσουμε τις έννοιες. Όταν διαβάζουμε την Αποκάλυψη, φτάνουμε σ’ αδιέξοδο, προ­σπαθώντας να φανταστούμε τους δράκους, την πάρδαλη ή τις ακρίδες. Κι αν ακόμα η φαντασία μας οδηγήσει κάπου, έχουμε το ίδιο ακριβώς πρόβλημα. Άλλοι μπορούν να δεχτούν την άποψή μας κι άλλοι όχι. Η ύπαρξη αυτών των εννοιών αποδεικνύει αρχικά ότι το κείμενο αυτό —και θα δούμε και ποια άλλα κείμενα— είναι κλειδωμένο.

Καθώς αναζητούμε μία άκρη μέσα από το Ευαγγέλιο, φτάνουμε στο χωρίο, όπου ο Ιησούς μ’ επιμονή δε δέχεται το επίθετο “αγαθός”. Αγαθός, κατά τον Ιησού, είναι μόνον ο Θεός.. (Ματθ. 19.16-19.17) "Και ιδού είς προσελθών είπεν αυτώ.. διδάσκαλε αγαθέ, τί αγαθόν ποιήσω ίνα έχω ζωήν αιώνιον; ο δε είπεν αυτώ.. τί με λέγεις αγαθόν; ουδείς αγαθός ει μή είς ο Θεός." (Ένας πλησίασε καί τού είπε, "Διδάσκαλε αγαθέ, τί καλό πρέπει νά κάνω διά νά έχω αιώνιον ζωήν;". Αυτός δέ τού είπε, "Γιατί με λές αγαθόν; Κανείς δέν είναι αγαθός παρά ένας, ο Θεός.). Αν προσθέσουμε τους αριθμούς, που αντιστοιχούν στα γράμματα των δύο αυτών λέξεων, αποκαλύπτεται ότι υπάρχει μία σύμπτωση. Σύμφωνα με τον παραπάνω πίνακα ισχύει:
Θ+ε+ό+ς = Α+γ+α+θ+ό+ς = 28
8+5+6+9 = 1+3+1+8+6+9 = 28
και άρα Θεός = 28 = Αγαθός. Στην ίδια φράση δεν αρνείται τον προσδιορισμό “διδάσκαλος”. Βλέπουμε πάλι την ταύτιση: Χριστός = 46 = Διδάσκαλος. Ο Χριστός μιλώντας με τους Ιουδαίους, ισχυρίστηκε ότι αν γκρεμίσουν το ναό, θα τον ξαναχτίσει σε 3 ημέρες και οι μαθητές Του το συνδύασαν με την Ανάστασή Του. Ο ναός, κατά τους Ιουδαίους, απαίτησε 46 χρόνια για ν’ ανεγερθεί. Ο προφήτης Ησαίας, προφητεύοντας, λέει ότι η Παρθένος Μαρία θα γεννήσει Υιόν, που θα θυσιαστεί για τις αμαρτίες του κόσμου και θα ονομάζεται Εμμανουήλ = 33. Το 33 μας παραπέμπει απευθείας στην ηλικία του Χριστού κατά τη στιγμή της Θυσίας.. άρα ο Χριστός τη στιγμή εκείνη είναι ο Εμμανουήλ = 33. Ο Χριστός μέσα στο Λόγο Του δεν αποκαλύπτει απευθείας την ταυτότητά Του, αλλά χρησιμοποιεί μυστηριώδεις προσδιορισμούς. Ταυτίζει τον Εαυτό Του με το φως ή την αλήθεια. (Ιωάν. 8.12) “Εγώ ειμί το φώς τού κόσμου”. Ο Χριστός είναι το φως κι εμείς πρέπει να διερευνήσουμε τι ακριβώς εννοεί. Φως παράγει ένας λύχνος και φως παράγει επίσης ο ισχυρότερος των φωστήρων ο Ήλιος. Την ταυτότητά Του την αναζητούμε, όχι στην έννοια του φωτός που είναι σχετική, αλλά στην έννοια του φωστήρα που είναι η απόλυτη. Ο Ήλιος παράγει απόλυτα ισχυρότερο φως από μία λυχνία. Αν ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού, τότε το φως Του μόνο μ’ αυτό του Ηλίου μπορεί να παραλληλιστεί και άρα ο Ίδιος με τον Ήλιο. Ήλιος = 33 = Εμμανουήλ, και, Φωστήρας Ήλιος = 77 = Υιός του Ανθρώπου. Επίσης στο (Ιωάν. 18.37) αναφέρει τα εξής δυσνόητα: "Εγώ είς τούτο γεγέννημαι καί είς τούτο ελήλυθα είς τόν κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία. Πάς ο ώς εκ της αληθείας ακούει μου της φωνής" (Εγώ γι’ αυτό γεννήθηκα καί γι’ αυτό ήλθα εις τόν κόσμον, διά νά μαρτυρήσω τήν αλήθειαν. Όποιος είναι από τήν αλήθειαν, ακούει τήν φωνήν μου.). Ο Λόγος Του σ’ αυτό το σημείο είναι σε μεγάλο βαθμό σύνθετος και περίπλοκος. Αποκαλύπτει το λόγο γέννησής Του που είναι η μαρτυρία της αλήθειας, αλλά ταυτόχρονα μας βεβαιώνει ότι αυτά που λέει είναι αληθινά. Η ταύτιση με την αλήθεια είναι έμμεση γιατί Αυτός λέει την αλήθεια και Αυτόν ακούει όποιος είναι από την αλήθεια. Ο Ίδιος είναι η Αλήθεια και αυτή είναι η Μαρτυρία Του. Αυτά είναι αληθινά εφόσον ο Ίδιος τα βεβαιώνει. Αλήθεια = 33 = Μαρτυρία = Μάρτυρας. Αυτός που αναφέρεται εκείνη τη στιγμή στην αλήθεια είναι ο Χριστός. Χριστός = 46 = Αληθινός = Παναληθής. Ο Παναληθής είναι ο Υιός του Ανθρώπου που γεννήθηκε για να σώσει τον κόσμο με τη μαρτυρία της Αλήθειας. Υιός του Ανθρώπου = 77 = Σωτήρας του κόσμου = Λάμψη της Αλήθειας. Στην παραβολή της αμπέλου ο Χριστός αυτοχαρακτηρίζεται “Άμπελος” = 33. Απ’ αυτό βγάζουμε το συμπέρασμα ότι γνώριζε τα κλειδιά και τα χρησιμοποίησε στην αποστολή Του.

Αυτό που θα εξετάσουμε αργότερα είναι, γιατί ο άγγελος υπέδειξε στους γονείς Του να τον ονομάσουν Ιησού = 42. Ο Χριστός πολύ συχνά αναφέρεται στη λέξη “κοιλιά”. Ό,τι μπαίνει στον άνθρωπο δεν μπορεί να τον κάνει ακάθαρτο, γιατί δεν μπαίνει στην καρδιά αλλά στην κοιλιά. Εκεί επεξεργάζεται κι αν είναι άχρηστο, αποβάλλεται. Η λέξη “κοιλιά”, υπολογισμένη όπως προηγουμένως, είναι ίση με το 28, που ισοδυναμεί με τη λέξη “Θεός”. Πώς όμως συνδέονται αυτά μεταξύ τους; Ώδε η σοφία εστίν. Με τη σοφία του ο άνθρωπος ξεχωρίζει το καλό από το κακό, το χρήσιμο από τ’ άχρηστο. Η λέξη “σοφία” είναι κι αυτή 28. Ο Θεός, εφόσον είναι Πνεύμα, πρέπει να είναι το σύνολο της σοφίας. Ας πούμε Σοφία με κεφαλαία. Σ’ άλλη αναφορά πάνω στη λέξη “κοιλιά”, ο Χριστός λέει ότι, όποιος διψά, μπορεί να πάει σ’ Εκείνον και τότε θα τρέξουν από την κοιλιά του “ποταμοί ύδατος ζώντος”. Κατ’ αναλογία λόγω ομοιότητας, αφού ο Θεός είναι η Σοφία, ο Υιός Του πρέπει να έχει σχέση με τη λέξη “ποταμός”. Ο Χριστός μάς έδωσε πληροφορίες για τον Πατέρα Του, επομένως από την άπειρη Σοφία του Θεού έρευσε, μέσω του Χριστού, σοφία και στους ανθρώπους. Η λέξη “ποταμός” είναι ίση με 33, για το οποίο γνωρίζουμε τι σημαίνει. Ο Χριστός επίσης, πολλές φορές, αναφέρει ότι είναι “εκ των άνω”. Άνωθεν γεννημένος. Με τη λέξη “Άνωθεν” χαρακτηρίζει την προέλευσή Του. Άνωθεν = 28. Άρα αυτός που είναι γεννημένος Άνωθεν, είναι γεννημένος από τη Σοφία, επομένως από το Θεό. Εξαιτίας αυτής της ταύτισης μεταξύ Θεού και Σοφίας, φυσικό είναι ο Υιός να ταυτίζεται επίσης με την έννοια “σοφός”. Σοφός = 33.

Στο νόμο των Ιουδαίων είναι γραμμένο: “Εγώ είπα, είσθε Θεοί”. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός βοηθά τους ανθρώπους να γίνουν Θεοί. Όμως πριν τη γενική Θέωση όλων των ανθρώπων, λόγω του θεϊκού ενδιαφέροντος για όλους, κάποιοι έχουν θεωθεί. Αυτοί είναι εκείνοι, που στέκονταν επάνω στο Όρος Σιών = 28, δηλαδή, Άνωθεν = 28. Το χαρακτηριστικό τους είναι ότι είναι Άμωμοι = 28, δηλαδή, Θεοί = 28. Αυτοί βοηθούν το Αρνίον.. το ακολουθούν κι είναι Εργάται = 28. Ο Χριστός πολύ συχνά κατακρίνει τους Ιουδαίους, γι’ αυτά που διδάσκουν και γι’ αυτά που λένε. Όλα αυτά τα χαρακτηρίζει προϊόντα της καρδιάς. Η καρδιά όμως είναι γεμάτη Αίμα = 14. Αυτό το 14 έχει σχέση με την καταγωγή των Ιουδαίων μέχρι και την έλευση του Χριστού. Είναι 3 ομάδες γενιών από 14 γενιές η κάθε μία. 3χ14 = 42 = Ιησούς.

Αν και βλέπουμε όλες αυτές τις συμπτώσεις”, ο προβληματισμός όχι μόνο δε λιγοστεύει, αλλά γίνεται ολοένα και πιο έντονος. Γιατί είναι κλειδωμένες οι λέξεις, κι αυτό πού εξυπηρετεί; Έχει σημασία που η λέξη “Θεός” χαρακτηρίζεται με τον αριθμό 28 και ποια θα ήταν η διαφορά, αν το 28 ήταν 29; Γιατί η επίμονη άρνηση του Χριστού να δεχτεί το χαρακτηρισμό “αγαθός”, ενώ ως έννοια έχει συνώνυμα, που Του αποδίδονται και τα δέχεται; Ο Χριστός, σε πολλές συζητήσεις, άφησε διφορούμενη την πραγματική Του ταυτότητα. Ο Πέτρος “ομολόγησε” ότι Αυτός ήταν ο Χριστός. Χριστός άραγε σημαίνει και Μεσσίας; Γιατί ο Χριστός ταυτίστηκε σχεδόν με το Μεσσία στη συζήτηση με τη Σαμαρείτιδα και μόνον εκεί, ενώ και μόνον που συζήτησε μ’ αυτή τη γυναίκα, ήταν κάτι, που φάνηκε περίεργο στους μαθητές Του; Η Σαμαρείτιδα προσδιορίζει το Μεσσία μ’ έναν τρόπο που ο Χριστός αποδέχεται.. θα είναι Αυτός, που θα κάνει τα πάντα γνωστά στον κόσμο. Θα μιλήσει για το Θεό, για τον Υιό Του, για τον άνθρωπο. Δεν αναφέρεται σε Θυσία. Όλη όμως η προσφορά και το έργο του Χριστού, αναδεικνύονται με την κορυφαία πράξη Του, τη Θυσία.

Αν δεχτούμε ότι ο Μεσσίας είναι Αυτός, που παρουσιάζει τα μυστήρια του κόσμου στους ανθρώπους, ποιος ήταν πραγματικά ο Χριστός; Γιατί ονομάστηκε Ιησούς; Όσο είναι ζωντανός, επιμένει ότι εκεί που πάει δεν μπορούν να Τον ακολουθήσουν και θα Τον αναζητούν, αλλά δε θα Τον βρίσκουν. Νεκρός δηλώνει ότι θα είναι για πάντα μαζί με τους μαθητές Του. Πού πηγαίνει; Γιατί ο Πιλάτος, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες, δεν αλλάζει την επιγραφή του Σταυρού; Γιατί γράφει: “Ιησούς ο Ναζωραίος, Βασιλεύς των Ιουδαίων” και δε γράφει: “Ιησούς Χριστός”; Λιγότερη αντίδραση θα προκαλούσε από το: “Βασιλεύς των Ιουδαίων”. Γιατί οι Μάγοι αναζητούν το “Βασιλέα των Ιουδαίων”; Κάνουν λάθος; Ο Χριστός κρυβόταν, στην κυριολεξία, για να μην Τον αναδείξουν Βασιλέα. Οι πειρασμοί στην έρημο αυτό ακριβώς Του πρόσφεραν. Δεν έγραψε ο Πιλάτος αυτό που έπρεπε, επειδή δε λειτούργησε κάτι καλά; Για να κατα­νοήσουμε όλα αυτά, πρέπει να καταλάβουμε πρώτα, γιατί ο Χριστός έχει κι άλλα ονόματα και πώς ενεργεί με το κάθε όνομα. Αλλιώς ενεργεί ως Χριστός, αλλιώς ως Ιησούς κι ως Ναζωραίος.

Καθώς συνεχίζουμε τον προβληματισμό με τις λέξεις, καταλήγουμε σε μεγαλύτερα αδιέξοδα, γιατί δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τη σημασία των αριθμών. Μέσα στο Ευαγγέλιο υπάρχουν επίσης αριθμοί, που κι αυτοί προβληματίζουν. Το “πνεύμα το ακάθαρτον” βρίσκει στην επιστροφή του άλλα επτά. Στις παραβολές χρησιμοποιεί επίσης αριθμούς. 40 ημέρες έμεινε στην έρημο για ν’ αντιμετωπίσει τους πειρασμούς. 8 ημέρες πέρασαν για να δει ο Θωμάς τις πληγές του. Πάμπολλα τέτοια παραδείγματα υπάρχουν μέσα στο Ευαγγέλιο κι ακόμα περισσότερα στην Αποκάλυψη, στην οποία οι αριθμοί είναι μεγαλύτεροι πρωταγωνιστές από τις λέξεις.

Η σημασία των αριθμών απασχόλησε από πολύ νωρίς τους φιλοσόφους κι ορισμένοι απ’ αυτούς, όπως ο Πυθαγόρας, πίστευαν ότι μέσα σ’ αυτούς και τις σχέσεις τους, κρυβόταν η ουσία των όντων και η δομή του κόσμου. Επίσης ξεχώριζαν και τους αριθμούς μεταξύ τους, από τις ιδιότητες που παρουσίαζαν, μέσα στα πλαίσια της δεκάδας. Για τον Πυθαγόρα και τους μαθητές του, το 7 είναι ο αειπάρθενος αριθμός κι αυτό, γιατί περιλαμβάνει τους δύο τέλειους αριθμούς 3 και 4 και μέσα στα πλαίσια της δεκάδας ούτε πολλαπλασιάζεται ούτε διαιρείται. Αναφερόμαστε στον αριθμό 7, γιατί ειδικά στην Αποκάλυψη, είναι ο κυριότερος αριθμός. Είναι επίσης ο αριθμός που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον και σ’ άλλες θρησκείες. Όταν ο Σόλωνας είχε επισκεφτεί την Αίγυπτο, οι ιερείς που συνάντησε του δημιούργησαν ένα τεράστιο ερωτηματικό. Ισχυρίστηκαν ότι αυτός κι οι υπόλοιποι Έλληνες γνωρίζουν ελάχιστα για τη γλώσσα τους και τη σημασία της. Αυτά τα είπαν σ’ έναν από τους καλύτερους χειριστές της ελληνικής γλώσσας. Αυτό που πραγματικά εννοούσαν, ήταν η σχέση, που αποκαλύπτεται στην Καινή Διαθήκη μεταξύ γραμμάτων κι αριθμών. Όταν δηλαδή μία λέξη περάσει στο χώρο των αριθμών, αποκαλύπτει μία άλλη ταυτότητα, απ’ αυτή που περιγράφει με τα γράμματα. Έτσι η λέξη “αμαρτία”, που όλοι νομίζουμε ότι γνωρίζουμε τη σημασία της, μπορεί να είναι κάτι διαφορετικό, που με τη χρήση του αριθμού αποκαλύπτεται.

Όταν ξεκινήσαμε την υπόθεση για τους αριθμούς, δεχτήκαμε ότι κάθε αριθμός είναι κι ένα βήμα, που πρέπει να γίνει. Κάθε βήμα έχει και μία ιδιαίτερη σημασία. Θα χαρακτηρίζεται απ’ ορισμένα στοιχεία κι όπως οι αριθμοί έχουν σειρά μεταξύ τους, έτσι και τα βήματα αυτά, θα έχουν μία σειρά. Επίσης θα είναι αλληλοεξαρτώμενα και θα υπηρετούν όλα μαζί μία στρατηγική. Αλληλο­εξαρτώμενα θα είναι, για να μην έχουμε το φαινόμενο της επανάληψης. Αυτό σημαίνει ότι το κέρδος ή η κατάκτηση, που επιτεύχθηκε στο προηγούμενο βήμα, πηγαίνει απευθείας στο επόμενο. Η στρατηγική έχει σχέση, με το σύνολο των όσων πρέπει να γίνουν στο χώρο και στο χρόνο, για να επιτύχουμε το ζητούμενο. Απ’ αυτό συμπεραίνουμε —κι αυτό θα είναι το αρχικό μας δεδομένο— ότι γύρω μας συμβαίνουν διάφορα πράγματα, των οποίων την ουσία εμείς αγνοούμε, αλλά κι αν ακόμα τα κατανοούσαμε, δε θα μπορούσαμε να τ’ αποτρέψουμε. Αυτό δεν είναι αυθαίρετο, αλλά προέρχεται από το Λόγο του Χριστού, που μας βεβαιώνει ότι δε θ’ αλλάξει τίποτε, ούτε το παραμικρό, ώσπου να γίνουν αυτά που πρέπει να γίνουν. Στην Αποκάλυψη επίσης γράφει για ένα Μυστικό Σχέδιο του Θεού, που βρίσκεται σ’ εφαρμογή.

Επομένως, δική μας δουλειά είναι πρώτα να βρούμε το ζητούμενο και μετά να ξεχωρίσουμε τα όσα έγιναν, με μία σειρά προτεραιότητας, όσον αφορά τη σπουδαιότητά τους και να προσπαθήσουμε να βρούμε πού ακριβώς εξυπηρετούν αυτήν τη στρατηγική. Αυτά τα γεγονότα πρέπει να τα συνδέσουμε μεταξύ τους σε μία αλυσίδα, ώστε να δούμε, αν πράγματι έγιναν με τη σειρά που έπρεπε να γίνουν, γεγονός που θ’ αποδεικνύει τη θεϊκή ευφυΐα και την προσφορά του Θεού προς τον άνθρωπο. Αν αυτά τα γεγονότα συνέβησαν τυχαία, τότε το βέβαιο είναι ότι δε θα συνδέονται κι οποιαδήποτε συσχέτιση μεταξύ τους, θα ήταν δική μας αυθαιρεσία. Μ’ αυτόν τον τρόπο προσδιορίζουμε ένα επίπεδο, πάνω στο οποίο θα κινούμαστε. Έχουμε τα δεδομένα από την ιστορία του ανθρώπου και προσπαθούμε να βρούμε πού θα καταλήξουμε, υπηρετώντας —εν γνώση ή εν αγνοία μας— κάποια σχέδια που κι αυτά υπηρετούν τη θεϊκή επιθυμία. Ένας έμπειρος λύτης προβλημάτων θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι αυτά και μόνο φτάνουν. Έχουμε τα δεδομένα, έχουμε ακριβώς τη χρονολογική τους σειρά, ώστε να ξέρουμε τη διαδοχή τους και μπορούμε να μελετήσουμε τις συνέπειές τους, που θα μας βοηθήσουν να κάνουμε με κάποια ασφάλεια προβλέψεις και για το δικό μας μέλλον, αν όχι ν’ αποκαλύψουμε το Σχέδιο στην ολότητά του.

Όλα αυτά είναι σωστά, όταν το πρόβλημα είναι δημιούργημα ανθρώπινο.. όμως εδώ έχουμε θεϊκή επέμβαση. Πώς είναι δυνατό ν’ αποκαλύψουμε κάτι κρυμμένο από τον Ίδιο το Θεό, όταν αυτό δεν είναι επιθυμητό από τον Ίδιο; Πώς είναι δυνατό να μπορέσουμε να ξεχωρίσουμε μέσα στο λαβύρινθο της ιστορίας με τα δισεκατομμύρια των όσων έχουν γίνει αυτά που πραγματικά έγιναν από τον Ίδιο το Θεό κι υπηρετούν το Σχέδιό Του; Η παγκόσμια σημερινή κατάσταση της έντασης και της ανασφάλειας, το εκπληκτικά υψηλό επίπεδο της τεχνολογίας, που έχει αναπτυχθεί, καθώς και η κόπωση της ανθρωπότητας στο να υποβάλλεται σε θυσίες, δείχνουν ότι οι συνθήκες πραγματικά ωρίμασαν. Από το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα, η μόνη διέξοδος είναι να βρεθεί μία μόνιμη κι αποδεκτή λύση για όλους. Η λύση αυτή θ’ αφορά και θα στρέφεται αποκλειστικά γύρω από τον άνθρωπο. Λύση που θα έχει να κάνει με έθνη, κράτη και φυλές είναι σ’ αυτό το σημείο αδύνατη κι αυτό, γιατί οι επί μονίμου βάσεως κατα­πιεσμένοι σ’ αυτόν τον κόσμο έχουν —κι αυτό είναι το σωστό— τα μέσα να καταστρέψουν τον κόσμο ολόκληρο. Με τα λόγια: “αυτό είναι το σωστό”, ο αναγνώστης πρέπει να καταλάβει ότι μία παγκόσμια κοινωνία, που στηρίζεται αποκλειστικά στη συστηματική αδικία κι εκμετάλλευση, είναι προτιμότερο να μην υπάρχει.

Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι θα πρέπει να σταυρώσουμε τα χέρια και να περιμένουμε το τέλος. Όποιος πιστεύει στο Θεό, έχει και τη βεβαιότητα ότι από Εκείνον θα προέλθει και η λύση. Μία λύση όμως που προέρχεται από το Θεό ξεχωρίζει από τις άλλες, γιατί πραγματικά βοηθά τον άνθρωπο. Δε βοηθά ούτε τις δομές ούτε τα συστήματα, αλλά τον άνθρωπο, που γεννιέται ως Θεός “κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν” και δίνεται σ’ αυτόν η ζωή ως δώρο, για να την απολαύσει και όχι σαν χρόνος που θα τον περάσει στο μεγάλο θυσιαστήριο, υπηρετώντας ό,τι του υποδεικνύουν αυτοί, που ευνοούνται από τη δουλεία. Οι άνθρωποι σ’ αυτήν τη λύση πρέπει πραγματικά να είναι ίσοι και να έχουν τη δυνατότητα να γευθούν ό,τι νομίζουν αυτοί ότι πρέπει να γευθούν και όχι ό,τι περισσεύει. Ο πλούτος της ανθρωπότητας πρέπει να είναι σε κάθε στιγμή διαθέσιμος να τον απολαύσει ο καθένας από εμάς.. είτε αυτός ο πλούτος είναι πνευματικός είτε υλικός. Αυτό δεν πρέπει να σημαίνει ότι είναι αναγκαίο ν’ αρχίσουμε να παίρνουμε απ’ αυτούς που τον έχουν —προφανώς χωρίς τη θέλησή τους— και να τον μοιράζουμε στον κόσμο. Θα πρέπει απλά να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, κάτω από τις οποίες η εργασία του ανθρώπου, ανεξάρτητα από το ποιόν της, θ’ αποφέρει στον άνθρωπο τους καρπούς που αυτός επιθυμεί. Δεν υπάρχει λύση για τον άνθρωπο με την οποία η εργασία να καταργείται. Πρέπει απλά η κάθε εργασία, από την πιο σημαντική μέχρι και την πιο ασήμαντη, να εκτιμηθεί μ’ ένα διαφορετικό τρόπο. Εφόσον μία πράξη από τα δεδομένα αποτελεί εργασία, σημαίνει ότι καλύπτει ορισμένες ανάγκες. Η κάλυψη των αναγκών και η απαραίτητη ανθρώπινη παρουσία δίνουν αξία στην εργασία και όχι η οποιαδήποτε ιδιαιτερότητά της.

Όλα αυτά που προαναφέρθηκαν και δεν αποτελούν ανάλυση σε βάθος, αναφέρθηκαν μόνο για να δείξουν τα σημερινά αδιέξοδα. Προηγμένες κοινωνίες με δυνατές οικονομίες και τεράστια πεδία δραστηριοτήτων, έχουν αυτήν τη στιγμή κοινωνικά προβλήματα, των οποίων μία ενδεχόμενη έκρηξη απειλεί ολόκληρο τον κόσμο κι εμείς μιλάμε για μία λύση, που θα ικανοποιεί τον άνθρωπο σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, ανεξάρτητα από χρώμα και θρησκεία; Θα ήταν προϊόν πολύ μεγάλης φαντασίας κι αν μόνον το υποθέταμε. Αλλά εδώ δεν μιλάμε γι’ ανθρώπινες λύσεις, εδώ μιλάμε για το Θεό. Αυτό που φαίνεται αδύνατο για τον άνθρωπο, είναι δυνατό για το Θεό. Έτσι πρέπει ν’ αφήσουμε όλες τις γνωστές ανθρώπινες μεθόδους πάνω στην επίλυση προβλημάτων και ν’ αναζητήσουμε τη λύση στο Θεό. Για να ζητήσουμε όμως κάτι από το Θεό, πρέπει να έχουμε και μία επαφή. Αυτή η επαφή μεταξύ ανθρώπου και Θεού, γίνεται μέσω του Ευαγγελίου. Ο Ίδιος ο Χριστός μας βεβαιώνει ότι, αν ζητήσουμε, θα μας δοθεί κι αυτό πρέπει να κάνουμε.

Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να συγκεντρώσουμε απόλυτα τη σκέψη μας, για να βρούμε αυτό που θέλουμε. Βασική αρχή για έναν άνθρωπο που ζητάει, είναι να ξέρει αρχικά τι είναι αυτό που έχει ανάγκη. Δεν μπορεί δηλαδή να ζητά κάποιος έτσι, γενικά κι αόριστα κι ό,τι προκύψει. Πρέπει να κατανοήσει πρώτα τα προβλήματά του, να βρει τα αίτια κι όταν αυτό στο οποίο καταλήξει γίνει συγκεκριμένο, τότε και μόνο θα του δοθεί.
Εδώ πρέπει να ξεχωρίσουμε δύο επίπεδα: το πρώτο επίπεδο είναι να ζητά κάποιος για τον εαυτό του και το μικρό του περιβάλλον και το δεύτερο επίπεδο είναι να ζητά για την ανθρωπότητα στο σύνολό της. Είναι γνωστό στο Θεό ότι ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά έχει ανάγκες, και το Ευαγγέλιο είναι πηγή χαράς, που ξεδιψά τον καθένα μας. Το πρώτο επίπεδο καλύπτεται από τη στιγμή που εμφανίστηκε ο Υιός και παρέδωσε τη γνώση Του. Όμως το δεύτερο επίπεδο προκύπτει μόνον, όταν ωριμάσουν οι συνθήκες που αναφέραμε στην αρχή. Εφόσον υπάρχει Μυστικό Σχέδιο είναι αδύνατο να δοθεί οτιδήποτε, γιατί είναι αδύνατο να βρεθεί άνθρωπος να ζητήσει. Η ιδιαιτερότητα σ’ αυτό το σημείο βρίσκεται όχι στο ότι δεν δίνει ο Θεός, αλλά στο ότι δεν υπάρχει άνθρωπος με δυνατότητα να ζητήσει. Η ανθρωπότητα αυτήν τη στιγμή ζει σε μία δυσάρεστη κατάσταση, γιατί πρέπει κάπου να οδηγηθεί. Η κατάσταση αυτή θυμίζει καταδίκη.

Επιστρέφουμε πάλι στο Ευαγγέλιο και συγκεκριμένα στο χωρίο (Ιωάν. 3.19), όπου ο Χριστός μας εξηγεί τι σημαίνει κρίσις ή καταδίκη. Τα λόγια Του είναι: "αύτη δε εστίν η κρίσις, ότι το φως ελήλυθεν εις τον κόσμον, και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φως.. ην γαρ πονηρά αυτών τα έργα." (Η καταδίκη συνίσταται εις τούτο: ότι τό φώς έχει έλθει εις τόν κόσμον αλλ' οι άνθρωποι αγάπησαν μάλλον τό σκοτάδι παρά τό φώς, επειδή τά έργα τους ήσαν πονηρά.). Το φως ήρθε κι αυτό το λέει ο Ίδιος ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, ο Μονογενής. Το μόνο φως όμως, απευθείας από το Θεό στον άνθρωπο, είναι ο Λόγος του Χριστού. Επομένως το Φως πρέπει να είναι η λύση κι αυτήν πρέπει ν’ αναζητήσουμε απευθείας και όχι να προσπαθήσουμε να τη βρούμε μέσω των απείρων δεδομένων, χρησίμων κι αχρήστων.

Το Φως υπήρχε όλους αυτούς τους αιώνες και φώτισε πολλούς από τους ανθρώπους στο πρώτο επίπεδο που αναφέραμε, το προσωπικό. Αυτό που μας ενδιαφέρει όμως είναι το δεύτερο επίπεδο, το γενικό. Όταν ο Χριστός αναφέρεται σ’ αυτό, μας πληροφορεί ότι υπάρχει άνω και κάτω κόσμος και ότι θα έρθει η στιγμή της γενικής ανάστασης, που θα μας οδηγήσει όλους στον άνω κόσμο.. για να γίνουν όμως αυτά, πρέπει να γεννηθεί ο Υιός του Ανθρώπου. Το τελευταίο είναι η απαραίτητη προϋπόθεση.. μέχρι να συμβεί αυτό, δεν πρόκειται ν’ αλλάξει ούτε ένα “Ιώτα” ούτε μία στιγμή, γιατί απαιτείται ο απαραίτητος χρόνος της ωρίμανσης που αναφέραμε πριν, για να φτάσουμε στο δεύτερο επίπεδο. Αυτόματα συμπεραίνουμε ότι αυτός, που θα ζητήσει από το Θεό για όλους τους ανθρώπους, είναι αυτός που ο Χριστός ονομάζει “Υιός του Ανθρώπου”.

Όπως ο Χριστός ορίζει το επίπεδο, πάνω στο οποίο κινείται, με τη φράση: (Ιωάν. 8.28-8.29) "και απ' εμαυτού ποιώ ουδέν, αλλά καθώς εδίδαξέ με ο πατήρ μου," (καί ότι δέν κάνω τίποτε από τόν εαυτόν μου αλλά καθώς ο Πατέρας μου μέ εδίδαξε,), έτσι ορίζει και το επίπεδο, πάνω στο οποίο θα κινείται κι ο Υιός του Ανθρώπου: (Ιωάν. 14.25-14.26) "ο δε παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιον ό πέμψει ο πατήρ εν τω ονόματί μου, εκείνος υμάς διδάξει πάντα και υπομνήσει υμάς πάντα α είπον υμίν." (άλλ' ο Παράκλητος, τό Πνεύμα τό Αγιον, τό οποίον θά στείλη ο Πατέρας εις τό όνομά μου, εκείνος θά σάς διδάξει όλα καί θά σάς υπενθυμίσει όλα όσα σάς είπα.). Αυτές οι δύο φράσεις ειπώθηκαν από το Χριστό, όσον αφορά το ρόλο που διαδραματίζει. Η πρώτη στην οποία μιλά για τον Εαυτό Του, δηλώνει ότι δεν κάνει τίποτε από τον Εαυτό Του, αλλά πράττει ό,τι επιθυμεί ο Θεός Πατέρας Του. Μέχρι εδώ δε συμβαίνει τίποτε περίεργο.. έχοντας προ­σδιορίσει τις σχέσεις Πατέρα και Υιού, είναι εντελώς φυσικό να εκτελεί τις επιθυμίες Του. Το αφύσικο είναι πότε θα μάθει ο άνθρωπος ότι συμβαίνουν όλα αυτά.. (Ιωάν. 8.28) "όταν υψώσητε τόν Υιόν τού ανθρώπου, τότε γνώσεσθε ότι εγώ ειμί," (Όταν θα υψώσετε τόν Υιόν του ανθρώπου, τότε θά γνωρίσετε ότι εγώ είμαι). Εφόσον δεχόμαστε το Χριστό, δεχόμαστε και το Λόγο Του κι αυτό σημαίνει ότι όλα θα γίνουν όπως λέει, όταν και μόνον όταν υψωθεί ο Υιός του Ανθρώπου.

Όλα αυτά επιβεβαιώνουν την αρχική υπόθεση για το θεϊκό Μυστικό Σχέδιο, στο οποίο πρωταγωνιστής είναι ο Υιός του Θεού, αλλά η αποκάλυψη θα γίνει από το Άγιο Πνεύμα. Η Σαμαρείτιδα αναφέρει για το Μεσσία ότι Αυτός θα είναι, που θ’ αποκαλύψει τα πάντα κι αυτό ο Χριστός το δέχεται. Τι συμβαίνει τότε; Πολύ απλά ο Μεσσίας = 45, και το Άγιον Πνεύμα = 45, ταυτίζονται. Το Άγιο Πνεύμα, δηλαδή ο Μεσσίας, θα σταλεί από τον Πατέρα στ’ όνομα του Χριστού και όχι μόνο θα τ’ αποκαλύψει όλα, αλλά θα υπενθυμίσει και τα όσα είπε ο Χριστός. Αυτό το τελευταίο μας δείχνει τη βεβαιότητα του Χριστού ότι σ’ εκείνον το χρόνο, ο άνθρωπος θα έχει ανάγκη την υπενθύμιση. Κάνει λάθος; Θα επανέλθουμε στα παραπάνω αργότερα. Αυτό που κάνει η ανθρωπότητα τώρα, είναι να περιμένει να γεννηθεί ο Υιός του Ανθρώπου, να συμπληρωθούν εννέα μήνες ή εννέα βήματα. Όταν όμως γεννηθεί Αυτός, θα “παρασύρει” όλη την ανθρωπότητα στη Θέωση. Αυτό σημαίνει ότι τα εννέα βήματα θα τα βαδίσει η ανθρωπότητα και η ωρίμανσή της θα είναι αυτή, που θα οδηγήσει στη γέννηση του Υιού του Ανθρώπου.

Βήματα της ανθρωπότητας μπορούν να χαρακτηριστούν μόνον οι μεγάλοι πολιτισμοί και όχι τα σημαντικά γεγονότα που τους χαρακτηρίζουν. Αυτό σημαίνει ότι, αν ο Δυτικός πολιτισμός μελετηθεί στο σύνολό του, θα είναι ένα βήμα και δε θα ληφθούν ως σημαντικά τα γεγονότα, που τον χαρακτηρίζουν. Ο κάθε πολιτισμός που δημιουργήθηκε από τον άνθρωπο με τη βοήθεια του Θεού, χαρακτηρίζεται από έναν αριθμό κι έχει ορισμένα χαρακτηριστικά. Το κοινωνικό μοντέλο τού κάθε πολιτισμού έχει την ιδιότητα να προσφέρει διαφορετικά προϊόντα από τους υπόλοιπους. Τα προϊόντα των πολιτισμών κινούνται πάντα ανάμεσα σε δύο άκρα: το ένα είναι η τεχνική ανάπτυξη κι οι εφαρμογές, που απαιτούν άμετρες θυσίες και το άλλο άκρο είναι η ανάπτυξη του ανθρώπου ως ατόμου και η υποταγή της γνώσης και των τεχνικών επιτευγμάτων σ’ αυτόν, μ’ αποκλειστικό στόχο τη βελτίωση της προσωπικής του ζωής. Οι μεγάλοι πολιτισμοί του ανθρώπου κινούνται αποκλειστικά ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο άκρα και με κατεύθυνση πάντα από το πρώτο στο δεύτερο. Για να κλείσει τον κύκλο του ένας πολιτισμός, πρέπει το σύνολο των ανθρώπων να κυριαρχήσει στη φύση και το κέρδος να μοιραστεί στους ανθρώπους που τον συνθέτουν. Ο κάθε πολιτισμός που εμφανίστηκε πάνω στη Γη, προσέγγισε από διαφορετική απόσταση —απ’ ότι οι άλλοι πολιτισμοί— το άκρο, που βοηθά τον άνθρωπο. Όλοι όμως ξεκινούν κάτω από την προϋπόθεση ότι το σύνολο των ανθρώπων, που τους αποτελούν, θα πειθαρχήσουν και θα υπηρετήσουν το σύστημα, ώσπου να υλοποιηθούν κάποιοι μεγάλοι στόχοι, που είναι τη δεδομένη στιγμή ορατοί. Άρα η κοινή αρχή είναι ο εξαναγκασμός των ανθρώπων να υπηρετήσουν κάποιους στόχους, ανεξάρτητα από την προσωπική τους βούληση κι επιλογή.

Θα έλεγε κάποιος ότι αυτό είναι και το πρώτο σημαντικό βήμα.. το βήμα νούμερο 1 από τα 9 συνολικά. Δεν είναι όμως έτσι. Αυτό συμβαίνει γιατί όλοι οι πολιτισμοί κι όλες οι θρησκείες μιλούν για το χαμένο Παράδεισο, που είναι μία μορφή κοινωνίας η οποία υπήρξε και μέσα σ’ αυτήν έζησε πρώτα ο άνθρωπος.. εκεί γνώρισε ο άνθρωπος τα πάντα: το Θεό, το διάβολο, τη Θέωση και την καταδίκη. Αυτό ήταν και το πρώτο βήμα της ανθρωπότητας. Ο Παράδεισος αυτός, βέβαια, δε χαρακτηριζόταν από τα τεχνολογικά του επιτεύγματα, αλλά είχε ένα χαρακτηριστικό πολύ βασικό, την Ελευθερία = 45. Ο καθένας ήταν ο Μεσσίας = 45 του εαυτού του. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος μπορεί να ήταν γυμνός, μπορεί να ήταν απροστάτευτος, αλλά ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος ο ίδιος για τον εαυτό του. Ήταν ελεύθερος να ζει όπου θέλει, μ’ όποιους θέλει και να κάνει ό,τι θέλει.

Όταν μιλάμε σήμερα για ελευθερία και δυνατότητα να κάνει κάποιος ό,τι θέλει, μιλάμε αποκλειστικά γι’ αυθαιρεσία, για εκμετάλλευση και κλοπή. Αυτό συμβαίνει, γιατί ο άνθρωπος τώρα είναι γαλουχημένος κι ανεπτυγμένος μέσα σε μία κοινωνία, στην οποία η επίτευξη των παραπάνω θεωρείται προσόν κι εξυπνάδα. Τα πράγματα όμως δεν ήταν έτσι.. τότε επικρατούσε αυτό που ο Χριστός ονομάζει “χρυσός κανών”. Όλοι οι νόμοι περικλείονται σ’ αυτόν τον κανόνα. Ο άνθρωπος δεν κάνει στο συνάνθρωπό του τίποτε απ’ αυτά που, αν τα έκαναν άλλοι σ’ αυτόν, θα τον ενοχλούσαν. Φέρεται με τέτοιον τρόπο, ώστε αν του ανταποδοθεί, θα τον ευχαριστήσει. Ο άνθρωπος ζούσε κοντά στη φύση και διδασκόταν απ’ αυτή. Ακόμα και τα θηρία της ζούγκλας δε σκοτώνονται μεταξύ τους.