Ενώ το μελάνι δεν έχει ακόμη στεγνώσει στη συμφωνία στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με την Πορτογαλία, αυξάνονται οι ενδείξεις αποτυχίας των αντίστοιχων πακέτων που υπέγραψαν έναν χρόνο νωρίτερα η Ελλάδα και η Ιρλανδία.
Αντί να βελτιωθεί η πρόσβασή τους στις αγορές, οι δύο αυτές χώρες βρίσκονται πλέον αντιμέτωπες με κόστος δανεισμού σε επίπεδα-ρεκόρ. Και η Πορτογαλία, παρά τα δρακόντεια μέτρα που παίρνει με το δικό της πακέτο, είναι σχεδόν βέβαιο πως θα έχει την… ίδια μοίρα.
Η Ε.Ε. θα προσπαθήσει να ξεφύγει με ήπιες αναδιαρθρώσεις, που θα περιλαμβάνουν συνδυασμό επιμηκύνσεων στον χρόνο λήξης των δανείων και χαμηλότερα επιτόκια.
Όλα αυτά, όμως, δεν θα πετύχουν και από το 2013 δεν θα υπάρχει βιώσιμη εναλλακτική στις σκληρές αναδιαρθρώσεις, οι οποίες θα περιλαμβάνουν διαγραφή των χρεών της τάξεως του 50%, αν όχι παραπάνω. Δυστυχώς, τουλάχιστον για την Ελλάδα και την Πορτογαλία, ακόμα και αυτό δεν εγγυάται ότι οι χώρες θα παραμείνουν στη ζώνη του ευρώ.
Ύστερα από όλα αυτά, οι τόκοι για τα εκκρεμή χρέη των χωρών που βρίσκονται στο επίκεντρο της κρίσης αντιστοιχούν σε ένα σχετικά μικρό ποσοστό των ελλειμμάτων στους προϋπολογισμούς. Η μείωση του κόστους εξυπηρέτησης των εκκρεμών χρεών κατά 50% – 60% θα καθιστούσε τη δημοσιονομική τους θέση πιο διατηρήσιμη. Οι εν λόγω χώρες, όμως, θα συνεχίσουν να έχουν σημαντικό πρόβλημα πρόσβασης με λογικούς όρους στις αγορές, μέχρις ότου διαφανεί η επιστροφή τους στην οικονομική ανάπτυξη. Από τις τρεις οικονομίες της περιφέρειας, μόνο η Ιρλανδία έχει τη δυνατότητα να πείσει τους επενδυτές της για τη φερεγγυότητά της.
Ας υποθέσουμε ότι οι πιστωτές προχωρήσουν στη διαγραφή του 50% των χρεών της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας και του 60% του ελληνικού χρέους το 2013. Σε αυτήν την περίπτωση και οι τρεις χώρες θα παρουσιάζουν διαχειρίσιμο δημόσιο χρέος της τάξεως του 60% – 65% του ΑΕΠ. Θα έχουν όμως ακόμα τεράστια ελλείμματα στους προϋπολογισμούς, τα οποία θα απαιτούν συνεχιζόμενη δημοσιονομική λιτότητα. Όσον αφορά στην Ιρλανδία, οι επενδυτές πιθανότατα θα υπολογίσουν ότι η οικονομία της είναι αρκετά ισχυρή ώστε να αντιμετωπίσει τη λιτότητα. Η χώρα καταγράφει πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών – κατά συνέπεια το εξωτερικό ισοζύγιο δεν αποτελεί βαρίδι για την οικονομία και η κυβέρνηση θα έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει το εγχώριο έλλειμμα του προϋπολογισμού, με την προϋπόθεση μιας αξιοπρεπούς οικονομικής ανάπτυξης. Κατά συνέπεια, η Ιρλανδία θα μπορούσε να ανακτήσει την πρόσβασή της στις αγορές σχετικά γρήγορα.
Η εικόνα, όμως, δεν είναι εξίσου ρόδινη για την Ελλάδα και την Πορτογαλία. Οι επενδυτές θα είναι δύσπιστοι ως προς την ικανότητα των δύο χωρών να αντιμετωπίσουν τις δημοσιονομικές περικοπές που απαιτούνται για να μειωθεί το πολύ μεγάλο έλλειμμα του προϋπολογισμού. Και στις δύο χώρες το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών παραμένει πολύ μεγάλο, παρά τη μικρή μείωση που καταγράφηκε, γεγονός που περιορίζει τη ζήτηση και αφήνει τις δύο οικονομίες εξαρτημένες στον εξωτερικό δανεισμό για να καλύψουν τη διαφορά ανάμεσα στις δαπάνες και στα έσοδα.
Εν αντιθέσει με την Ιρλανδία, η Ελλάδα και η Πορτογαλία θα δυσκολευτούν σημαντικά να πυροδοτήσουν την ενίσχυση των εξαγωγών που απαιτείται για να αντισταθμίσουν τον αντίκτυπο από τη συνεχιζόμενη λιτότητα. Οι εξαγωγές αντιστοιχούν μόνο στο ένα τέταρτο του ΑΕΠ της Ελλάδας και μόλις στο ένα τρίτο του πορτογαλικού ΑΕΠ -ενώ στην Ιρλανδία αντιστοιχούν στο 100%- και παράλληλα οι δύο χώρες έχουν ελάχιστες εμπορικές σχέσεις με οικονομίες εκτός της Ε.Ε. Σημειωτέον πως και οι δύο έχουν υποστεί σημαντική μείωση της ανταγωνιστικότητάς τους εντός της ευρωζώνης.
Είναι βέβαιο πως οι επενδυτές θα συνεχίσουν να στερούν την πρόσβαση στις αγορές από την Ελλάδα και την Πορτογαλία, υπολογίζοντας (ορθά) πως δεν μπορούν να στηρίζονται στο ότι θα υπάρξει δεύτερο πακέτο στήριξης.
Τι θα γίνει λοιπόν; Είναι μάλλον απίθανο να υπάρξει νέα στήριξη υπό τη μορφή δανείου από την ευρωζώνη. Όλοι θα αναγνωρίσουν ότι η συσσώρευση περισσότερου χρέους σε επίπεδα που ήδη είναι μη διατηρήσιμα δεν έχει νόημα. Έτσι θα μείνουν δύο εναλλακτικές: οι δημοσιονομικές μεταβιβάσεις (η δημοσιονομική ενοποίηση που όλοι φοβούνται) ή η έξοδος των εν λόγω χωρών από τη νομισματική ένωση. Βεβαίως, δεν μπορεί να αποκλείσει κανείς το πρώτο ενδεχόμενο. Από πολιτική άποψη, όμως, είναι ιδιαίτερα δύσκολο.
Θα μπορούσε λοιπόν να υπάρξει διαπραγμάτευση για την έξοδο των εν λόγω χωρών από τη νομισματική ένωση; Κάτι τέτοιο απαιτεί κινήσεις σε πολλά μέτωπα, συμπεριλαμβανομένων της έκτακτης στήριξης των τραπεζών στις χώρες αυτές και των προσωρινών κεφαλαιουχικών ελέγχων. Τα χρέη των χωρών που βγαίνουν από την ΟΝΕ πρέπει να μετατραπούν στο νέο -και μαζικά υποτιμημένο- νόμισμα που θα έχουν, επιβάλλοντας επιπλέον haircut για τους ξένους ομολογιούχους των κρατικών αυτών τίτλων.
Είναι αδύνατον να διατυπώσει κανείς ποσοστό πιθανοτήτων σε αυτό το σενάριο. Δεδομένων των εμποδίων που υπάρχουν, όμως, στην πιθανότητα της δημοσιονομικής ενοποίησης οικονομιών της ευρωζώνης, θα ήταν μάλλον σοφό να μην το αποκλείσει κανείς”.
http://logioshermes.blogspot.com/2011/05/financial-times_15.html Φιλε μου ο σημερινός εχθρός σου είναι η παραπληροφόρηση των μεγάλων καναλιών. Αν είδες κάτι που σε άγγιξε , κάτι που το θεωρείς σωστό, ΜΟΙΡΆΣΟΥ ΤΟ ΤΩΡΑ με ανθρώπους που πιστεύεις οτι θα το αξιολογήσουν και θα επωφεληθούν απο αυτό! Μην μένεις απαθής. Πρώτα θα νικήσουμε την ύπνωση και μετά ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ τα υπόλοιπα.
Social Plugin