Σάββας Καλεντερίδης
Επειδή ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλά για τις εθελούσιες αποστρατείες της κορυφής της ηγεσίας των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΤΕΔ), μέχρι που σήμανε και ένας ακατανόητος συναγερμός στις αρμόδιες υπηρεσίες και τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας μας, θα κάνουμε μια αναδρομή στις εξελίξεις που οδήγησαν στην κρίση της 29ης Ιουλίου.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Οι εισαγγελείς στην Τουρκία, έχοντας το απαραίτητο αποδεικτικό υλικό από την τουρκική Αστυνομία, που ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από την κυβέρνηση Ερντογάν, άρχισαν να στρέφονται για πρώτη φορά εναντίον των Τούρκων αξιωματικών με αφορμή τη δράση της ένοπλης παραστρατιωτικής τρομοκρατικής οργάνωσης ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ, που άρχισε να αποκαλύπτεται στα μέσα του 2008. Για την υπόθεση εκείνη είχαν προφυλακιστεί τότε απόστρατοι ανώτατοι αξιωματικοί, ανάμεσα στους οποίους ο πρώην Γενικός Διοικητής της Στρατοχωροφυλακής.
Στη συνέχεια, τον Ιούλιο του 2009, συνελήφθη για πρώτη φορά ένα πρόσωπο που σχετίζεται με τις αποστρατείες της 29ης Ιουλίου 2011. Ήταν ο συνταγματάρχης Ντουρσούν Τσιτσέκ, που ως διευθυντής της Διεύθυνσης Υποστήριξης Πληροφοριών του ΓΕΕΘΑ είχε υπογράψει ένα παράρτημα του «Σχεδίου Καταπολέμησης της Ισλαμικής Απειλής», που στρεφόταν ευθέως εναντίον του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ και της ισλαμικής σέχτας του Γκιουλέν. Το έγγραφο αυτό έπεσε στα χέρια των ανακριτικών αρχών και αποτελεί καυτό αποδεικτικό στοιχείο.
Το Φεβρουάριο του 2011 έγιναν μαζικές συλλήψεις και προφυλακίσεις αξιωματικών για την υπόθεση του Σχεδίου Βαριοπούλα, με το οποίο σχεδίαζαν οι αξιωματικοί να ανατρέψουν την κυβέρνηση Ερντογάν. Τότε οδηγήθηκαν στις φυλακές 98 εν ενεργεία αξιωματικοί, ανάμεσα στους οποίους 27 ανώτατοι και 33 συνταγματάρχες, και 36 απόστρατοι, ανάμεσα στους οποίους οι 22 ανώτατοι και οι λοιποί, πλην ενός, συνταγματάρχες. Ένας από τους συλληφθέντες, ο διοικητής της 1ης Στρατιάς, που έχει έδρα την Κωνσταντινούπολη, όπου εξετάστηκε το Σχέδιο Επιχειρήσεων Βαριοπούλα.
Ακολούθησαν και άλλες συλλήψεις εν ενεργεία αξιωματικών για συμμετοχή σε διάφορα σχέδια και πράξεις που είχαν στόχο την κυβέρνηση και το κόμμα ΑΚΡ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα διοίκησης μείζονες σχηματισμοί και σχηματισμοί των ΤΕΔ, των οποίων διοικητές και επιτελείς ήταν προφυλακισμένοι, χωρίς να έχουν πληρωθεί ποτέ οι κενές θέσεις από αντικαταστάτες. Από τη μια πλευρά το ζήτημα της επιχειρησιακής δυσλειτουργίας που προκάλεσαν οι προφυλακίσεις ανωτάτων αξιωματικών και από την άλλη οι διαμαρτυρίες και οι πιέσεις των προφυλακισμένων και των συναδέλφων τους, άρχισαν να δημιουργούν σοβαρό πρόβλημα στην κορυφή της ηγεσίας των ΤΕΔ. Εν τω μεταξύ, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, στρατηγός Ισίκ Κοσανέρ, άρχισε να δέχεται σφοδρές επικρίσεις από τους εν ενεργεία και εν αποστρατεία συναδέλφους του ότι δεν μπορεί να προασπίσει τα συμφέροντα και την ελευθερία των αξιωματικών απέναντι στις -κατ’ αυτούς- αυθαιρεσίες της καθοδηγούμενης από την κυβέρνηση Δικαιοσύνης.
Ενώ το κλίμα στις τάξεις των ΤΕΔ ήταν βαρύ, όπως ήταν βαρύ και στις σχέσεις του στρατού με την κυβέρνηση, το τρίτο δεκαήμερο του Μαΐου του 2011, με τις ασκήσεις Εφές και Ντενίζκουρντου να είναι στην τελευταία φάση τους, ο εισαγγελέας καλεί να καταθέσουν ως ύποπτοι για την υπόθεση Βαριοπούλα εννέα εν ενεργεία αξιωματικοί, από τους οποίους οι 7 ανώτατοι. Ανάμεσα σ’ αυτούς και ο διοικητής των Ακαδημιών Πολέμου, αντιπτέραρχος Μπαλανλί, που ήταν σίγουρος για τη θέση του αρχηγού της Πολεμικής Αεροπορίας. Τότε σημειώθηκε η πρώτη σύγκρουση μεταξύ του αρχηγού ΓΕΕΘΑ και της κυβέρνησης Ερντογάν, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η εκβιαστική απόφαση των στρατηγών να ακυρώσουν την τελευταία φάση των προαναφερθεισών ασκήσεων, πράγμα πρωτοφανές και με διεθνείς διαστάσεις, αφού τις ασκήσεις είχαν κληθεί να παρακολουθήσουν και παρατηρητές από πολλές χώρες του ΝΑΤΟ και όχι μόνον.
Η επόμενη κρίση ήταν περισσότερο από σίγουρο ότι θα ξεσπάσει τα τέλη Ιουλίου, αφού τις πρώτες μέρες του Αυγούστου ήταν οι τακτικές ετήσιες κρίσεις των ΤΕΔ. Ολόκληρο τον Ιούλιο και κυρίως το τρίτο δεκαήμερο, υπήρχαν συχνές συναντήσεις του αρχηγού ΓΕΕΘΑ με τον πρωθυπουργό Ερντογάν και τον υπουργό δικαιοσύνης. Το ΓΕΕΘΑ ζητούσε μετ’ επιτάσεως νομοθετική ρύθμιση, για να επιτραπεί η κρίση και οι προαγωγές των προφυλακισμένων ανωτάτων αξιωματικών. Και αυτό γιατί με βάση τους κανονισμούς και τους υφιστάμενους νόμους, αξιωματικοί εις βάρος των οποίων βρίσκεται σε εξέλιξη προανακριτική ή δικαστική διαδικασία, δεν είναι δυνατόν να κριθούν. Σε αυτό το θέμα, όμως, υπάρχει πράγματι ένα νομικό κενό, γιατί σε εφαρμοστικές διαταγές υπάρχουν αναφορές για αξιωματικούς μέχρι το βαθμό του συνταγματάρχη και όχι για τους ανωτάτους.
Ενώ λοιπόν το ΓΕΕΘΑ ζητούσε από τον Ερντογάν και τον υπουργό δικαιοσύνης να βρεθεί νομική λύση στο θέμα, ο ανακριτής που χειρίζεται την υπόθεση του «Σχεδίου Καταπολέμησης της Ισλαμικής Απειλής», στηριζόμενος στα στοιχεία που έδωσε σε νέα απολογία του ο προφυλακισμένος συνταγματάρχης Ντουρσούν Τσιτσέκ, διέταξε τη σύλληψη 22 αξιωματικών, ανάμεσα στους οποίους ο διοικητής της Στρατιάς Αιγαίου, ο διευθυντής της Διεύθυνσης Πληροφοριών του ΓΕΕΘΑ, ο διοικητής της Ναυτικής Διοίκησης Βόρειας Θαλάσσιας Περιοχής και άλλοι.
Η εξέλιξη αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην απόφαση για εθελούσια αποστρατεία ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, Ισίκ Κοσανέρ. Όσο για την πράξη των τριών άλλων στρατηγών, των αρχηγών του Στρατού Ξηράς, του Πολεμικού Ναυτικού και της Πολεμικής Αεροπορίας, αυτή είχε περισσότερο συμβολική σημασία, αφού, ούτως ή άλλως, ήταν σίγουρη η αποστρατεία τους μετά από λίγες ημέρες.
Με άλλα λόγια, ο Κοσανέρ στην ουσία ζήτησε την εθελούσια αποστρατεία του υπό την πίεση των γεγονότων, αλλά και των εκβιαστικών πιέσεων που δεχόταν από τους προφυλακισμένους ανωτάτους συναδέλφους, από τον κύκλο των οικογενειών τους και από εν ενεργεία και αποστράτους ανωτάτους αξιωματικούς, που βλέπουν το ρόλο του στρατού να μειώνεται και να τίθεται σταδιακά υπό τον έλεγχο των πολιτικών.
Οι εξελίξεις που αναφέρθηκαν στο άρθρο αυτό δημιουργούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων και της δράσης των ΤΕΔ σε καθαρά επιχειρησιακά πλαίσια. Και για να γίνει αυτό, για να λυθεί ριζικά το ζήτημα της ομηρείας των πολιτικών από το στρατό, χρειάζονται νομοθετικές ρυθμίσεις, όπως η υπαγωγή του ΓΕΕΘΑ στο υπουργείο άμυνας και η αλλαγή του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας των ΤΕΔ, που τους δίδει το δικαίωμα να παρεμβαίνουν στα πολιτικά πράγματα, ως εγγυητές του Συντάγματος και των απαράβατων αρχών του Κεμάλ. Και σε περίπτωση που γίνει κάτι τέτοιο, ασφαλώς θα επηρεαστεί και η πορεία της Τουρκίας προς μια δυτικού τύπου δημοκρατία, όσο μπορεί να προσαρμοστεί σε κάτι τέτοιο μια ισλαμική χώρα όπως είναι η γείτων.
Πάντως, άσχετα με την πορεία εκδημοκρατισμού της Τουρκίας, σε ό,τι μας αφορά, εάν περιοριστεί και οριοθετηθεί ο ρόλος του στρατού, ακόμα και στην περίπτωση που η πολιτική της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα παραμείνει η ίδια, θα καταστεί πιο συγκεκριμένο και ίσως πιο εύκολα διαχειρίσιμο το ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Και αυτό γιατί μέχρι τώρα από ελληνικής πλευράς υπήρχε ένας συγκεκριμένος παράγοντας και συνομιλητής, που καθόριζε την πολιτική και τη στάση της Ελλάδος, και αυτός είναι η ελληνική κυβέρνηση, ενώ από την άλλη υπήρχαν περισσότερος του ενός παράγοντες που επηρέαζαν την πολιτική της Τουρκίας στα ελληνοτουρκικά, όπως η κυβέρνηση, το διπλωματικό σώμα, ο στρατός, μηχανισμοί όπως η ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ κλπ, που μπορούσαν εύκολα να προκαλέσουν κρίσεις τύπου Ιμίων, με τα γνωστά αποτελέσματα για τη χώρα μας.
Επειδή ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλά για τις εθελούσιες αποστρατείες της κορυφής της ηγεσίας των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΤΕΔ), μέχρι που σήμανε και ένας ακατανόητος συναγερμός στις αρμόδιες υπηρεσίες και τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας μας, θα κάνουμε μια αναδρομή στις εξελίξεις που οδήγησαν στην κρίση της 29ης Ιουλίου.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Οι εισαγγελείς στην Τουρκία, έχοντας το απαραίτητο αποδεικτικό υλικό από την τουρκική Αστυνομία, που ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από την κυβέρνηση Ερντογάν, άρχισαν να στρέφονται για πρώτη φορά εναντίον των Τούρκων αξιωματικών με αφορμή τη δράση της ένοπλης παραστρατιωτικής τρομοκρατικής οργάνωσης ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ, που άρχισε να αποκαλύπτεται στα μέσα του 2008. Για την υπόθεση εκείνη είχαν προφυλακιστεί τότε απόστρατοι ανώτατοι αξιωματικοί, ανάμεσα στους οποίους ο πρώην Γενικός Διοικητής της Στρατοχωροφυλακής.
Στη συνέχεια, τον Ιούλιο του 2009, συνελήφθη για πρώτη φορά ένα πρόσωπο που σχετίζεται με τις αποστρατείες της 29ης Ιουλίου 2011. Ήταν ο συνταγματάρχης Ντουρσούν Τσιτσέκ, που ως διευθυντής της Διεύθυνσης Υποστήριξης Πληροφοριών του ΓΕΕΘΑ είχε υπογράψει ένα παράρτημα του «Σχεδίου Καταπολέμησης της Ισλαμικής Απειλής», που στρεφόταν ευθέως εναντίον του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ και της ισλαμικής σέχτας του Γκιουλέν. Το έγγραφο αυτό έπεσε στα χέρια των ανακριτικών αρχών και αποτελεί καυτό αποδεικτικό στοιχείο.
Το Φεβρουάριο του 2011 έγιναν μαζικές συλλήψεις και προφυλακίσεις αξιωματικών για την υπόθεση του Σχεδίου Βαριοπούλα, με το οποίο σχεδίαζαν οι αξιωματικοί να ανατρέψουν την κυβέρνηση Ερντογάν. Τότε οδηγήθηκαν στις φυλακές 98 εν ενεργεία αξιωματικοί, ανάμεσα στους οποίους 27 ανώτατοι και 33 συνταγματάρχες, και 36 απόστρατοι, ανάμεσα στους οποίους οι 22 ανώτατοι και οι λοιποί, πλην ενός, συνταγματάρχες. Ένας από τους συλληφθέντες, ο διοικητής της 1ης Στρατιάς, που έχει έδρα την Κωνσταντινούπολη, όπου εξετάστηκε το Σχέδιο Επιχειρήσεων Βαριοπούλα.
Ακολούθησαν και άλλες συλλήψεις εν ενεργεία αξιωματικών για συμμετοχή σε διάφορα σχέδια και πράξεις που είχαν στόχο την κυβέρνηση και το κόμμα ΑΚΡ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα διοίκησης μείζονες σχηματισμοί και σχηματισμοί των ΤΕΔ, των οποίων διοικητές και επιτελείς ήταν προφυλακισμένοι, χωρίς να έχουν πληρωθεί ποτέ οι κενές θέσεις από αντικαταστάτες. Από τη μια πλευρά το ζήτημα της επιχειρησιακής δυσλειτουργίας που προκάλεσαν οι προφυλακίσεις ανωτάτων αξιωματικών και από την άλλη οι διαμαρτυρίες και οι πιέσεις των προφυλακισμένων και των συναδέλφων τους, άρχισαν να δημιουργούν σοβαρό πρόβλημα στην κορυφή της ηγεσίας των ΤΕΔ. Εν τω μεταξύ, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, στρατηγός Ισίκ Κοσανέρ, άρχισε να δέχεται σφοδρές επικρίσεις από τους εν ενεργεία και εν αποστρατεία συναδέλφους του ότι δεν μπορεί να προασπίσει τα συμφέροντα και την ελευθερία των αξιωματικών απέναντι στις -κατ’ αυτούς- αυθαιρεσίες της καθοδηγούμενης από την κυβέρνηση Δικαιοσύνης.
Ενώ το κλίμα στις τάξεις των ΤΕΔ ήταν βαρύ, όπως ήταν βαρύ και στις σχέσεις του στρατού με την κυβέρνηση, το τρίτο δεκαήμερο του Μαΐου του 2011, με τις ασκήσεις Εφές και Ντενίζκουρντου να είναι στην τελευταία φάση τους, ο εισαγγελέας καλεί να καταθέσουν ως ύποπτοι για την υπόθεση Βαριοπούλα εννέα εν ενεργεία αξιωματικοί, από τους οποίους οι 7 ανώτατοι. Ανάμεσα σ’ αυτούς και ο διοικητής των Ακαδημιών Πολέμου, αντιπτέραρχος Μπαλανλί, που ήταν σίγουρος για τη θέση του αρχηγού της Πολεμικής Αεροπορίας. Τότε σημειώθηκε η πρώτη σύγκρουση μεταξύ του αρχηγού ΓΕΕΘΑ και της κυβέρνησης Ερντογάν, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η εκβιαστική απόφαση των στρατηγών να ακυρώσουν την τελευταία φάση των προαναφερθεισών ασκήσεων, πράγμα πρωτοφανές και με διεθνείς διαστάσεις, αφού τις ασκήσεις είχαν κληθεί να παρακολουθήσουν και παρατηρητές από πολλές χώρες του ΝΑΤΟ και όχι μόνον.
Η επόμενη κρίση ήταν περισσότερο από σίγουρο ότι θα ξεσπάσει τα τέλη Ιουλίου, αφού τις πρώτες μέρες του Αυγούστου ήταν οι τακτικές ετήσιες κρίσεις των ΤΕΔ. Ολόκληρο τον Ιούλιο και κυρίως το τρίτο δεκαήμερο, υπήρχαν συχνές συναντήσεις του αρχηγού ΓΕΕΘΑ με τον πρωθυπουργό Ερντογάν και τον υπουργό δικαιοσύνης. Το ΓΕΕΘΑ ζητούσε μετ’ επιτάσεως νομοθετική ρύθμιση, για να επιτραπεί η κρίση και οι προαγωγές των προφυλακισμένων ανωτάτων αξιωματικών. Και αυτό γιατί με βάση τους κανονισμούς και τους υφιστάμενους νόμους, αξιωματικοί εις βάρος των οποίων βρίσκεται σε εξέλιξη προανακριτική ή δικαστική διαδικασία, δεν είναι δυνατόν να κριθούν. Σε αυτό το θέμα, όμως, υπάρχει πράγματι ένα νομικό κενό, γιατί σε εφαρμοστικές διαταγές υπάρχουν αναφορές για αξιωματικούς μέχρι το βαθμό του συνταγματάρχη και όχι για τους ανωτάτους.
Ενώ λοιπόν το ΓΕΕΘΑ ζητούσε από τον Ερντογάν και τον υπουργό δικαιοσύνης να βρεθεί νομική λύση στο θέμα, ο ανακριτής που χειρίζεται την υπόθεση του «Σχεδίου Καταπολέμησης της Ισλαμικής Απειλής», στηριζόμενος στα στοιχεία που έδωσε σε νέα απολογία του ο προφυλακισμένος συνταγματάρχης Ντουρσούν Τσιτσέκ, διέταξε τη σύλληψη 22 αξιωματικών, ανάμεσα στους οποίους ο διοικητής της Στρατιάς Αιγαίου, ο διευθυντής της Διεύθυνσης Πληροφοριών του ΓΕΕΘΑ, ο διοικητής της Ναυτικής Διοίκησης Βόρειας Θαλάσσιας Περιοχής και άλλοι.
Η εξέλιξη αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην απόφαση για εθελούσια αποστρατεία ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, Ισίκ Κοσανέρ. Όσο για την πράξη των τριών άλλων στρατηγών, των αρχηγών του Στρατού Ξηράς, του Πολεμικού Ναυτικού και της Πολεμικής Αεροπορίας, αυτή είχε περισσότερο συμβολική σημασία, αφού, ούτως ή άλλως, ήταν σίγουρη η αποστρατεία τους μετά από λίγες ημέρες.
Με άλλα λόγια, ο Κοσανέρ στην ουσία ζήτησε την εθελούσια αποστρατεία του υπό την πίεση των γεγονότων, αλλά και των εκβιαστικών πιέσεων που δεχόταν από τους προφυλακισμένους ανωτάτους συναδέλφους, από τον κύκλο των οικογενειών τους και από εν ενεργεία και αποστράτους ανωτάτους αξιωματικούς, που βλέπουν το ρόλο του στρατού να μειώνεται και να τίθεται σταδιακά υπό τον έλεγχο των πολιτικών.
Οι εξελίξεις που αναφέρθηκαν στο άρθρο αυτό δημιουργούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων και της δράσης των ΤΕΔ σε καθαρά επιχειρησιακά πλαίσια. Και για να γίνει αυτό, για να λυθεί ριζικά το ζήτημα της ομηρείας των πολιτικών από το στρατό, χρειάζονται νομοθετικές ρυθμίσεις, όπως η υπαγωγή του ΓΕΕΘΑ στο υπουργείο άμυνας και η αλλαγή του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας των ΤΕΔ, που τους δίδει το δικαίωμα να παρεμβαίνουν στα πολιτικά πράγματα, ως εγγυητές του Συντάγματος και των απαράβατων αρχών του Κεμάλ. Και σε περίπτωση που γίνει κάτι τέτοιο, ασφαλώς θα επηρεαστεί και η πορεία της Τουρκίας προς μια δυτικού τύπου δημοκρατία, όσο μπορεί να προσαρμοστεί σε κάτι τέτοιο μια ισλαμική χώρα όπως είναι η γείτων.
Πάντως, άσχετα με την πορεία εκδημοκρατισμού της Τουρκίας, σε ό,τι μας αφορά, εάν περιοριστεί και οριοθετηθεί ο ρόλος του στρατού, ακόμα και στην περίπτωση που η πολιτική της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα παραμείνει η ίδια, θα καταστεί πιο συγκεκριμένο και ίσως πιο εύκολα διαχειρίσιμο το ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Και αυτό γιατί μέχρι τώρα από ελληνικής πλευράς υπήρχε ένας συγκεκριμένος παράγοντας και συνομιλητής, που καθόριζε την πολιτική και τη στάση της Ελλάδος, και αυτός είναι η ελληνική κυβέρνηση, ενώ από την άλλη υπήρχαν περισσότερος του ενός παράγοντες που επηρέαζαν την πολιτική της Τουρκίας στα ελληνοτουρκικά, όπως η κυβέρνηση, το διπλωματικό σώμα, ο στρατός, μηχανισμοί όπως η ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ κλπ, που μπορούσαν εύκολα να προκαλέσουν κρίσεις τύπου Ιμίων, με τα γνωστά αποτελέσματα για τη χώρα μας.
Φιλε μου ο σημερινός εχθρός σου είναι η παραπληροφόρηση των μεγάλων καναλιών. Αν είδες κάτι που σε άγγιξε , κάτι που το θεωρείς σωστό, ΜΟΙΡΆΣΟΥ ΤΟ ΤΩΡΑ με ανθρώπους που πιστεύεις οτι θα το αξιολογήσουν και θα επωφεληθούν απο αυτό! Μην μένεις απαθής. Πρώτα θα νικήσουμε την ύπνωση και μετά ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ τα υπόλοιπα.
Social Plugin