- Πολιτική θεώρηση της παγκόσμιας οικονομικ ής κρίσης, και τα ερωτηματικά νομιμοποίησης που γεννιούνται απ’ αυτή
Χρησιμοποιούσαν πάντα τον όρο πολιτική οικονομία. Για τους κλασικούς οικονομολόγους, ήταν αδύνατο να καταλάβουμε πολιτική χωρίς την οικονομία ή οικονομία χωρίς την πολιτική. Η χρήση του όρου «οικονομία» από μόνη της δεν είχε ξεκινήσει μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα.
Με αυτό το μηχανισμό σκέψης, οι κλασσικοί οικονομολόγοι, αντιλαμβάνονταν την αλληλεξάρτηση πολιτικής και οικονομίας, και γι’ αυτό δεν μιλούσαν ποτέ για την οικονομία ως ανεξάρτητη επιστήμη, αλλά για την πολιτική οικονομία.
Η τρέχουσα οικονομική κρίση είναι καλύτερα κατανοητή ως μια κρίση της πολιτικής οικονομίας.
Στις μέρες μας εκτυλίσσεται ( από το 2008 ) μια οικονομική κρίση που δείχνει περισσότερο από ποτέ ότι κακώς τον εικοστό αιώνα, προσπαθήσαμε να διαχωρίσουμε τις δύο αυτές επιστήμες, και ότι οι κλασικοί οικονομολόγοι, είχαν απόλυτο δίκιο! Δεν γίνεται δηλαδή να μιλάμε είτε για την πολιτική, είτε για την οικονομία, αλλά μονάχα να μιλάμε ταυτόχρονα και για τα δυο. Αλλά πριν εμβαθύνουμε περισσότερο στο παρόν, είναι πολύ χρήσιμο, να μιλήσουμε για το παρελθόν!
Προέλευση της κρίσης
Όπως όλοι γνωρίζουμε, η έναρξη του φαινομένου συνέβη ταυτόχρονα με την κατάρρευση των subprime στεγαστικών δανείων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Για να γίνω πιο ακριβής, τα στεγαστικά δάνεια των Η.Π.Α. είχαν συμπεριφορά μετοχών αφού ελεύθερα διαπραγματεύονταν ο κάτοχος ενός δανείου, την πώλησή του στον οποιοδήποτε. Ήταν βλέπετε δεδομένο ότι η τιμή των σπιτιών θα αυξανόταν για πάντα (έτσι νόμιζαν λόγω της αύξησης των αναγκών στέγασης και του κόστους κατασκευής) και γι’ αυτό θεωρούσε η αγορά των στεγαστικών δανείων πως ήταν μια από τις πλέον ασφαλείς επενδύσεις. Φυσικά αποδείχθηκε ψευδές αφού η τιμή των κατοικιών μειώθηκε και το χειρότερο, η αξία των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων εξανεμίστηκε. Αυτό είχε ως συνέπεια ολόκληρο το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα περάσει σε κατάσταση κατάρρευσης και η κρίση επεκτάθηκε και στην Ευρώπη, όπου πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είχαν επενδύσει στα Αμερικάνικα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια επίσης!
Από τη σκοπιά της οικονομίας, αυτή ήταν ουσιαστικά η έναρξη της οικονομικής κρίσης!
Βέβαια στο σημείο αυτό προκύπτει ένα διαφορετικό ζήτημα.
Η νομιμότητα των ενεργειών της οικονομικής ελίτ.
Σκεφτείτε ένα εθνικό σύστημα, σαν μια σειρά από υποσυστήματα – πολιτικά, οικονομικά, στρατιωτικά και ούτω καθεξής. Στη συνέχεια, σκεφτείτε το οικονομικό σύστημα πως διαιρείται σε δικά του υποσυστήματα. Ένα από τα υποσυστήματα, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, απέτυχε και αυτή η αποτυχία οφείλεται σε αποφάσεις που λαμβάνονται από τις οικονομικές ελίτ. Αυτό δημιούργησε ένα τεράστιο πολιτικό πρόβλημα επικεντρώνεται όχι τόσο όσον αφορά την εμπιστοσύνη σε οποιοδήποτε συγκεκριμένο χρηματοοικονομικό μέσο αλλά για την αρμοδιότητα και την ειλικρίνεια των οικονομικών ελίτ, την ίδια. Μια αίσθηση προέκυψε ότι η οικονομική ελίτ ήταν είτε ανόητη είτε ανέντιμη ή και τα δύο. Η ιδέα ήταν ότι η οικονομική ελίτ είχε παραβιάσει όλες τις αρχές της εμπιστευτικότητας, κοινωνική και ηθική ευθύνη για την εξεύρεση του δικού της προσωπικό οφέλους εις βάρος της κοινωνίας στο σύνολό της.
Θεμιτό ή όχι, αυτή η αντίληψη δημιούργησε μια τεράστια πολιτική κρίση. Αυτή ήταν η αληθινή συστημική κρίση, σε σύγκριση με την οποία, η κρίση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ήταν ασήμαντη.
Ήταν η πολιτική ελίτ σε συμπαιγνία με την οικονομική ελίτ;
Υπήρξε μια κρίση εμπιστοσύνης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και μια κρίση εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα. Οι ενέργειες της κυβέρνησης των ΗΠΑ το Σεπτέμβριο του 2008 είχαν αρχικά σχεδιαστεί για να ασχοληθεί με τις αποτυχίες του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Πολλά χρήματα δανείσθηκαν οι Η.Π.Α. προκειμένου να αποτρέψουν την κατάρρευση που φυσιολογικά θα επακολουθούσε επιτρέποντας τότε, ουσιαστικά να κοινωνικοποιηθούν τα ιδιωτικά χρέη, και να διασωθούν έτσι οι ηγέτες των οικονομικών ελίτ, από την απονομή των ευθυνών που φυσιολογικά θα επακολουθούσε. Πράγματι, ουσιαστικά η εξέλιξη των Κρατικών ενεργειών σχετικά με τη διάσωση των μεγάλων Τραπεζών, ήταν το επιστέγασμα της επιτυχίας ενός εξ αρχής διεφθαρμένου και ακραία εγκληματικού σχεδίου που εκπόνησε, υλοποίησε και τελικά ευτύχησε να το δει να πετυχαίνει, η παγκόσμια οικονομική ελίτ.
Αυτό που παρήγαγε η δεύτερη κρίση – η κρίση της πολιτικής ελίτ, ήταν Το κίνημα, Κόμμα του Τσαγιού που προέκυψε εν μέρει ως επικριτικό της πολιτικής ελίτ, με επίκεντρο τα μέτρα που ελήφθησαν για τη σταθεροποίηση του συστήματος και με το επιχείρημα ότι είχε δημιουργήσει μια νέα οικονομική κρίση, αυτή τη φορά χάρη στο υπερβολικό δημόσιο χρέος με προφανή σκοπό τη διάσωση, όχι των τραπεζών και των καταθέσεων του Λαού, αλλά των χορηγών τους των Τραπεζιτών. Η αντίληψη του Κόμματος Τσάι ήταν φαινομενικά ακραίες, αλλά η ιδέα ότι η πολιτική ελίτ είχε απλά μετατοπίσει και σαφώς δεν είχε λύσει το οικονομικό πρόβλημα χάρη στη δημιουργία τεράστιων χρεών και στη συσσώρευση υπερβολικής κρατικής εξουσίας, δεν ακουγόταν και τόσο παράλογο!
Γενικότερα, το επιχείρημά τους ότι η πολιτική ελίτ χρησιμοποίησε τη χρηματοπιστωτική κρίση για να αυξήσει δραματικά τη δύναμη του Κράτους ( π.χ. με τις μεταρρυθμίσεις στην υγεία , τον κρατικό παρεμβατισμό στην οικονομία κ.α. ) τουλάχιστον μέχρις εκεί, έπεισε τους πάντες και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Η κρίση στην Ευρώπη!
Η κρίση, σχεδόν άμεσα επεκτάθηκε στην Ευρώπη, επηρεάζοντας επίσης όχι μόνο την οικονομία της, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο και την πολιτική ατζέντα. Στην Ε.Ε. , λόγω των χαλαρών δεσμών μεταξύ των Κρατών μελών και την ουσιαστική ανυπαρξία μιας ευέλικτης κεντρικής πολιτικής, η κρίση όχι μόνο ήρθε, αλλά εμβάθυνε οδηγώντας στην ύφεση. Υπήρχε εδώ και καιρό μια μειονότητα στην Ευρώπη, οι οποία θεωρούσε την Ευρωπαϊκή Ένωση τίποτε άλλο παρά ένα κατασκεύασμα για την υποστήριξη της οικονομικής ελίτ εις βάρος του ευρύτερου πληθυσμού ή για την ενίσχυση της Βόρειας Ευρώπης, ιδίως στη Γαλλία και τη Γερμανία, σε βάρος της περιφέρειας – ή μοναχά του Νότου. Η άποψη αυτή ενισχύθηκε σημαντικά από το 2008 έως σήμερα, και η κρίση συντέλεσε τα μέγιστα προς αυτή την κατεύθυνση.
Και στις δύο περιπτώσεις, τα χρήματα μετατράπηκαν από ιδιωτικό χρέος σε δημόσιο, και η διαπίστωση αυτή, αφήνει έκθετο το πολιτικό σύστημα τόσο στην Αμερική, όσο και στην Ευρώπη.
Αλλά η εμβάθυνση της κρίσης συνέβη επειδή η Ευρώπη δεν ενεργούσε ως ενιαία μονάδα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων όλων των ευρωπαϊκών τραπεζών, αλλά αντ ‘αυτού εργάστηκε σε εθνική βάση, με κάθε έθνος να επικεντρώνεται στις δικές του τράπεζες και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να φαίνεται να ευνοεί τη Βόρεια Ευρώπη γενικά και τη Γερμανία ειδικότερα. Αυτό το θέμα συζητήθηκε ιδιαίτερα, λόγω του δυσανάλογου μεγέθους της κρίσης στις περιφερειακές χώρες όπως η Ελλάδα.
Ειδικά στην Ελληνική κρίση υπάρχουν δύο αφηγήσεις για την ιστορία. Η μία είναι η γερμανική έκδοση, η οποία έχει υιοθετηθεί απο το σύνολο σχεδόν της Ευρώπης, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα παραδόθηκε στην κρίση δημόσιου χρέους, λόγω της ανευθυνότητας και της διαφθοράς της Ελληνικής Κυβέρνησης.
Η Ελληνική αφήγηση, η οποία υιοθετείται από πολλούς πολίτες του Ευρωπαϊκού Νότου, ήταν ότι οι Γερμανοί έστησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση υπέρ τους. Η Γερμανία είναι η τρίτη μεγαλύτερη εξαγωγέας στον κόσμο, μετά την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες (και κλείνει ταχέως στην υπ ‘αριθμόν 2). Με τη διαμόρφωση μιας ζώνης ελεύθερου εμπορίου, οι Γερμανοί δημιούργησαν αιχμαλωσία αγορές υπέρ των προϊόντων τους. Κατά τη διάρκεια της γενικής ευρωπαϊκής ευημερίας, τα πρώτα 20 έτη, αυτό ήταν κρυμμένο κάτω από τη γενική ανάπτυξη. Αλλά μόλις ήρθε η κρίση, η αδυναμία της Ελλάδας να υποτιμήσει τα χρήματά της, σήμαινε ουσιαστικά ότι δεν θα μπορούσε να ελέγξει τις εισαγωγές της συνεπώς οτι δεν θα μπορούσε πια να ασκήσει αποτελεσματική δημοσιονομική πολιτική, και ότι ουσιαστικά δεν θα μπορούσε (δεδομένης και της ραθυμίας του Κρατικού μηχανισμού ) ούτε να μιλά καν για ισοζύγιο.
Ποια είναι η αληθινή αφήγηση δεν είναι το σημαντικό θέμα. Το θέμα είναι ότι η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με δύο πολιτικές κρίσεις που παράγονται από την πολιτική οικονομία. Μία κρίση που είναι παρόμοια με την αμερικανική, που είναι η πεποίθηση ότι η πολιτική ελίτ της Ευρώπης μεροληπτεί υπέρ της προστασίας των οικονομικών ελίτ, και εις βάρος των Λαών της Ευρώπης. Η δεύτερη είναι μια ξεχωριστή ευρωπαϊκή, μια περιφερειακή κρίση στην οποία τα μέρη της Ευρώπης έχουν έρθει σε δυσπιστία μεταξύ τους και όχι μόνο στα τυπικά αλλά & στα ουσιαστικά θέματα. Αυτή θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μια υπαρξιακή κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και αυτή η δεύτερη κρίση είναι που δημιουργεί τα σενάρια αποπομπής της Ελλάδας από την Ε.Ε. όπως και τα σενάρια διχοτόμησης της Ε.Ε.
Η κρίση στην Κίνα
Οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές κρίσεις χτύπησαν σκληρά την Κίνα, η οποία, ως η μεγαλύτερη εξαγωγική οικονομία στον κόσμο, είναι όμηρος της εξωτερικής ζήτησης, ιδιαίτερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη. Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη πήγαν σε ύφεση, η κινεζική κυβέρνηση αντιμετώπισε μια κρίση ανεργίας. Αν τα εργοστάσια κλείσουν, οι εργαζόμενοι θα είναι άνεργοι, και η ανεργία στην Κίνα θα μπορούσε να οδηγήσει σε μαζική κοινωνική αστάθεια. Η κινεζική κυβέρνηση είχε δύο απαντήσεις. Η πρώτη ήταν να κρατήσει ανοικτά τα εργοστάσια ενθαρρύνοντας μειώσεις των τιμών μέχρι το σημείο όπου τα περιθώρια κέρδους στις εξαγωγές να εξατμιστούν. Η δεύτερη ήταν να προσφέρει πρωτοφανή ποσά ως χρηματοδοτήσεις επιχειρήσεων.
Η στρατηγική που επελέγη έχει φυσικά τα πλεονεκτήματά της, αλλά το κόστος επηρεάζεται σημαντικά και από τον πληθωρισμό. Αυτός οδήγησε σε μια δεύτερη κρίση, όπου οι εργαζόμενοι αντιμετώπισαν τη συρρίκνωση της ήδη μικρής αγοραστικής τους δύναμης. Η απάντηση που δόθηκε ήταν η αύξηση των εισοδημάτων, η οποία με τη σειρά τους αύξησαν το κόστος των εμπορευμάτων που εξάγονται για άλλη μια φορά, κάνοντας τους μισθούς Κίνας λιγότερο ανταγωνιστικούς, για παράδειγμα, από το Μεξικό.
Η Κίνα είχε ενθαρρύνει προηγουμένως τους επιχειρηματίες. Αυτό ήταν εύκολο όταν η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονταν σε αγοραστική άνοδο, και σε αύξηση του κόστους εργασίας. Τότε, η λογική κίνηση από τους επιχειρηματίες ήταν να πάνε σε υπεράκτιες δραστηριότητες & να απολύσουν εργαζόμενους, όμως τώρα πια οι άλλοτε σωτήρες της Κινεζικής οικονομίας σκέφτονται νέες λιγότερο απαιτητικές Χώρες. Η κινεζική κυβέρνηση φυσικά δεν μπορούσε να το αντέξει οικονομικά αυτό, γι ‘αυτό άρχισε να παρεμβαίνει όλο και περισσότερο στην οικονομία. Η πολιτική ελίτ προσπάθησε να σταθεροποιήσει την κατάσταση – και τις δικές της θέσεις – με την αύξηση των ελέγχων σχετικά με τις ενέργειες των δημοσιονομικών και άλλες εταιρικών ελίτ.
Με διαφορετικούς τρόπους, αυτό είναι που συνέβη σε όλες τις τρεις προηγούμενες περιπτώσεις – στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Ευρώπη και στην Κίνα. Και στις τρεις περιπτώσεις, η πρώτη παρόρμηση ήταν να χρησιμοποιηθεί την πολιτική του Κρατικού ελέγχου.
Δεν είναι αλήθεια ότι κάθε σημαντική οικονομία έχει πλέον εμπλακεί σε αυτή την κρίση. Η Ρωσία πέρασε από αυτή την κρίση, πριν χρόνια. Η Βραζιλία και η Ινδία δεν έχουν βιώσει τα άκρα της Κίνας, αλλά στη συνέχεια δεν είχαν ούτε τους ακραίους ρυθμούς ανάπτυξης της Κίνας. Δεν είναι αληθές λοιπόν ότι η κρίση χτύπησε όλες τις σημαντικές οικονομίες του πλανήτη.
Η κρίση δεν σημαίνει κατάρρευση!
Η κρίση δεν σημαίνει κατάρρευση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ουσιαστικά καταλάβει πια αυτή την πραγματικότητα. Η Ευρώπη λιγότερο, επειδή τα έθνη που τη συνθέτουν είναι ισχυρά και κλεισμένα στο καβούκι τους. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας είναι μια τρομερή οντότητα συγκεντρωτική και απολυταρχική, και ασχολείται με την οικονομική κρίση, με τον πατροπαράδοτο κρατικό παρεμβατισμό που οδηγεί στην αναπόφευκτη καχυποψία της Δύσης.
Από την άλλη βέβαια , είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι έτσι κι αλλιώς το κινεζικό σύστημα διακυβέρνησης, θα σκορπά αμφιβολίες και καχυποψία στη Δύση ανεξαρτήτως της πολιτικής κατάστασης και της οικονομικής του ευημερίας. Είναι η προέλευση, και οι καταβολές του που θα υποσκάπτουν πάντα κάθε του προσπάθεια, κάθε του επιλογή, και θα παρεξηγούν κάθε του πρόθεση.
Γεγονός βέβαια παραμένει ότι με την κρίση δεν τελειώνει τίποτα, αλλά απλά χάρη στην κρίση συνειδητοποιούμε ότι παλιότερα αρνούμαστε καν να συζητήσουμε.
Η κρίση της οικονομικής νομιμότητας
Σε παγκόσμιο επίπεδο λοιπόν, είναι έκδηλη πλέον μια αμφισβήτηση της σημερινής οικονομικής νομιμότητας που θα έχει φυσικά πολλά ξεσπάσματα βίας, και πολλά από αυτά τα είδαμε ήδη στα πιο επιρρεπή καθεστώτα της Μ.Ανατολής, αλλά γελοιώμαστε αν νομίζουμε ότι μόνο αυτά θα πληρώσουν το τίμημα. Το κίνημα της παγκόσμιας αμφισβήτησης μπορεί να εκφράστηκε πιο εύκολα σε αυτά τα Κράτη, λόγω της απολυταρχικής φύσης των καθεστώτων που δραστηριοποιούνταν σε αυτές τις Χώρες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα εξαπλωθούν ποτέ στις Δημοκρατικές Χώρες, δεδομένου ότι η αμφισβήτηση δεν αφορά στην ουσία την πολιτική, αλλά την παγκόσμια πολιτική οικονομία.
Πηγή
Social Plugin