Με τις μάχες στη Συρία να συνεχίζουν σε πλήρη εξέλιξη, είναι σαφές ότι οι αναμετρήσεις εντός αστικών περιοχών είναι κυρίαρχες στις συγκρούσεις μεταξύ ισλαμιστών ανταρτών και του συριακού Στρατού.
Η ικανότητα των ανταρτών να προκαλέσουν αιφνιδιαστικά πλήγματα σε μονάδες τεθωρακισμένων αποτυπώνεται στο παρακάτω βίντεο το οποίο φανερώνει πόσο ευάλωτα είναι τα άρματα μάχης μέσα σε κατοικημένες περιοχές!
Ισλαμιστής αντάρτης κινείται αιφνιδιαστικά στην οροφή κατοικίας όπου και προσβάλει ανενόχλητος από ύψος με αντιαρματικό εκτοξευτή RPG-29, συριακό άρμα μάχης T-72.
Το T-72 αμέσως μετά τη προσβολή από άνωθεν δέχεται συντριπτικό πλήγμα καθώς όλα τα άρματα μάχης είναι ως γνωστόν ευάλωτα στην οροφή τους. Ακολουθεί η ολοκληρωτική ανάφλεξη των υδραυλικών υγρών που χρησιμοποιούνται για την κίνηση του πύργου με μια θεαματική κατακόρυφη εκτόνωση.
Παραδόξως ένα μέλος του πληρώματος που κατάφερε να επιζήσει της προσβολής εγκαταλείπει μισοκαμένος το άρμα από τη θυρίδα διαφυγής από το κάτω τμήμα του σκάφους.
Εν συνεχεία η πυρκαγιά επεκτείνεται στο εσωτερικό του άρματος το οποίο καταστρέφεται ολοσχερώς.
Προσέξτε το μικρό χρόνο που χρειάζεται ο χειριστής του RPG για να αποκαλυφθεί από τη θέση του και να εκτοξεύσει το βλήμα (πρακτικά μερικά δευτερόλεπτα) ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει και η θέση στην οποία έχουν σταματήσει τα τρία συριακά T-72, ουσιαστικά πλήρως ευάλωτα από όλες τις κατευθύνσεις μέσα στον αστικό ιστό της πόλης.
Η μάχη σε κατοικημένες περιοχές σε όλο της το μεγαλείο! Πρόκειται για ένα περιβάλλον το οποίο επιβάλλει ειδικές τακτικές και περιορισμούς σε μονάδες τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητου Πεζικού καθώς προσφέρει ποικιλία θέσεων απόκρυψης για τον αντίπαλο με αποτέλεσμα την ικανότητα διεξαγωγής αιφνιδιαστικών επιθέσεων από παράθυρα στέγες κτηρίων, ακόμη και από υπόγεια που είναι δύσκολο να εντοπιστούν και να εκκαθαριστούν.
Ένα σενάριο μάχης που αποτέλεσε ένα μεγάλο κεφάλαιο στις επιχειρήσεις του Β ΠΠ με αποκορύφωμα το Στάλιγκραντ και το Βερολίνο, αναβίωσε στη νεότερη εποχή με τις επιχειρήσεις του ρωσικού Στρατού στην Τσετσενία και την κατάληψη της Βαγδάτης από τον αμερικανικό Στρατό το 2003.
Ο Δεύτερος Πόλεμος της Τσετσενίας ή πόλεμος στο Βόρειο Καύκασο ήταν η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση καθώς ο ρωσικός Στρατός δοκίμασε οδυνηρές απώλειες αρμάτων μάχης T-72 και ΤΟΜΑ BMP-1/3 από πυρά τσετσένων ανταρτών
Ξεκίνησε με την επίθεση των ρωσικών δυνάμεων στο έδαφος της Τσετσενίας την 26η Αυγούστου 1996, σε απάντηση για την εισβολή στη ρωσική Δημοκρατία του Νταγκεστάν της Ισλαμικής Ταξιαρχίας Προστασίας της Διεθνούς Ειρήνης (ονομασία πολυεθνικής οργάνωσης μουτζαχεντίν ανταρτών).
Την 1η Οκτωβρίου 1999, ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις εισέβαλαν στην τσετσενική πρωτεύουσα. Η εκστρατεία τερμάτισε τη ντε φάκτο (επιβληθείσα από τα γεγονότα δηλαδή και όχι από κάποιο νόμο) διακηρυχθείσα ανεξαρτησία της Δημοκρατίας της Τσετσενίας (που είχε προκύψει μετά τον ατυχή για τους Ρώσους Πρώτο Πόλεμο της Τσετσενίας) και αποκατέστησε τον ομοσπονδιακό έλεγχο της περιοχής. Παρόλο που θεωρείται από πολλούς ως μια εσωτερική σύγκρουση εντός της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ο πόλεμος αυτός προσέλκυσε μεγάλο αριθμό ξένων μαχητών, εθελοντών και μισθοφόρων όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα με τον εμφύλιο στη Συρία.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου σταδίου της εκστρατείας, οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις και οι τσετσενικές παραστρατιωτικές δυνάμεις στο πλευρό των Ρώσων, αντιμετώπισαν τους Τσετσένους αυτονομιστές σε ανοιχτή μάχη και πολιόρκησαν από τα τέλη του 1999 την πρωτεύουσα της Τσετσενίας Γκρόζνυ την οποία και κατέλαβαν το Φεβρουάριο του 2000.
Στις μάχες που έγιναν μέσα στο Γκρόζνυ καταστράφηκαν δεκάδες τεθωρακισμένα του ρωσικού Στρατου από ανάλογες τακτικές όπως ακριβώς αυτή που χρησιμοποιούν οι ισλαμιστές αντάρτες στη Συρία.
Το Μάιο του 2000 η Ρωσία ανέλαβε τον άμεσο έλεγχο της Τσετσενίας, παρότι οι αντάρτες εξακολούθησαν να προξενούν στους Ρώσους μεγάλες απώλειες σε ολόκληρη την περιοχή του Βόρειου Καυκάσου
Ερχόμενοι στα καθ' ημάς, η έξαρση του φαινομένου της αστικοποίησης και στην περιοχή της Θράκης και του Έβρου - όπου αποτελεί τον κύριο χώρο δράσης των Τεθωρακισμένων του ΕΣ- μοιραία θα αποτελέσει παράγοντα επιρρεασμού των επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τις άνωθεν διαπιστώσεις η δράση αρμάτων μάχης σε αστικο περιβάλλον θα πρέπει να αποφευχθεί καθώς παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις από τη μάχη ανοιχτού πεδίου.
Για το λόγο αυτό απαιτείται ο εμπλουτισμός σεναρίων εκπαίδευσης σε επίπεδο μονάδων και το βασικότερο με τη υλοποίηση διαδραστικής εκπαίδευσης με μονάδες απεικόνισης. Κύριο πρόβλημα παραμένει η απουσιά ενός μεγάλου πεδίου ασκήσεων που απαιτείται προκειμένου να υπάρχει ο απαραίττος χώρος ελιγμών για τα πληρώματα των αρμάτων μάχης.
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
Social Plugin