Ad Code

Responsive Advertisement

ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ συνώνυμο της είναι η ΦΑΝΤΑΣΙΑ


Σπουδαία πράγματα έχουν επιτευχθεί μόνο από εκείνους
που έχουν την Βεβαιότητα ότι κάτι μέσα τους είναι ανώτερο από τις συνθήκες.

Η Βεβαιότητα* και η Αμφιβολία – Αβεβαιότητα, μοιάζουν με δύο δυνατούς παίχτες, που συνα­γωνίζονται ποιος από τους δύο θα τραβήξει την προσοχή σου στο παιχνίδι της ζωής, στην ρουλέτα της καθημερινότητας. Το πού θα καταλήξεις, το τι αποτέλεσμα θα έχεις, εξαρτάται από τον παίχτη που θα αφήσεις και θα συμφωνήσεις να κερδίσει την προσοχή σου.

Οι άνθρωποι που υπερέ­χουν στη ζωή δεν είναι αυτοί που εξαφανίζουν την αμφιβολία, αλλά αυτοί που μαθαίνουν να διαχειρίζονται την έμφυτη τάση του ανθρώπου για αμφιβολία – αβεβαιότητα ή αμφιταλάντευση. Όλοι γνωρίζουν ότι έχουν τη δυνα­τότητα να γίνουν σπουδαίοι. Μόνο που πολλοί άνθρωποι υπονομεύουν αυτή την Βεβαιότητα με έναν νοητικό ενδοφλέβιο ορό που τους χο­ρηγεί σταθερές δόσεις αμφιβολίας, Αβεβαιότητας και κατά προέκταση αποτυχίας.

Διαβάζοντας πιο κάτω τον ορισμό της λέξης ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ας έχουμε κατά νου, πως λέγοντας και χρησιμοποιώντας την λέξη Βεβαιότητα, δεν ξεπέφτουμε στον δογματ-ισμό και σε κάθε περίπτωση είμαστε σε θέση ν’ αλλάξουμε κάθε πεποίθηση βεβαιότητας όταν φτάνει στο οριακό σημείο να μετατραπεί σε παγ(ι)ωμένος δογματ-ισμός. Επιπλέον ας έχουμε κατά νου ό,τι ο ικανός άνθρωπος, ο ζωντανός, ορίζεται από την ικανότητα του να πετάει στον Καιάδα όλες τις πεποιθήσεις του ανά πάσα στιγμή και όταν δεν του είναι πλέον χρήσιμες αντικαθιστώντας τες με νέες ή με καθόλου.

Μιλώντας λοιπόν για ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ συνώνυμο της είναι η ΦΑΝΤΑΣΙΑ και θέλει προσοχή να μην ξεπέσεις στα αρνητικά δογματ-ισμό, πίστη, ασφάλεια κλπ νεκρές λέξεις, εσύ να χρησιμοποιείς την λέξη και τις δονήσεις της μόνο τόσο, όσο σου είναι χρήσιμη για να πετύχεις ένα συγκεκριμένο Σκοπό. Επίσης Βεβαιότητα, δεν σημαίνει ούτε πίστη ούτε ασφάλεια, που είναι επίσης δυο λέξεις νεκρές και καθηλωτικές γιατί δεν περιέχουν ίχνος Γνώσης.

Χρειάζεται να θυμάσαι πως ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ σημαίνει ΓΝΩΣΗ δηλ. ξέρεις πως είσαι ικανός και είσαι.- Αν και η Βεβαιότητα είναι η κεντρική ιδέα, ο δρόμος προς τη Βεβαιότητα ξεκινά με την Αμφιβολία και την Αμφισβήτηση. Για να βεβαιωθείς για τις ικανότητες σου χρειάζεται πρώτα να αμφιβάλεις γι αυτές. Από καιρό σε καιρό θα συλλάβεις τις αισθήσεις σου να σε εξαπατούν και είναι συνετό να μην εμπιστεύεσαι πλήρως εκείνους που σε εξαπατούν, αλλά να Γνωρίζεις τις ισορροπίες ανάμεσα στην Βεβαιότητα και στην Αμφιβολία.

Αυτό που εξαφανίζει την Αμφιβολία είναι η ΔΡΑΣΗ και η ανάληψη ΕΥΘΥΝΗΣ. Αμφιβάλεις πως είσαι ικανός να κάνεις εκείνη την πώληση, την πρόταση γάμου ή να βρεις συνέταιρο για επιχειρηματικό άνοιγμα, κοντρολάρισε την αμφιβολία σου ελέγχοντας αν είναι ουσιαστική ή απλώς μια πεποίθηση. Αν είναι ουσιαστική δηλ. δεν έχεις αξιόλογο προϊόν για την πώληση, είσαι χρόνια άστεγος-άνεργος γι αυτό ψάχνεις να παντρευτείς, χρωστάς και στον περιπτερά γι αυτό ψάχνεις συνέταιρο με χρήματα για να σε ξελασπώσει, τότε κι αν δεν είσαι απατεώνας εκ πεποιθήσεως, είναι άκρως απαραίτητη η αμφιβολία για να σε βάλει στην σωστή θέση Αιτίας.

Αν όμως δεν είναι ουσιαστική αλλά απλά μια πεποίθηση, που δεν συνοδεύεται από στοιχεία που να την δικαιολογούν τότε απλά ΔΡΑΣΕ αγνοώντας την. Με αυτόν τον τρόπο γίνεσαι ΑΙΤΙΑ και δημιουργείς ένα Αποτέλεσμα κόντρα στις πεποιθήσεις σου, που σε κρατούν σε κατάσταση Αποτελέσματος. Φρόντισε να χρησιμοποιείς λοιπόν τον 3ο ορισμό* της λέξεης Βεβαιότητα: γνώρισμα, βαθμός ασφάλειας της γνώσης: Άμεση / έμμεση / σχετική / απόλυτη ~. Mαθηματική / ηθική / λογική / εμπειρική… σαν δίχτυ ασφαλείας, από την κατρακύλα του δογματ-ισμού και της πίστης.

* βεβαιότητα η [veveótita]: 1. η πεποίθηση, η απουσία αμφιβολίας ή αμφισβήτησης, η σιγουριά: Οι υποψίες μου έγιναν ~. Mίλησε με μεγάλη ~. Δεν μπορώ να το πω με ~. (λόγ. έκφρ.) μετά βεβαιότητος, σίγουρα, ασφαλώς: Γνωρίζω / λέω κτ. μετά βεβαιότητος. 2. εγγύηση, ασφάλεια: Ποιος μου παρέχει τη ~ ότι η προσπάθεια θα πετύχει; Οι σημερινοί άνθρωποι ζουν με άγχος, χωρίς καμιά ~ για το μέλλον. 3. (επιστ.) γνώρισμα, βαθμός ασφάλειας της γνώσης: Άμεση / έμμεση / σχετική / απόλυτη ~. Mαθηματική / ηθική / λογική / εμπειρική ~.

TERRA PAPERS