Ad Code

Responsive Advertisement

Η υπόθεση του «χαμένου χρόνου»


Όλοι έχουμε αναφωνήσει κάποια στιγμή στη ζωή μας, είτε μετά από μια αξέχαστη νύχτα διασκεδάζοντας με τους φίλους μας, είτε μετά από μια συναρπαστική συζήτηση μαζί τους, ή ενώ εργαζόμαστε επάνω σε κάτι που μας έχει απορροφήσει: «Πότε πέρασε η ώρα; Ούτε που το κατάλαβα!».

Μερικές φορές οι ώρες μοιάζουν σαν… λεπτά, οι εβδομάδες σαν… μέρες και τα χρόνια σαν… μήνες.
Ο χρόνος πάει κι έρχεται τόσο γρήγορα που δεν το καταλαβαίνουμε.

Για όσους μάλιστα έζησαν κατά τη διάρκεια των ετών 614 – 911 μ.Χ. θα μπορούσε μάλιστα να μοιάζει σαν… να μην υπήρξε ποτέ… στην πραγματικότητα!

Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζονται οι γερμανοί ιστορικοί Herbert Illig και Hans-Ulrich Niemitz.
Ότι η περίοδος αυτή των 297 ετών… δεν υπήρξε ποτέ!

Ας πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή. Από την αρχή της καταγεγραμμένης ιστορίας, γράφει ο Matt Blitz στο todayifoundout.com.
Το αρχαιότερο ημερολόγιο του κόσμου πιστεύεται ότι χρονολογείται 8.000 χρόνια προ Χριστού, σύμφωνα με τη Βασιλική Επιτροπή για τα Αρχαία και Ιστορικά Μνημεία της Σκωτίας.

Χρησιμοποιώντας τις φάσεις της Σελήνης, οι κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες είχαν αναπτύξει ένα στοιχειώδες ημερολόγιο για την παρακολούθηση των σεληνιακών μηνών και την αλλαγή των εποχών.
Καθώς εξελίχθηκαν οι πολιτισμοί του κόσμου, ο καθένας ανέπτυξε τα δικά του ημερολόγια με βάση τις φάσεις της Σελήνης και τις εποχές της συγκομιδής.

Το βαβυλωνιακό ημερολόγιο ξεκινούσε ένα νέο μήνα, κάθε φορά που εντοπιζόταν ένα μισοφέγγαρο χαμηλά στον ορίζοντα προς τη Δύση. Το ημερολόγιο των Μάγιας είχε μήνες των 20 ημερών και δύο ετήσια ημερολόγια, ένα 260 ημερών και ένα 365 ημερών.

Ο Ιούλιος Καίσαρας κάλεσε το 46 π. Χ. τον Σωσιγένη, ένα γνωστό αστρονόμο της εποχής από την Αλεξάνδρεια, προκειμένου να μελετήσει τη μεταρρύθμιση του τότε ισχύοντος ημερολογίου. Το Ιουλιανό Ημερολόγιο είχε 365 μέρες το χρόνο (με ένα κενό μιας ημέρας κάθε τέσσερα χρόνια) και χωριζόταν σε 12 μήνες.

Ξεκινώντας από την 1η Ιανουαρίου του 45 π.Χ. το Ιουλιανό Ημερολόγιο ίσχυσε έως το 1582, όταν ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄ διαμόρφωσε το Γρηγοριανό Ημερολόγιο.

«Το Γρηγοριανό ημερολόγιο επινοήθηκε γιατί σύμφωνα με το Ιουλιανό, η εαρινή ισημερία μετατοπιζόταν κατά μία μέρα κάθε 128 χρόνια, γεγονός μη επιθυμητό. Έτσι, αντικαταστάθηκε από το Γρηγοριανό, σύμφωνα με το οποίο η εαρινή ισημερία μετατοπίζεται μόλις μία ημέρα κάθε 3.300 χρόνια» σύμφωνα με τη Wikipedia.

Ο γερμανός ιστορικός Heribert Illig εξέφρασε πρώτος το 1991 την άποψη ότι έχουμε «χάσει στο μέτρημα» 297 χρόνια και πως στην πραγματικότητα σήμερα δε ζούμε στο 2013 αλλά στο 1716.

Αυτό το «κενό» προκλήθηκε «είτε κατά λάθος, είτε από παρανόηση εγγράφων, ή από εσκεμμένη παραποίηση».
Θα μπορούσε να οφείλεται στην εναλλαγή ημερολογίων κατά τη διάρκεια των αιώνων, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να οδηγηθούν σε λανθασμένους υπολογισμούς.
Ακόμη όμως και μετά το πέρασμα αιώνων, σύμφωνα με τον Illig, ο «χαμένος χρόνος» θα έπρεπε να είναι κάποιες ημέρες ή μήνες, και όχι 297 χρόνια!

Ο συνάδελφός του, ιστορικός, Dr. Hans-Ulrich Niemitz, υποστήριξε σε μια ερευνητική εργασία το 1995, σε ό,τι αφορά την «υπόθεση του χαμένου χρόνου» (Phantom Time Hypothesis), ότι υπάρχουν αρκετά αποδεικτικά στοιχεία που δείχνουν ότι τα χρόνια 614 – 911 όντως δεν υπήρξαν ποτέ!

Το παρεκκλήσι του Άαχεν, που πιστεύεται ότι χτίστηκε το 800 μ.Χ. παρουσιάζει αρχιτεκτονικές ομοιότητες με παρεκκλήσια που κατασκευάστηκαν 200 χρόνια μετά. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής η Βυζαντινή Αυτοκρατορία πέρασε από τεράστιες μεταρρυθμίσεις, «όμως δεν υπάρχουν καθόλου ιστορικές πηγές για τις υποτιθέμενες μεταρρυθμίσεις εκείνης της περιόδου».

Ο Neimitz χρησιμοποιεί ακόμη ως αποδεικτικά στοιχεία την έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων για την ευρεία επέκτασης της θρησκείας του Ισλάμ σε όλη την Περσία και την Ευρώπη και την αδράνεια του Εβραϊκού λαού κατά τη διάρκεια μια εποχή μεγάλης αναταραχής.

«Ενώνοντας όλα αυτά τα σημεία» υποστήριζε ο ίδιος, «γίνεται ξεκάθαρο ότι από την ιστορία πολλών πολιτισμών λείπουν 297 χρόνια».

«Ποιος, πότε, πώς και γιατί –διερωτάται στο τέλος της εργασίας του- παραποίησε την ιστορία, προσθέτοντάς της σχεδόν 300 χρόνια;».

Ο ίδιος υποστηρίζει ότι η Καθολική Εκκλησία παραποιούσε συνεχώς έγγραφα, για να διατηρεί τη «θεολογία της και να προσθέτει αξιοπιστία στη θρησκεία, παρουσιάζοντας έθιμα/λείψανα/διατάγματα ως παλαιότερης εποχής», κάτι που σύμφωνα με τον Neimitz «είναι γνωστό σε όλους τους ιστορικούς κύκλους».
Μία άλλη θεωρία επικεντρώνεται γύρω από το Ρωμαίο Αυτοκράτορα, Όθωνα Γ΄, και την επιθυμία του η βασιλεία του να συμπέσει με το έτος 1.000 μ.Χ. Προκειμένου να το πετύχει, παραποίησε τα… χρόνια.

Ο Niemitz υποθέτει ακόμη (με τη βοήθεια του βυζαντινολόγου Peter Schreiner) ότι ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ΄ έβαλε να ξαναγραφεί η ιστορία του Βυζαντίου και διέταξε στους «μεταγραφείς» να καταστρέψουν τα αρχικά αρχεία.

«Δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε γιατί ήθελε να το κάνει αυτό ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Ζ΄. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η πράξη αυτή της επαναγραφής και παραποίησης είχε συμβεί. Και αν μπορούσε να συμβεί στο Βυζάντιο, θα μπορούσε να έχει ξανασυμβεί οποιαδήποτε άλλη στιγμή» καταλήγει ο Niemitz.

Όλα τα στοιχεία που παραθέτουν τόσο ο Neimitz, όσο και ο Illig, σημειώνει ο αρθρογράφος, είναι περιστασιακά και βασίζονται στον κανόνα «αν κανείς δεν έχει δει τις αποδείξεις ότι δεν υπάρχει, τότε θα μπορούσε να έχει υπάρξει».
Φαίνεται λοιπόν ότι ο «χαμένος χρόνος»… δεν πήγε πουθενά!

Ευτυχισμένο το 2014... ή μήπως το 1717;