Ad Code

Responsive Advertisement

Ευρωπαϊκό Δικαστήριο: Μια απόφαση κρίνει το μέλλον του Νότου…



Ευρωπαϊκό Δικαστήριο: Μια απόφαση κρίνει το μέλλον του Νότου…

Στις 22 Σεπτεμβρίου το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ανακοίνωσε πως, στις 14 Οκτωβρίου, θα ξεκινήσει η ακροαματική διαδικασία, κατά της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας (ΕΚΤ) για το ζήτημα της επαναγοράς ομολόγων, στη δευτερογενή αγορά. Η διαδικασία αυτή αναμένεται να είναι μακρά και πιθανότατα δεν θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι τα μέσα του 2015.

Των Adriano Bosoni και Mark Fleming-Williams

ΠΗΓΗ: STRATFOR – GEOPOLITICAL WEEKLY

ΤΙΤΛΟΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΟΣ: «Germany Fights on Two Fronts to Preserve the Eurozone»

ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Παντελής Καρύκας

Ωστόσο, η απόφαση θα έχει σοβαρή επίπτωση στις σχέσεις της Γερμανίας με τις λοιπές χώρες της Ευρωζώνης. Η χρονική στιγμή δε που συμβαίνει αυτό δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερη για τη γερμανική κυβέρνηση, καθώς ένα νέο, αντιευρωπαϊκό κόμμα, κάνει τη δυναμική του εμφάνιση στη γερμανική πολιτική σκηνή, περιορίζοντας τα περιθώρια ελιγμών της γερμανικής κυβέρνησης.

Όλα ξεκίνησαν το 2011 όταν ιταλικά και ισπανικά ομόλογα, ακολουθώντας τα ελληνικά, έχασαν την αξιοπιστία τους. Μαζί με αυτά οι αγορές έδειξαν ότι έχαναν την εμπιστοσύνη τους προς την ΕΕ, συνολικά. Το καλοκαίρι του 2012 η κατάσταση στην Ευρώπη ήταν απελπιστική. Πακέτα διάσωσης είχαν δοθεί σε Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία, την ώρα που το απίστευτα υψηλό ιταλικό, δημόσιο χρέος, εμφανιζόταν πολύ μεγάλο για να μπορεί να αντιμετωπιστεί.

Καθώς τα ισπανικά και τα ιταλικά ομόλογα κατέρρεαν, σε βαθμό που πολλοί θεωρούσαν τη χρεοκοπία των δύο χωρών αναμφίβολη, ο νέος τότε πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, δήλωσε πως ήταν έτοιμος να πράξει ό,τι χρειάζεται για να σώσει το ευρώ.

Η ΕΚΤ δημιούργησε τότε έναν μηχανισμό που της επέτρεπε να επαναγοράζει απεριόριστο αριθμό κρατικών ομολόγων, ώστε να σταθεροποιήσει την οικονομία των υπό οικονομική κατάρρευση χωρών μελών της Ευρωζώνης. Η κίνηση αυτή έπεισε τους διεθνείς επενδυτές ότι οι χώρες της Ευρωζώνης δεν θα αφήνονταν σε καμία περίπτωση να πτωχεύσουν.

Η λύση Ντράγκι όμως δεν εφαρμόστηκε ουσιαστικά, αφού και μόνο η ανακοίνωσή της είχε αποτέλεσμα. Η λύση Ντράγκι εξάλλου δεν χαροποίησε τους πάντες. Βασικός πολέμιός της ήταν ο πρόεδρος της γερμανικής Bundesbank, Γενς Βάιντμαν. Μαζί με πολλούς άλλους στη Γερμανία, ο Βάιντμαν θεώρησε ότι η ΕΚΤ υπερέβη τις αρμοδιότητές της. Το χειρότερο δε για τον Βάιντμαν ή,ταν πως αν ποτέ η λύση Ντράγκι, εφαρμοζόταν πραγματικά, θα εφαρμοζόταν κυρίως με γερμανικά χρήματα.

Στις αρχές του 2013 μια ομάδα καθηγητών συνταγματικού δικαίου και οικονομικών από τα γερμανικά πανεπιστήμια συγκέντρωσε 35.000 υπογραφές, ζητώντας την παραπομπή της λύσης Ντράγκι έναντι του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Τον Φεβρουάριο του 2014 το Συνταγματικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι πράγματι η ΕΚΤ είχε υπερβεί τις αρμοδιότητές της και παρέπεμψε το ζήτημα, με την σειρά του, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Οι Γερμανοί ζητούσαν ουσιαστικά την ικανοποίηση τριών όρων, ώστε να μεταβάλλουν την άποψή τους σχετικά με τη λύση Ντράγκι. Οι δύο από αυτούς, όμως, μπορούν στην καλύτερη περίπτωση να χαρακτηριστούν, ως εξ ορισμού προβληματικοί.

Ο πρώτος αφορά τον περιορισμό εφαρμογής της επαναγοράς ομολόγων σε ώριμο [μόνο] χρέους. Η ικανοποίηση του όρου αυτού, είναι προφανές πως θα υπονόμευε την αξιοπιστία της Ευρωζώνης έναντι των αγορών, καθώς οι υπόλοιποι επενδυτές θα έμεναν ακάλυπτοι. Ο δεύτερος όρος όριζε ότι η ΕΚΤ δεν θα μπορούσε να αγοράζει απεριόριστα, ομόλογα των προβληματικών χωρών. Με τον τρόπο αυτό όμως ουσιαστικά υπονομευόταν το όλο οικοδόμημα Ντράγκι.

Η ομάδα των Γερμανών ακαδημαϊκών που ξεκίνησε την όλη αντίδραση προχώρησε, τον Φεβρουάριο του 2013, στην ίδρυση κόμματος με τον τίτλο «Εναλλακτική λύση για τη Γερμανία», με επικεφαλής τον οικονομολόγο Μπερντ Λούκε. Το κόμμα αυτό έφτασε πολύ κοντά στο να εισέλθει στην ομοσπονδιακή βουλή, στις πρόσφατες γερμανικές εκλογές, έχοντας κυρίαρχη ιδεολογία την πολεμική στο ευρώ. Στις Ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014 κέρδισε το 7,1% των ψήφων των Γερμανών, ενώ στις περιφερειακές εκλογές του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου κέρδισε ποσοστά μεταξύ του 9,7 και του 12,2%.

Αυτή την στιγμή στη Γερμανία κυβερνά ένας συνασπισμός των Χριστιανοδημοκρατών της καγκελαρίου Μέρκελ και των Σοσιαλιστών. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος είναι η μεγαλύτερη από την επιθυμητή για τη Μέρκελ, στροφή της προς το κέντρο. Το νέο κόμμα πέραν της αντιευρωπαϊκής του ιδεολογίας, στρέφεται και κατά της μεταναστευτικής πολιτικής της χώρας. Η άνοδος του κόμματος αυτού αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για την καγκελάριο καθώς θα μπορούσε να αποτελέσει την πολιτική στέγη όσων Γερμανών θεωρούν ότι δεν πρέπει η χώρα τους να χρηματοδοτεί τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.

Από την έναρξη της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη η Μέρκελ αποδείχτηκε ικανή να διαχειρίζεται την εναντίον της κατακραυγή από τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, αλλά και την εσωτερική κριτική για τη χρηματοδότηση των χωρών αυτών. Μέχρι τώρα η Μέρκελ είχε συνηθίσει να δέχεται κριτική από αριστερά κυρίως κόμματα, για τα προγράμματα λιτότητας που επιβάλει, σε αντάλλαγμα για τη χρηματοδότηση που παρέχει. Τώρα όμως η επίθεση προέρχεται από τα δεξιά της.

Το ίδιο περίπου συμβαίνει στη Βρετανία, στην Ολλανδία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου η επιρροή των ευρωσκεπτικιστών αυξάνεται ραγδαία. Η πολεμική κατά της ΕΚΤ στη Γερμανία πάντως εντάθηκε, εντός του 2014, καθώς ο Μάριο Ντράγκι, απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από τη γερμανική οικονομική ορθοδοξία, σκεπτόμενος να «παίξει» ακόμα και με τον ευρωπαϊκό πληθωρισμό, ένα θέμα ταμπού, για τους Γερμανούς.

Οι Γερμανοί συντηρητικοί και πολλά ΜΜΕ, καθημερινά, καταφέρονται εναντίον του. Στις 25 Σεπτεμβρίου ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε, εξέφρασε, ανοικτά, στη γερμανική βουλή, την αποδοκιμασία του για τις κινήσεις Ντράγκι.

Όλα τα μέτρα πάντως που έχει ανακοινώσει μέχρι στιγμής η ΕΚΤ δεν αποτελούν παρά ορεκτικά. Οι αγορές απαιτούν χαλάρωση της επιβεβλημένης οικονομικής ασφυξίας και ένα ευρύ πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων, ώστε να πέσουν κεφάλαια στην αγορά.

Απέναντι στην απαίτηση αυτή υπάρχει η ιδεολογική άρνηση της γερμανικής κυβέρνησης να πληρώσουν οι Γερμανοί φορολογούμενοι χρήματα για χάρη των περιφερειακών οικονομιών, η λογική ότι η όποια χαλάρωση θα επιτρέψει στις περιφερειακές οικονομίες να σταματήσουν τις κινήσεις μεταρρύθμισής τους και η δικαστική εκκρεμότητα σχετικά με τη λύση Ντράγκι, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Για τους λόγους αυτούς η καγκελάριος Μέρκελ, με αγωνία αναμένει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Σε κάθε περίπτωση όμως θα υπάρξει πρόβλημα. Αν το δικαστήριο κρίνει τις αποφάσεις Ντράγκι μη νόμιμες, τότε η εν πολλοίς τεχνητή άνοδος των τιμών των κρατικών ομολόγων των προβληματικών ευρωπαϊκών οικονομιών θα αναστραφεί και θα ξαναζήσουμε τις ημέρες του 2011-12.

Το ίδιο θα συμβεί αν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ικανοποιήσει τους όρους που έχει θέσει το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο. Αν δε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δικαιώσει τον Ντράγκι, η ήττα της γερμανικής πολιτικής θα είναι εμφανής και θα αποτελεί πολιτική νίκη για το γερμανικό αντιευρωπαϊκό κόμμα.

Η Γερμανία είναι η πρώτη σε εξαγωγές χώρα της Ευρώπης. Η Ευρωζώνη εξυπηρετεί, σημαντικά τη Γερμανία, καθώς το 40% των εξαγωγών της εκτελούνται εντός Ευρωζώνης. Αυτό συμβαίνει διότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες παγιδεύονται σε μια νομισματική ένωση που δεν τους επιτρέπει να γίνουν πιο ανταγωνιστικές, υποτιμώντας, ακόμα και το νόμισμά τους.

Από την αρχή της κρίσης η Γερμανία κατάφερε να κρατήσει όρθια την Ευρωζώνη, χωρίς να κάνει ιδιαίτερες παραχωρήσεις, όσον αφορά τον δικό της εθνικό πλούτο. Ήρθε όμως η στιγμή που η Γερμανία πρέπει να θυσιάσει μεγάλο μέρος του εθνικού της πλούτου για να διασώσει οριστικά την Ευρωζώνη.

Μέχρι τώρα, το Βερολίνο ήταν μια πρωτεύουσα όπου δεν κυκλοφορούσαν στους δρόμους της πεινασμένοι άνθρωποι. Τώρα όμως το πρόβλημα επανέρχεται και η Γερμανία αντιμετωπίζει το δίλημμα ή να διασώσει τις εξαγωγές της, διασώζοντας την Ευρωζώνη, με τις ανάλογες θυσίες, ή να εμποδίσει τους σχεδιασμούς του Ντράγκι να δει τις φήμες περί αποχώρησης της Ελλάδας, της Ιταλίας και άλλων χωρών από την Ευρωζώνη.

Η δικαστική λοιπόν απόφαση έχει εξαιρετική σημασία για το μέλλον της Ευρώπης. Η οικονομική κρίση έχει ανοίξει και βαθύ ρήγμα στην πάλαι ποτέ γερμανογαλλική συμμαχία, με ότι αυτό συνεπάγεται. Η άνοδος του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία δεν είναι τυχαία.