Ad Code

Responsive Advertisement

Οι βόμβες τσουνάμι των Βουλγάρων

KATOXIKA NEA: Διαβάστε με ΠΟΛΥ προσοχή αυτό το άρθρο και κρατήστε την έννοια , την εικόνα , τον λόγο για το πεδίο!

Τι θα μπορούσε να είναι πιο θανατηφόρο, και ως εκ τούτου, κατάλληλο για στρατιωτικούς σκοπούς, από τις φυσικές καταστροφές; Ξηρασίες, ασυνήθιστα κύματα ψύχους, έντονες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις, μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις οικονομίες των εθνών. Τσουνάμι και τυφώνες, με απώλειες δεκάδων ή ακόμα και εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων… Υπάρχει ακόμα και ο σεισμός, οι πλημμύρες, οι δασικές πυρκαγιές… Τι θα συμβεί αν μετατραπούν όλα αυτά σε ένα όπλο;

Τις περισσότερες φορές με αυτό το θέμα ασχολούνται οπαδοί των θεωριών συνωμοσίας στις σελίδες των ταμπλόιντ. Τα όπλα του κλίματος – ελεύθερα για θεωρίες συνωμοσίας: Με την ιδέα της συνωμοσίας ασχολούνται άπληστοι δημοσιογράφοι, δημόσια πρόσωπα, πολιτικοί, ακόμη και μερικοί επιστήμονες. Ο Ούγκο Τσάβες για παράδειγμα, ο πρόεδρος της Βενεζουέλας, όταν ακόμη ζούσε είχε κατηγορήσει ανοιχτά τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι έχουν εμπλακεί σε σεισμό στην Κίνα και στην Αϊτή το 2010, κλπ.

Θεωρητικά, η χρήση των φυσικών καταστροφών για στρατιωτικούς σκοπούς, είναι μια ελκυστική ιδέα.

Βουλγαρικά φράγματα

«Το πρόβλημα με τα βουλγαρικά φράγματα και τις πλημμύρες που προκαλούν στην Τουρκία πρέπει να επιλυθεί», τόνισε πρόσφατα ο Τούρκος υπουργός Δασών και Υδάτων, Βεϊσέλ Έρογλου αναφερόμενος στις καταστροφές που προκάλεσαν οι πλημμύρες στην Αδριανούπολη (Εντίρνε) από την υπερχείλιση του Έβρου, του Τούντζα και του Άρδα.

Tα βουλγαρικά φράγματα: Ο κύριος σκοπός τους είναι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και η άρδευση της γύρω περιοχής. Το μεγαλύτερο από αυτά κατασκευάστηκε κατά μήκος των συνόρων με την Τουρκία και την Ελλάδα, καθώς η πρόθεσή του ήταν να καταστεί ένα στρατηγικό όπλο.

Εκείνη την εποχή, η Βουλγαρία δεν θεωρούσε ότι μπορεί να υπάρχει μια απειλή από την Γιουγκοσλαβία και τη Ρουμανία, αλλά η Ελλάδα ως μια χώρα του ΝΑΤΟ θεωρούνταν ως μια απειλή, και η Τουρκία ανέκαθεν αναφέρεται ως ένας ενδεχόμενος κατακτητής της Βουλγαρίας. Έτσι, από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 αποφασίστηκε στην περιοχή του Κάρτζαλι να κατασκευαστούν τρία μεγάλα φράγματα (Κίρτζαλι, Στούντεν Κλάντενετς, Ιβαΐλοβγκραντ) για να συσσωρεύονται τα νερά του ποταμού Άρδα και των παραποτάμων του.

Το όλο σύστημα φραγμάτων στην Βουλγαρία αποτελείται στην πραγματικότητα από συνολικά 18 φράγματα, τα οποία μάλιστα είναι με τέτοιο τρόπο κατασκευασμένα, ώστε εάν ένα από αυτό σπάσει, τότε να προκαλέσει το φαινόμενο του ντόμινο στα άλλα 17 φράγματα, με αποτέλεσμα όλη η Θράκη, δυτικά και ανατολικά των όχθεων του Έβρου, να γίνει το θύμα από ένα τσουνάμι.

Οι Βούλγαροι θέλουν τα φράγματά τους όλα γεμάτα ώστε να έχουν πάντα άφθονο νερό για τα υδροϋλεκτρικά τους εργοστάσια αλλά και για τις αγροτικές καλλιέργειες. Ακόμη και τα ύστατα φράγματα προς την Ελληνοτουρκοβουλγαρική μεθόριο, τα οποία επίσης δεν είναι άδεια για να λειτουργούν ως βαλβίδες ασφαλείας για όλα τα προηγούμενα πλήρη φράγματα.

Η κατασκευή αυτών των φραγμάτων ήταν μέρος μιας αμυντικής στρατιωτικής στρατηγικής της Βουλγαρίας. Ορισμένα από τα φράγματα αυτά στόχευαν απευθείας την Ελλάδα, ορισμένα άλλα την Τουρκία.

Στην τελευταία περίπτωση, οι τοίχοι των τριών φραγμάτων στον Άρδα κατασκευάστηκαν έτσι ώστε να χρησιμοποιηθούν ως στρατηγικό όπλο σε μια επίθεση από την Τουρκία. Ο βομβαρδισμός τους θα είχε προκαλέσει ένα κύμα υδάτινης κρούσης για να εμποδίσει τους εχθρικούς εισβολείς.

Σύμφωνα με το δόγμα του Συμφώνου της Βαρσοβίας σε μια αιφνιδιαστική επίθεση από την Τουρκία η Βουλγαρία έπρεπε να αντέξει τέσσερις ώρες. Αυτός ήταν ο χρόνος που απαιτούνται για να φθάσουν και να αναπτυχθούν τα σοβιετικά στρατεύματα στο βουλγαρικό έδαφος. Οι καταστροφικές πλημμύρες προβλέπονταν πράγματι ως μια τελευταία απελπισμένη κίνηση να για σταματήσουν τους Τούρκους. Σε έναν πιθανό πόλεμο με την Τουρκία, με μια συγκεκριμένη σειρά έκρηξης των τοίχων των φραγμάτων, το κύμα του νερού θα σαρώσει τα πάντα στην περιοχή της Αδριανούπολης και σε όλη τη διαδρομή προς την Κωνσταντινούπολη. Όλη η ευρύτερη περιοχή θα ήταν απλά κάτω από το νερό. Ο πληθυσμός εκεί έπρεπε να εκκενωθεί μέσα σε μερικές ώρες. Το παλιρροϊκό κύμα προβλέπονταν να κατακλύσει την Αδριανούπολη, και είχει υπολογιστεί να είναι πολλά μέτρα σε ύψος.

Η μεγαλύτερη «υδάτινη βόμβα» βρίσκεται βορειοδυτικά του Κάρτζαλι, περίπου 3 χλμ από την πόλη. Η κατασκευή του τείχους του φράγματος Κάρτζαλι έλαβε χώρα κατά την περίοδο 1957-1963. Το φράγμα έχει χτιστεί επί τη βάσει ενός μοντέλου από ένα άλλο τείχος που χτίστηκε νωρίτερα στην Ιταλία. Είναι το τρίτο μεγαλύτερο στη Βουλγαρία, ενώ είναι μοναδικό στη μορφή και τη δομή στη Βαλκανική Χερσόνησο. Είναι ένα από τα λίγα φράγματα στον κόσμο που δεσπόζει πάνω από ένα σχετικά μεγάλο χωριό.

Ο τοίχος του φράγματος ανέρχεται σε 103,5 μέτρα πάνω από την δεξαμενή αποθήκευσης στο έδαφος και ο συνολικός όγκος της δεξαμενής είναι 539.900.000 κυβικά μέτρα. Ο πραγματικός όγκος της δεξαμενής αποθήκευσης είναι χαμηλότερος λόγω της συσσώρευσης των ιζημάτων που προέρχονται από τον ποταμό Άρδα.

Μια περίεργη λεπτομέρεια κατά την κατασκευή του φράγματος ήταν ότι ο κύριος αρχιτέκτονας αυτοκτόνησε υπό μυστηριώδεις συνθήκες. Σύμφωνα με φήμες ο μηχανικός έχασε τη ζωή του όπως προσπάθησε να σαμποτάρει την κατασκευή.

Παρά το γεγονός ότι το φράγμα έχει έναν πολύ υψηλό βαθμό προστασίας από τρομοκρατικές επιθέσεις, ως ένα στρατηγικής φύσεως όπλο, το φράγμα έχει ορισμένα μαλακά σημεία. Αυτά είναι τα μέρη που έγιναν εσκεμμένα ευάλωτα και είναι αυστηρά εμπιστευτικά. Αν πλήξει κάποιος αυτά τα μαλακά σημεία, μπορεί να καταστρέψει το τείχος. Αυτά τα φράγματα, όπως είναι κατανοητό, μπορούν να καταστραφούν και από τρίτους, με όπλα από απόσταση ή με επί τόπου στοχευμένες εκρήξεις.

Αν συμβεί κάτι, ακόμη και η μισή Φιλιππούπολη (βουγλαρικά: Πλόβντιβ) θα πρέπει επίσης να παρασυρθεί από το κύμα. Το Πλόβντιβ θα «γλιτώσει» – μέχρι να φτάσει το σημείο όπου το κύμα θα έχει πέσει σε δύο μέτρα ύψος.

Σήμερα αυτά τα φράγματα στην Βουλγαρία φυλάσσονται σε σχέση με τις εναέριες απειλές από το αντιεροπορικό συγκρότημα S-300 που παρέλαβε η γειτονική χώρα από την Ρωσία.

Ο μεγαλύτερος ποταμός των Βαλκανίων

Ο Έβρος είναι ο μεγαλύτερος σε μήκος και παροχή νερού ποταμός των Βαλκανίων και δεύτερος μεγαλύτερος σε ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη μετά τον Δούναβη. Πηγάζει από το όρος Ρίλα στη Βόρεια Βουλγαρία και αφού διασχίσει το 45% της βουλγαρικής επικράτειας εισέρχεται σε ελληνικό και τουρκικό έδαφος, για να εκβάλει σε ένα τεράστιο δαιδαλώδες Δέλτα στο Θρακικό Πέλαγος, έπειτα από μια συνολική πορεία 530 χιλιομέτρων. Στα τελευταία 210 απ” αυτά ορίζει τα σύνορα της Ελλάδας με τη Βουλγαρία και την Τουρκία.

Αποτελεί ένα τεράστιο υδατικό σύστημα, με λεκάνη απορροής συνολικής έκτασης 53.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, από τα οποία μόλις το 6% (3.340 τετρ. χλµ.) βρίσκεται σε ελληνικό έδαφος, το 66% (31.100 τετρ. χλµ.) σε βουλγαρικό και το 28% (14.560 τετρ. χλµ.) σε τουρκικό. Ωστόσο, μέσα στον ελληνικό ρου του ποταμού ή λίγο πριν εισέλθει σε ελληνικό έδαφος κοντά στο Ορμένιο, ο Έβρος δέχεται στην κοίτη του τα νερά των τριών μεγαλύτερων παραποτάμων του (Άρδας, Τούντζας, Εργίνης), που μαζί με τον ελληνικό Ερυθροπόταμο αντιπροσωπεύουν πάνω από το μισό (51%) της συνολικής υδρολογικής του επιφάνειας.

Σύμφωνα με την εφημερίδα ΕΘΝΟΣ, από την ελληνοτουρκική συμφωνία του 1934 μέχρι σήμερα έχουν υπογραφεί τουλάχιστον 16 διμερείς ή τριμερείς συμφωνίες μεταξύ Ελλάδας, Βουλγαρίας και Τουρκίας, σε απανωτές προσπάθειες να δοθεί μια λύση στο κοινό πρόβλημα, σύμφωνα με καταγραφή των Δρ Σ. Αρσενίου, Σ. Σκιά, Α. Καλλιώρα, το 2007.

Μία απ” αυτές ήταν το πρωτόκολλο του 1964 μεταξύ του Βασιλείου της Ελλάδας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας για τα διασυνοριακά νερά. Με αυτήν, η βουλγαρική πλευρά δεσμευόταν για την ετήσια αποδέσμευση 186Χ106 κ.μ. νερού από το φράγμα του Ιβαΐλοβγκραντ του ποταμού Άρδα (ένας από τους μεγαλύτερους παραποτάμους του Έβρου) κατά την περίοδο Μαΐου – Σεπτεμβρίου, για τις αρδευτικές ανάγκες του κάμπου του Βορείου Έβρου. Η συμφωνία βρίσκεται ακόμα σε ισχύ και λήγει το 2024.

Ωστόσο, το πρόβλημα σήμερα είναι διαφορετικό από την περίοδο σύναψης του πρωτοκόλλου. Η βουλγαρική πλευρά, που διατηρεί τρία μεγάλα φράγματα κατά μήκος του Άρδα, (Κίρτζαλι, Στούντεν Κλάντενετς, Ιβαΐλοβγκραντ), συγκρατεί σ” αυτά μεγάλες ποσότητες νερού για τις ανάγκες παραγωγής ενέργειας και κάθε φορά που αυτά υπερχειλίζουν αποδεσμεύει απότομα τεράστιο όγκο, προκαλώντας πλημμύρες στην ελληνική και την τουρκική πλευρά.

Σύμφωνα με αρμόδιους παράγοντες, η Βουλγαρία δεν δεσμεύεται από κάποια άλλη συμφωνία ορθολογικής διαχείρισης και η συμβολή της στην αποτροπή των πλημμυρικών φαινομένων επαφίεται ουσιαστικά στην καλή της πίστη. Η μοναδική της δέσμευση είναι να ενημερώνει μέσω ρηματικών διακοινώσεων την ελληνική πρεσβεία στη Σόφια κάθε φορά που υποχρεώνεται να αποδεσμεύσει ποσότητες που ξεπερνούν τα 300 m3/sec.

Δεκάδες διμερείς και τριμερείς διακρατικές συμφωνίες τα τελευταία 80 χρόνια δεν κατάφεραν να δώσουν λύση στο πολυσύνθετο πρόβλημα και το τίμημα πληρώνει κάθε χρόνο η ακριτική περιοχή.

Το 1934 υπογράφηκε η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για την από κοινού εγκατάσταση υδραυλικών συστημάτων στις δύο πλευρές του διασυνοριακού ποταμού. Με αυτήν ανατέθηκε στην αμερικανική εταιρεία HARZA η εκποίηση συνολικής μελέτης των αναγκαίων έργων, υπό την επίβλεψη της μόνιμης ελληνοτουρκικής επιτροπής.

Η μελέτη, που εγκρίθηκε και μπήκε σε τροχιά υλοποίησης στη δεκαετία του ’50 (μεσολάβησε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος), προέβλεπε δύο μεγάλα έργα: την κατασκευή των κυρίως αναχωμάτων στις δύο πλευρές, καθώς και ευθυγράμμιση της κοίτης του ποταμού, προκειμένου να εκλείψουν οι μαιανδρισμοί που ευνοούν πλημμυρικά φαινόμενα. Τα ζητήματα αλλαγής συνόρων που θα προέκυπταν από την ευθυγράμμιση (σ.σ. σύνορο αποτελεί το μέσο της κοίτης του ποταμού) θα λύνονταν με ανταλλαγή εδαφών ίσης έκτασης.

Η κατασκευή των κυρίως αναχωμάτων ολοκληρώθηκε το 1963, ωστόσο η ευθυγράμμιση έμεινε στη μέση, λόγω της επιδείνωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων και της διάλυσης της κοινής επιτροπής επίβλεψης.

Τα κυρίως αναχώματα στήθηκαν σε απόσταση 1.500 ως και 2.000 μέτρων από τις όχθες του ποταμού, αφήνοντας κενή τη λεγόμενη ευρεία κοίτη του ποταμού, εν δυνάμει «ζώνη κατάκλισης» για τις περιόδους αυξημένων ποσοτήτων νερού. Στη δεκαετία του 1980, ωστόσο, η ζώνη αυτή μειώθηκε στο μισό, με την κατασκευή των λεγόμενων μικρών υπερβλητών αναχωμάτων μεταξύ των κυρίως αναχωμάτων και της όχθης, σε απόσταση 600 ως 1.000 μέτρων απ” αυτήν. Το ενδιάμεσο διάστημα μοιράστηκε σε κλήρους και δόθηκε στους κατοίκους και των δύο πλευρών για αγροτική καλλιέργεια. Στην τουρκική πλευρά δημιουργήθηκαν ορυζώνες και στην ελληνική αναπτύχθηκαν καλλιέργειες σπαραγγιού, βαμβακιού, καλαμποκιού κ.ά. Το 52% της συνολικής έκτασης της λεκάνης απορροής του ποταμού καταλαμβάνεται σήμερα από γεωργικές εκτάσεις. Αυτές είναι οι πρώτες που πλημμυρίζουν, κάθε φορά που ο Έβρος αδυνατεί να κρατήσει τις αυξημένες ροές μέσα στα ασφυκτικά του πλαίσια και αναζητά τον ζωτικό του χώρο. Το νερό περνάει πάνω από τα υπερβλητά αναχώματα και κατακλύζει τις καλλιέργειες των αγροτών, οι οποίοι στη συνέχεια εισπράττουν αποζημιώσεις από τον ΕΛΓΑ. Τα νερά υποχωρούν μετά από εβδομάδες ή μήνες, τα «τραυματισμένα» αναχώματα επισκευάζονται και περιμένουν την επόμενη πλημμύρα.

ΠΗΓΗ