Αναφέρθηκε στην ύπαρξη μιας τρομοκρατίας της αγοράς, επισημαίνοντας πως η Ελλάδα έζησε «ένα άλλο είδος τρομοκρατίας, το φόβο ότι σε κυνηγούν οι αγορές, το φόβο για τους μεγάλους κινδύνους της χρηματοοικονομικής κρίσης».
Σε ό,τι αφορά την προώθηση των μεταρρυθμίσεων, σημείωσε ότι η ελληνική κυβέρνηση έδρασε γρήγορα «και όχι μόνο για τα ελληνικά δεδομένα». Ερωτηθείς για την αλλαγή νοοτροπίας στην Ελλάδα που απαιτείται, εκτιμά ότι «εάν με τη διαφάνεια στη διακυβέρνηση αποκτηθεί εμπιστοσύνη, τότε και οι πολίτες θα αναλάβουν μεγαλύτερη υπευθυνότητα».
Επισήμανε πως η χώρα έδωσε μάχη σε δύο μέτωπα, καθώς εκτός από το δημοσιονομικό έλλειμμα είχε να αντιμετωπίσει και το έλλειμμα εμπιστοσύνης. «Με γρήγορες και σκληρές αποφάσεις επανακτήσαμε την αξιοπιστία μας. Υπάρχουν τα πρώτα θετικά μηνύματα, όπως είναι οι επενδύσεις νορβηγικών κεφαλαίων σε ελληνικά ομόλογα, το Κατάρ που θέλει να επενδύσει σε ποσοστό 2% του ΑΕΠ της Ελλάδας και η Κίνα που επενδύει στο λιμάνι του Πειραιά. Η Ελλάδα δεν είναι χώρα που παρακάμπτει κανείς, αλλά χώρα που προσφέρει ευκαιρίες επενδύσεων», ανέφερε.
Διέψευσε κατηγορηματικά τα σενάρια περί αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, επισημαίνοντας πως σε περίπτωση που η κυβέρνηση είχε πρόθεση να προβεί σε μια τέτοια ενέργεια, αυτό θα ήταν «εξυπνότερο να γίνει στην αρχή της κρίσης. Αυτό ακριβώς θέλουμε να αποτρέψουμε. Θέλουμε να είμαστε απολύτως αξιόπιστοι έναντι των πιστωτών μας», σημείωσε.
Σκιαγραφώντας το πλαίσιο μιας ανταγωνιστικότερης Ευρώπης που θα επιθυμούσε, ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι θα πρέπει να στηρίζεται «σε ένα Κοινό Νομισματικό Ταμείο, κοινή φορολογία στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, ευρωπαϊκό φόρο CO2». Μέσα από τις δράσεις αυτές, όπως τόνισε, «θα προέκυπτε μια γνήσια οικονομική διακυβέρνηση».
Αναφορικά με τις προτάσεις της Κομισιόν και του Γερμανού υπουργού Οικονομικών περί αυστηρότερων αυτοματοποιημένων κυρώσεων για τις χώρες που παραβιάζουν το Σύμφωνο Σταθερότητας τόνισε ότι «για την υλοποίηση ορισμένων προτάσεων πρέπει να αλλάξουν οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες. Δεν είμαι αντίθετος. Χρειαζόμαστε αυστηρότερους κανόνες και τη μέγιστη δυνατή διαφάνεια. Εάν είχαμε ήδη στο παρελθόν ορισμένους από αυτούς τους κανόνες, δεν θα φτάναμε στην κατάσταση που είμαστε σήμερα», επισήμανε.
Ερωτηθείς για τις μακροπρόθεσμες, σε βάθος δεκαετίας, αναπτυξιακές δυνατότητες της Ελλάδας ο πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, υπογράμμισε πως η χώρα θα στηριχθεί στην πράσινη ανάπτυξη, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τις τεχνολογίες του μέλλοντος σε συνδυασμό με την παραδοσιακή ισχύ της, την ενίσχυση της ναυτιλίας, διαθέτοντας σήμερα το μεγαλύτερο στόλο, τη στήριξη του ποιοτικού τουρισμού και τις αγροτικές καλλιέργειες με το συγκριτικό πλεονέκτημα των μεσογειακών προϊόντων.
«Η ελληνική γεωργία έχασε την ανταγωνιστικότητά της και ως επακόλουθο των κοινοτικών ενισχύσεων. Δεν σκεφτόμασταν τι θα πουλήσουμε, αλλά για τι μπορούσαμε να πάρουμε επιδότηση», σημείωσε.
Δεν θα μπορούσε, τέλος, να μη σχολιάσει την πρόταση δύο Γερμανών βουλευτών της συμπολίτευσης την περασμένη άνοιξη να πουλήσει η Ελλάδα νησιά για να αποπληρώσει το χρέος της. Αφού χαρακτήρισε την πρόταση ως «ανόητη», τόνισε πως η Ελλάδα θα πρέπει να γίνει το «κέντρο ευεξίας» της Ευρώπης.
«Τα νησιά είναι ένας θησαυρός για όλους τους Ευρωπαίους, όχι μόνο για ορισμένους πλούσιους που θα τα αγόραζαν. Θέλουμε να τα μετατρέψουμε σε νησιά ευεξίας», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε λίγα 24ωρα προτού ο Γιώργος Παπανδρέου τιμηθεί με το βραβείο «Quadriga» στο Βερολίνο, την Κυριακή (3/10), ημέρα εθνικής εορτής της ενοποίησης της Γερμανίας.
Μοιραστείτε αυτή την ανάρτηση
Social Plugin