Στην εγκύκλιο, μεταξύ άλλων, αποσαφηνίζονται οι προϋποθέσεις για την καταβολή των συντάξεων χηρείας αλλά και οι περιπτώσεις που η σύνταξη καταβάλλεται μειωμένη (π.χ. αν ο επιζών εργάζεται ή λαμβάνει σύνταξη).
Στόχος των αλλαγών είναι να υπάρξουν ενιαίες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης στα ασφαλιστικά ταμεία και στο Δημόσιο, ενώ ίδιες είναι οι προϋποθέσεις τόσο για τους άντρες όσο και για τις γυναίκες.
Τι προβλέπεται
Συγκεκριμένα στην εγκύκλιο προβλέπεται πως: σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου, θα πρέπει να έχουν παρέλθει τρία έτη από την τέλεση του γάμου, προκειμένου ο επιζών σύζυγος να δικαιούται σύνταξη λόγω θανάτου από Ταμεία κύριας ή επικουρικής ασφάλισης ή στο Δημόσιο.
Η πάροδος τριετίας από την τέλεση του γάμου δεν ισχύει στις περιπτώσεις που ο θάνατος του ασφαλισμένου οφείλεται σε ατύχημα (εργατικό ή μη) ή κατά τη διάρκεια του γάμου γεννήθηκε, νομιμοποιήθηκε, αναγνωρίστηκε ή υιοθετήθηκε τέκνο, ή η χήρα κατά τον χρόνο θανάτου του ασφαλισμένου τελούσε σε κατάσταση εγκυμοσύνης (η οποία δεν διεκόπη και γεννήθηκε ζων τέκνο).
Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου λόγω γήρατος ή αναπηρίας θα πρέπει να έχουν παρέλθει πέντε έτη από την τέλεση του γάμου, προκειμένου ο επιζών σύζυγος να δικαιούται σύνταξη λόγω θανάτου από ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας ή επικουρικής ασφάλισης ή το Δημόσιο. Αυτό δεν ισχύει αν κατά τη διάρκεια του γάμου γεννήθηκε, νομιμοποιήθηκε, αναγνωρίστηκε ή υιοθετήθηκε τέκνο, ή η χήρα κατά τον χρόνο θανάτου του ασφαλισμένου τελούσε σε κατάσταση εγκυμοσύνης, η οποία δεν διεκόπη και γεννήθηκε ζων τέκνο.
Η εν λόγω διάταξη έχει εφαρμογή τόσο για όσους μπήκαν στην αγορά εργασίας μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1992 ασφαλισμένους (παλαιοί ασφαλισμένοι) όσο και στους από 1ης Ιανουαρίου 1993 ασφαλισμένους (νέοι ασφαλισμένοι), σε οποιονδήποτε φορέα ασφάλισης ή το Δημόσιο. Κάθε άλλη διάταξη -γενική ή καταστατική- που ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα, καταργείται από τη δημοσίευση του νόμου.
Σύνταξη χηρείας σε εργαζόμενους και συνταξιούχους
Μείωση 50% μετά την τριετία
Η σύνταξη λόγω θανάτου θα χορηγείται χωρίς περιορισμούς τα πρώτα τρία χρόνια. Κατόπιν θα μειώνεται στο 50%, αν ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή λαμβάνει σύνταξη, έως το 65ο έτος. Μετά την παρέλευση του ορίου αυτού ο δικαιούχος θα παίρνει το 70% της σύνταξης
Ειδικές ρυθμίσεις ισχύουν για όσους ασφαλισμένους παίρνουν σύνταξη χηρείας αλλά εξακολουθούν να εργάζονται ή λαμβάνουν και δεύτερη σύνταξη. Στην εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας προβλέπονται τα ακόλουθα:
Χορηγείται σύνταξη λόγω θανάτου στον επιζώντα για μία τριετία, χωρίς περιορισμούς, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του Ταμείου. Μετά την τριετία ο επιζών σύζυγος -εφόσον εργάζεται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή- θα δει τη σύνταξη θανάτου να περιορίζεται στο 50% έως τη συμπλήρωση του 65ου έτους. Μετά τη συμπλήρωση του ορίου αυτού λαμβάνει το 70% της σύνταξης αυτής.
Οι περιορισμοί αυτοί δεν ισχύουν στην περίπτωση που ο επιζών σύζυγος, κατά την ημερομηνία θανάτου, είναι ανάπηρος σωματικά ή πνευματικά σε ποσοστό 67% και άνω. Στην περίπτωση αυτή λαμβάνει ολόκληρη τη δικαιούμενη σύνταξη, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η αναπηρία, ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων.
Σε περίπτωση που ο επιζών σύζυγος λαμβάνει και σύνταξη από ίδιο δικαίωμα ή περισσότερες της μίας συντάξεις λόγω θανάτου, ο ανωτέρω περιορισμός γίνεται σε μία από τις κύριες καθώς και σε μία από τις επικουρικές συντάξεις της επιλογής του.
Σε περίπτωση που η σύνταξη καταβάλλεται μειωμένη και ο θανών ασφαλισμένος καταλείπει τέκνα (που δικαιούνται σύνταξη θανάτου), το υπόλοιπο της σύνταξης του επιζώντος των συζύγων επιμερίζεται στα τέκνα σε ίσα μέρη.
Οι διατάξεις εξακολουθούν να μην εφαρμόζονται σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του ΟΓΑ, ο οποίος λαμβάνει σύνταξη με βάση τις διατάξεις του Ν. 4169/1961, του Ν.Δ. 1390/1973, του Ν. 1745/1987 και του Ν. 2458/1997, καθώς και στην περίπτωση που ο επιζών σύζυγος είναι ασφαλισμένος ή συνταξιούχος του ΟΓΑ και λαμβάνει σύνταξη σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις.
Οι ρυθμίσεις έχουν εφαρμογή και στους επιζώντες συζύγους που λαμβάνουν σύνταξη λόγω θανάτου από το Δημόσιο. Εξαιρούνται όσοι λαμβάνουν και εξ ιδίου δικαιώματος σύνταξη από το Δημόσιο, ή πολεμική σύνταξη γενικά, ή σύνταξη με βάση τις διατάξεις των Νόμων 1897/1999 και 1977/1991, καθώς και όσους υπάγονται στις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 8 του Ν. 2592/1998.
Συνεπώς με τη νέα ρύθμιση ο επιζών σύζυγος, που λαμβάνει σύνταξη από ίδιο δικαίωμα ή σύνταξη λόγω θανάτου από φορέα αρμοδιότητας του υπουργείου Εργασίας ή το ΝΑΤ και σύνταξη λόγω θανάτου από τους ανωτέρω φορείς ή το δημόσιο, από υπηρεσία που παρασχέθηκε στο Δημόσιο ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, υπόκειται στον προβλεπόμενο από τον Ν. 2676/1999, όπως ισχύει, περιορισμό της σύνταξης που θα επιλέξει, με αντίστοιχο επιμερισμό του υπολοίπου της σύνταξης στα δικαιοδόχα τέκνα, εφόσον υπάρχουν.
Για παράδειγμα, συνταξιούχος γήρατος του ΟΑΕΕ λαμβάνει σύνταξη θανάτου από το ΤΣΜΕΔΕ (του ΕΤΑΑ) από εργασία του θανόντος στο Δημόσιο. Στην περίπτωση αυτή η σύνταξη λόγω θανάτου καταβάλλεται χωρίς περιορισμό για μία τριετία από την πρώτη του επομένου του θανάτου μήνα.
Μετά την πάροδο της τριετίας, εφόσον ο συνταξιούχος δεν έχει συμπληρώσει το 65ο έτος, η σύνταξη περιορίζεται κατά 50%. Ο επιζών σύζυγος επιλέγει εάν ο περιορισμός της σύνταξης θα γίνει στη σύνταξη γήρατος που λαμβάνει από τον ΟΑΕΕ ή στη σύνταξη θανάτου που λαμβάνει από το ΤΣΜΕΔΕ (ΕΤΑΑ).
Μετά τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το 70% της σύνταξης που έχει επιλέξει να περιοριστεί. Εφόσον υπάρχουν τέκνα, τα οποία δικαιούνται σύνταξη λόγω θανάτου, το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται από τον επιζώντα σύζυγο επιμερίζεται στα τέκνα.
Δικαίωμα επιλογής σε ό,τι αφορά τον περιορισμό της σύνταξης του Δημοσίου έχουν μόνο όσοι λαμβάνουν από αυτό σύνταξη λόγω θανάτου και όχι σύνταξη εξ ιδίου δικαιώματος.
Για παράδειγμα, συνταξιούχος ιατρός του ΕΣΥ λαμβάνει σύνταξη ως επιζών σύζυγος από το ΤΣΑΥ (του ΕΤΑΑ), λόγω θανάτου του συζύγου, μόνιμου ιατρού του ΙΚΑ, ασφαλισμένου στο Ειδικό Συνταξιοδοτικό Καθεστώς του ΙΚΑ (N. 3163/1955). Στην περίπτωση αυτή η σύνταξη λόγω θανάτου από το ΤΣΑΥ καταβάλλεται εξ αρχής μειωμένη κατά 70%, εκτός και εάν ζητήσει την αναστολή της σύνταξής του.
Οι νέες ρυθμίσεις εφαρμόζονται για τις περιπτώσεις που ο θάνατος του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου επέλθει μετά τις 15 Ιουλίου 2010.
Δεν επέρχεται καμία μεταβολή στις περιπτώσεις που ο θάνατος επήλθε πριν από την ημερομηνία αυτή.
Οι ρυθμίσεις εφαρμόζονται και στους φορείς και τομείς επικουρικής ασφάλισης, οι ασφαλισμένοι των οποίων συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο ή από φορείς κύριας ασφάλισης με καθεστώς όμοιο με αυτό του Δημοσίου.
Επτά ερωτήσεις - απαντήσεις
Αναλυτικά παραδείγματα για τις νέες διατάξεις στον ασφαλιστικό νόμο
Αναλυτικά παραδείγματα για τις αλλαγές που «φέρνει» ο τελευταίος ασφαλιστικός νόμος στις συντάξεις χηρείας έδωσε χθες στη δημοσιότητα το υπουργείο Εργασίας. Με τα παραδείγματα αποσαφηνίζονται οι όροι για την καταβολή της σύνταξης, οι οποίοι είναι ίδιοι τόσο για τους άντρες όσο και για τις γυναίκες.
Οι απαντήσεις στα συνηθέστερα ερωτήματα των ασφαλισμένων έχουν ως εξής:
1 Ερώτηση: Ποιες αλλαγές επέρχονται στις συντάξεις λόγω χηρείας με τον νέο ασφαλιστικό νόμο (3863/2010);
Απάντηση: Ουσιαστικά διατηρείται το υπάρχον καθεστώς που ισχύει στον ιδιωτικό τομέα, επεκτείνεται όμως και σε όσους λαμβάνουν σύνταξη λόγω θανάτου και από το Δημόσιο. Παράλληλα προβλέπεται αύξηση των ετών έγγαμης συμβίωσης, προκειμένου ο επιζών των συζύγων να δικαιούται σύνταξη.
2 Ερώτηση: Από πότε εφαρμόζεται το νέο καθεστώς;
Απάντηση: Οι νέες ρυθμίσεις εφαρμόζονται για συντάξεις χηρείας, όταν ο θάνατος επήλθε ή επέλθει από 15 Ιουλίου 2010 και μετά (ημέρα δημοσίευσης του νέου νόμου). Καμία μεταβολή δεν επέρχεται στις συντάξεις χηρείας όταν ο θάνατος επήλθε πριν από τις 15 Ιουλίου 2010.
3 Ερώτηση: Ποιες είναι οι βασικές προϋποθέσεις για τη χορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου στον επιζώντα σύζυγο;
Απάντηση: Οι βασικές προϋποθέσεις είναι αθροιστικά οι ακόλουθες:
- Να έχει συμπληρωθεί ο απαραίτητος χρόνος ασφάλισης που προβλέπεται από τις ειδικές διατάξεις κάθε Ταμείου ή από τις γενικές διατάξεις.
- Να έχουν συμπληρωθεί τρία χρόνια έγγαμης συμβίωσης μέχρι την ημερομηνία θανάτου, όταν ο θανών ήταν εργαζόμενος κατά την ημερομηνία τέλεσης του γάμου (ο χρόνος αυτός ήταν από έξι μήνες μέχρι δύο χρόνια με το προηγούμενο καθεστώς) εκτός εάν:
- Έχει γεννηθεί παιδί κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης.
- Η γυναίκα βρίσκεται σε κατάσταση εγκυμοσύνης σε περίπτωση θανάτου του συζύγου.
- Ο θάνατος οφείλεται σε βίαιο συμβάν.
- Να έχουν συμπληρωθεί πέντε χρόνια έγγαμης συμβίωσης (από ένα μέχρι δύο έτη που προέβλεπε το προηγούμενο καθεστώς), όταν ο θανών ήταν συνταξιούχος, εκτός αν ισχύει μία από τις περιπτώσεις που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
4 Ερώτηση: Υπάρχει περίπτωση μείωσης ή κατάργησης σύνταξης από αυτές που καταβάλλονται ήδη σε επιζώντες συζύγους;
Απάντηση: Οχι, καμία αλλαγή δεν γίνεται για συντάξεις που έχουν καταβληθεί ή θα καταβληθούν σε επιζώντες συζύγους όταν ο θάνατος του ασφαλισμένου ή του συνταξιούχου επήλθε πριν από τις 15 Ιουλίου του 2010.
5 Ερώτηση: Υπάρχει όριο ηλικίας το οποίο θα πρέπει να έχει συμπληρώσει ο επιζών των συζύγων για να πάρει σύνταξη λόγω θανάτου του συζύγου;
Απάντηση: Όχι δεν προβλέπεται κανένα ηλικιακό όριο. Στην περίπτωση όμως που ο επιζών εργάζεται ή λαμβάνει σύνταξη χηρείας, καταβάλλεται πλήρης η σύνταξη για τρία χρόνια και μειώνεται στη συνέχεια κατά 50% μέχρι τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας. Μετά τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας η μείωση είναι 30%. Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση που ο επιζών λαμβάνει σύνταξη και από δικό του δικαίωμα, η μείωση γίνεται σε μία από τις κύριες και σε μία από τις επικουρικές που θα επιλέξει ο ίδιος. Οι περιορισμοί δεν ισχύουν όταν ο επιζών των συζύγων είναι ανάπηρος 67% και άνω.
6 Ερώτηση: Οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου είναι ίδιες ή διαφορετικές για άνδρες - γυναίκες;
Απάντηση: Οι προϋποθέσεις είναι πλέον ίδιες για τους άνδρες και για τις γυναίκες, χωρίς εξαιρέσεις σε όλα τα Ταμεία.
7 Ερώτηση: Τι γίνεται στις περιπτώσεις που υπάρχουν παιδιά ανήλικα ή παιδιά που σπουδάζουν;
Απάντηση: Σε όλες τις περιπτώσεις που ο θανών αφήνει παιδιά ανήλικα ή παιδιά που σπουδάζουν, ισχύουν όλες οι διατάξεις που προβλέπονται για τη συνταξιοδότησή τους σε κάθε Ασφαλιστικό Ταμείο χωρίς καμία αλλαγή. Μάλιστα στις περιπτώσεις που η σύνταξη μειώνεται για τον επιζώντα σύζυγο ή σύνταξη που «χάνεται» για τον χήρο ή τη χήρα επιμερίζεται στα παιδιά.
Κατερίνα Κοκκαλιάρη
Μοιραστείτε αυτή την ανάρτηση
Social Plugin