Την παρακάτω
μελέτη δημοσιεύουμε με ειλικρινή σεβασμό προς τους αρχαίους Έλληνες και
συμπάθεια προς όλους τους λαούς, ακόμη και εκείνους που τελούσαν τις πιο
βδελυρές ανθρωποθυσίες. Οι συνθήκες και η άγνοια του Θεού τούς είχαν
τρέψει εκεί. Απλά χαίρομαι που είμαι χριστιανός και θα ΠΕΘΑΝΩ εν Χριστώ
και όχι αρπαγμένος από τα νύχια του διαβόλου.
Από ΑΝΩΝΥΜΟ ΑΠΟΛΟΓΗΤΗ
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΝΘΡΩΠΟΘΥΣΙΩΝ & ΜΑΣΤΙΓΩΜΑΤΩΝ ΑΡΧΑΙΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ
[...]
«Επί τούτου του βωμού τω Λυκαίω Διί θύουσιν εν απορρήτω· πολυπραγμονήσαι δε ού μοι τα ες την θυσίαν ηδύ ην, εχέτω δε ως έχει και ως έσχεν εξ αρχής.» (Παυσανίας, Αρκαδικά 38, 7)
«Επί τούτου του βωμού τω Λυκαίω Διί θύουσιν εν απορρήτω· πολυπραγμονήσαι δε ού μοι τα ες την θυσίαν ηδύ ην, εχέτω δε ως έχει και ως έσχεν εξ αρχής.» (Παυσανίας, Αρκαδικά 38, 7)
Ο Παυσανίας
αναφέρει πολλές ανθρωποθυσίες που γίνονταν στα μέρη όπου πήγαινε. Εδώ
όμως ντρέπεται να περιγράψει αυτό το είδος ανθρωποθυσίας. Οι ενδείξεις
μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι θυσιάζονταν και φαγώνονταν βρέφη απ’ τους
μανιακούς οπαδούς του Δία…
«Λυκάων δε επί
τον βωμόν του Λυκαίου Διός βρέφος ήνεγκεν ανθρώπου και έθυσε το βρέφος
και έσπεισεν επί του βωμού το αίμα, και αυτόν αυτίκα επί τη θυσία
γενέσθαι λύκον φασίν αντί ανθρώπου.» (Παυσανίας, Αρκαδικά 2,3)
«Τίς αρχή ουν
μεταβολής εκ προστάτου επί τύραννον; Ή δήλον ότι επειδάν ταυτόν άρξηται
δραν ο προστάτης τω εν τω μύθω ος περί το εν Αρκαδία το του Διός του
Λυκαίου ιερόν λέγεται;
Τίς; έφη.
Ως άρα ο γευσάμενος του ανθρωπίνου σπλάγχνου, εν άλλοις άλλων ιερείων ενός εγκατατετμημένου, ανάγκη δη τούτω λύκω γενέσθαι. Ή ουκ ακήκοας τον λόγον;
Έγωγε.» (Πλάτωνος, Πολιτεία Η΄ 565 d-e)
Τίς; έφη.
Ως άρα ο γευσάμενος του ανθρωπίνου σπλάγχνου, εν άλλοις άλλων ιερείων ενός εγκατατετμημένου, ανάγκη δη τούτω λύκω γενέσθαι. Ή ουκ ακήκοας τον λόγον;
Έγωγε.» (Πλάτωνος, Πολιτεία Η΄ 565 d-e)
Είναι φανερό ότι η
βρώση των βρεφών που είχαν θυσιαστεί συνέβαινε πολλές φορές στο βωμό
του Λυκαίου Διός. Η μεταμόρφωση αυτή σε λύκο ασφαλώς είναι συμβολική
διότι, φυσικά, δεν μετατρέπεται κανείς άνθρωπος σε ζώο. Όπως φαίνεται,
συμβολίζει την απόκτηση υπεράνθρωπων δυνάμεων. Ας μην ξεχνάμε ότι, στην
ορεινή και πρωτόγονη Αρκαδία ειδικά, λατρευόταν περισσότερο απ’
οπουδήποτε αλλού και ο ντόπιος ζωόμορφος Πάνας.
«Μετά δε
Στύμφαλόν εστιν Αλέα, συνεδρίου μεν του Αργολικού μετέχουσα και αύτη,
ʼλεον δε τον Αφείδαντος γενέσθαι σφίσιν αποφαίνουσιν οικιστήν. Θεών δε
ιερά αυτόθι Αρτέμιδός εστιν Εφεσίας και Αθηνάς Αλέας, και Διονύσου ναός
και άγαλμα. Τούτω παρά έτος Σκιέρεια εορτήν άγουσι, και εν Διονύσου τη
εορτή κατά μάντευμα εκ Δελφών μαστιγούνται αι γυναίκες, καθά και οι
Σπαρτιατών έφηβοι παρά τη Ορθία.» (Μτφρ: «Μετά τη Στύμφαλο είναι η Αλέα
(χωριό Αλέα πρώην Μπουγιάτι), που και αυτή μετέχει στην αργολική
ομοσπονδία [?]. Εδώ υπάρχουν τα ιερά της Εφεσίας Αρτέμιδος, της Αλέας
Αθηνάς και του Διονύσου, με άγαλμα του θεού. Κάθε χρόνο τελούν προς
τιμήν του τα Σκιέρεια, όπου, σύμφωνα με χρησμό του μαντείου των Δελφών,
μαστιγώνονται οι γυναίκες, όπως και οι έφηβοι των Σπαρτιατών στη γιορτή
της Ορθίας»] (Πηγή: Περιηγήσεις Παυσανία από την Αργολίδα στην Αρκαδία,
Αρκαδικά 23, 1, Ιστορικά Νο 249. 19 Αυγούστου 2004 σελ. 13,14).
Στην
«Εκάβη»(535), του Ευριπίδη περιγράφεται με έναν ιδιαίτερο εναργή τρόπο η
φοβερή τελετουργία του εναγισμού με ανθρωποθυσία. Ο Νεοπτόλεμος, υιός
του Αχιλλέα, οδηγεί την Πολυξένη (την παρ’ ολίγον μητριά του) από το
χέρι -ως ο κοντινότερος συγγενής της!- προς την κορυφή του Τύμβου (όπου
βρισκόταν ο τάφος του πατέρα του), για την θυσία προς εξευμενισμό του
νεκρού Αχιλλέα φωνάζοντας: «Έλα και πιές της κόρης το μαύρο αίμα το
αγνό»! Σε διάφορα αγγεία που έχει απεικονιστεί η σκηνή (H. B. WWalters,
J. H. S. XVIII, 1898, σ. 281, πιν. XV) ο τάφος του Αχιλλέα όπου
θυσιάζεται η Πολυξένη παρουσιάζεται ως ΟΜΦΑΛΟΣΧΗΜΟΣ τάφος – βωμός…(Πηγή:
Οι απόκρυφες επιστήμες στην ελληνική αρχαιότητα», Διαμαντής Κούτουλας,
κεφάλαιο Α «Εναγισμοί», Εκδόσεις Έσοπτρον, Αθήνα 2002, σελίδα 34)
ΑΝΘΡΩΠΟΘΥΣΙΕΣ
ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΕΠΟΧΗ
ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΕΠΟΧΗ
Κανιβαλισμός στη Νεολιθική Ευρώπη
Τα απομεινάρια
περίπου 500 σκοπίμως ακρωτηριασμένων ανθρώπων εντοπίστηκαν σε Νεολιθικό
οικισμό, ηλικίας 7.000 ετών, στο Harxheim της Ρηνανίας. Σύμφωνα με το
περιοδικό αρχαιολογίας Antiquity, τα σπάνια αυτά ευρήματα υποδηλώνουν
ότι ενδεχομένως πραγματοποιούνταν εκεί τελετουργίες που περιελάμβαναν
«μαζικούς κανιβαλισμούς». Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις επιστημόνων, ο
κανιβαλισμός στην Ευρώπη της Νεολιθικής περιόδου μπορεί να σημειωνόταν
σε περιόδους λιμού, καθώς η γεωργία ήταν ήδη διαδεδομένη στο
συγκεκριμένο μέρος του κόσμου.
Πηγή: Περιοδικό Science Illustrated, τεύχος 57, Νέες της Επιστήμης, σελ. 29
Πηγή: Περιοδικό Science Illustrated, τεύχος 57, Νέες της Επιστήμης, σελ. 29
ΙΟΥΔΑΙΟΙ
Οι Ιουδαίοι
[σημείωση "Νεκρού": σε εποχές παρακμής, όπου αποστατούσαν από τη λατρεία
του Θεού] θυσίαζαν εις τον Εθνικό τους θεό Μολώχ τα παιδιά του, εις τον
οποίο πυρακτούμενα προσφέρονταν ολοκαυτώματα διάφορων ζώων καθώς και
ανθρώπινα βρέφη. Λέγονταν και Τοφέθ, διότι οι ιερείς του ταυροκέφαλο
θεού αυτού κτυπούσαν τύμπανα ώστε να πνίγονται οι φωνές των θυμάτων. Ο
Ιεφθάε θυσίασε την κόρη του.
ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ
Από ότι αναφέρει ο
Μανέθων, στην Αίγυπτο γίνονταν κάθε μία ημέρα 3 ανθρωποθυσίες στον ναό
του Ήλιο στην Ηλιούπολι μέχρι και την εποχή του Αμάσιου.
Άβυδος
Αμερικανοί
αρχαιολόγοι υποστηρίζουν ότι ανακάλυψαν ευρήματα σε τάφους της Αβύδου τα
οποία φανερώνουν ότι στην αρχαία Αίγυπτο γίνονταν ανθρωποθυσίες, από το
2950 π.Χ. και μετά.
Η όγδοη πληγή των Φαραώ
Θυσιάζονταν για να «συνοδεύσουν» τον νεκρό βασιλιά τους
Όταν η αρχαία
Αίγυπτος βρισκόταν στο κατώφλι της χρυσής της εποχής, πριν από περίπου
5.000 χρόνια, οι άνθρωποι που την κυβερνούσαν είχαν απεριόριστη εξουσία
πάνω στη ζωή και στον θάνατο.
Οι ίδιοι μάλιστα δια-κατέχονταν από έμμονη ιδέα για τη δική τους μεταθανάτια ζωή. Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται ανάγλυφα στα ταφικά μνημεία της Αβύδου, στην Αίγυπτο, στον τόπο δηλαδή όπου αναπαύονται εδώ και αιώνες οι πρώτοι γνωστοί Φαραώ της Ιστορίας.
Οι ανασκαφές που έχουν γίνει τα τελευταία δυο χρόνια στην περιοχή αποκάλυψαν αυτό που σχεδόν όλοι οι ειδικοί πιθανολογούσαν, αλλά κανείς μέχρι τώρα δεν μπορούσε να αποδείξει. Η εξουσία των Φαραώ πάνω στη ζωή και στον θάνατο μετουσιωνόταν μέσα από τις ανθρωποθυσίες. Άνθρωποι θυσιάζονταν και θάβονταν τελετουργικά μαζί με τον βασιλιά τους για να συνεχίσουν να τον ακολουθούν στο ταξίδι του προς τον άλλον κόσμο.
Οι ίδιοι μάλιστα δια-κατέχονταν από έμμονη ιδέα για τη δική τους μεταθανάτια ζωή. Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται ανάγλυφα στα ταφικά μνημεία της Αβύδου, στην Αίγυπτο, στον τόπο δηλαδή όπου αναπαύονται εδώ και αιώνες οι πρώτοι γνωστοί Φαραώ της Ιστορίας.
Οι ανασκαφές που έχουν γίνει τα τελευταία δυο χρόνια στην περιοχή αποκάλυψαν αυτό που σχεδόν όλοι οι ειδικοί πιθανολογούσαν, αλλά κανείς μέχρι τώρα δεν μπορούσε να αποδείξει. Η εξουσία των Φαραώ πάνω στη ζωή και στον θάνατο μετουσιωνόταν μέσα από τις ανθρωποθυσίες. Άνθρωποι θυσιάζονταν και θάβονταν τελετουργικά μαζί με τον βασιλιά τους για να συνεχίσουν να τον ακολουθούν στο ταξίδι του προς τον άλλον κόσμο.
Άρχοντες ζωής και θανάτου.
Ο δρ. Ντέιβιντ Ο’
Κόνορ, από το Ινστιτούτο Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου της Νέας
Υόρκης, ο οποίος ανακάλυψε τις αποδείξεις για τις ανθρωποθυσίες που
τελούνταν στην αρχαία Αίγυπτο, λέει προς την εφημερίδα «The New York
Times» πως αποτελούν «δραματική απόδειξη της τεράστιας ισχύος που είχαν
προς τους υπηκόους τους οι βασιλιάδες και τα μέλη της ανώτατης
κοινωνικής τάξης». Η ισχύς αυτή ήταν εμφανής ακόμη και κατά τη διάρκεια
της πρώτης δυναστείας του αιγυπτιακού πολιτισμού, που άρχισε περίπου το
2950 π.Χ.
«Ήταν κρίσιμη μεταβατική περίοδος, κατά την οποία ο βασιλιάς Αχά κατάφερε να προσδώσει τεράστια αίγλη σε ένα μικρό σχετικά μέχρι τότε πολιτισμό», προσθέτει ο Αμερικανός επιστήμονας που διευθύνει τις ανασκαφές. «Η ιδέα ότι ο βασιλιάς αποτελούσε τόσο σημαντικό πρόσωπο ώστε έπρεπε στη μεταθανάτια ζωή του να περιστοιχίζεται από ανθρώπους που θα τον υπηρετούν αντικατοπτρίζει όχι μόνο την αίγλη της βασιλικής εξουσίας κατά την περίοδο εκείνη αλλά και τις αλλαγές που συντελέστηκαν στις θρησκευτικές πεποιθήσεις και πρακτικές».
Έξι Τάφοι.
«Ήταν κρίσιμη μεταβατική περίοδος, κατά την οποία ο βασιλιάς Αχά κατάφερε να προσδώσει τεράστια αίγλη σε ένα μικρό σχετικά μέχρι τότε πολιτισμό», προσθέτει ο Αμερικανός επιστήμονας που διευθύνει τις ανασκαφές. «Η ιδέα ότι ο βασιλιάς αποτελούσε τόσο σημαντικό πρόσωπο ώστε έπρεπε στη μεταθανάτια ζωή του να περιστοιχίζεται από ανθρώπους που θα τον υπηρετούν αντικατοπτρίζει όχι μόνο την αίγλη της βασιλικής εξουσίας κατά την περίοδο εκείνη αλλά και τις αλλαγές που συντελέστηκαν στις θρησκευτικές πεποιθήσεις και πρακτικές».
Έξι Τάφοι.
Η ομάδα των
αρχαιολόγων που εργάζεται στην Άβυδο οργανώθηκε από τα Πανεπιστήμια της
Νέας Υόρκης, του Γέιλ και της Πενσυλβανίας, και ανακάλυψε έξι τάφους
δίπλα στα ερείπια του ταφικού μνημείου που ήταν αφιερωμένο στον Αχά, τον
πρώτο Φαραώ της 1ης Δυναστείας.
Στους πέντε τάφους που ανασκάφηκαν βρέθηκαν σκελετοί αξιωματούχων του παλατιού του, σκελετοί υπηρετών και καλλιτεχνών που φαίνεται ότι θυσιάστηκαν για να υπηρετήσουν τον άρχοντα τους μετά θάνατον. Οι αρχαιολόγοι λένε ότι τα ευρήματα αποτελούν τις πρώτες αποδείξεις ανθρωποθυσιών. Αντίστοιχοι τάφοι βρέθηκαν παλαιότερα κοντά στον τάφο του Αχά. Επιπλέον, άλλοι 200 τάφοι που συνδέονται με τον διάδοχο του Αχά, Ντζερ, πιστεύεται πως αποτελούν αποδείξεις για τις ανθρωποθυσίες που τελούνταν τότε.
Οι Αμερικανοί ειδικοί υποστηρίζουν ότι ο τρόπος με τον οποίο είχαν κατασκευαστεί οι τάφοι ήταν το βασικό στοιχείο που αποκάλυψε τον τρόπο που πέθαναν οι ένοικοι τους. Η προσεκτική μελέτη των ταφικών μνημείων έδειξε ότι κατασκευάστηκαν την ίδια χρονική στιγμή, ήταν σε διαδοχική διάταξη και είχαν καλυφθεί με ενιαία ξύλινη οροφή και επιστρώσεις λάσπης.
Στους πέντε τάφους που ανασκάφηκαν βρέθηκαν σκελετοί αξιωματούχων του παλατιού του, σκελετοί υπηρετών και καλλιτεχνών που φαίνεται ότι θυσιάστηκαν για να υπηρετήσουν τον άρχοντα τους μετά θάνατον. Οι αρχαιολόγοι λένε ότι τα ευρήματα αποτελούν τις πρώτες αποδείξεις ανθρωποθυσιών. Αντίστοιχοι τάφοι βρέθηκαν παλαιότερα κοντά στον τάφο του Αχά. Επιπλέον, άλλοι 200 τάφοι που συνδέονται με τον διάδοχο του Αχά, Ντζερ, πιστεύεται πως αποτελούν αποδείξεις για τις ανθρωποθυσίες που τελούνταν τότε.
Οι Αμερικανοί ειδικοί υποστηρίζουν ότι ο τρόπος με τον οποίο είχαν κατασκευαστεί οι τάφοι ήταν το βασικό στοιχείο που αποκάλυψε τον τρόπο που πέθαναν οι ένοικοι τους. Η προσεκτική μελέτη των ταφικών μνημείων έδειξε ότι κατασκευάστηκαν την ίδια χρονική στιγμή, ήταν σε διαδοχική διάταξη και είχαν καλυφθεί με ενιαία ξύλινη οροφή και επιστρώσεις λάσπης.
Πέθαναν ταυτόχρονα.
Kατά τον Ο’
Κόνορ, είναι προφανές ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι πέθαναν και τάφηκαν
ταυτόχρονα. Οι τάφοι φαίνεται πως είχαν συληθεί τα αρχαία χρόνια από
τυμβωρύχους. Ακόμη όμως κι έτσι, οι ειδικοί σήμερα εντόπισαν δοχεία με
βασιλικές σφραγίδες, κεραμικά κτερίσματα και κοσμήματα από ελεφαντοστό
και από εισαχθείσες πολύτιμες πέτρες λάπις λάζουλι.
Ο δρ Λόρελ Μπέστοκ, από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, λέει πως κάποιοι από τους τάφους δεν ανήκαν σε υπηρετικό προσωπικό αλλά σε ιδιαίτερα πλούσιους ανθρώπους που επίσης θυσιάστηκαν. Σε έναν μάλιστα τάφο βρέθηκαν οστά από γαϊδούρι και πιστεύεται πως το ζώο αυτό, κατά τις πεποιθήσεις των αρχαίων Αιγυπτίων, θα αποτελούσε το μεταφορικό μέσο του Φαραώ στο νέο του βασίλειο.
Ο δρ Λόρελ Μπέστοκ, από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, λέει πως κάποιοι από τους τάφους δεν ανήκαν σε υπηρετικό προσωπικό αλλά σε ιδιαίτερα πλούσιους ανθρώπους που επίσης θυσιάστηκαν. Σε έναν μάλιστα τάφο βρέθηκαν οστά από γαϊδούρι και πιστεύεται πως το ζώο αυτό, κατά τις πεποιθήσεις των αρχαίων Αιγυπτίων, θα αποτελούσε το μεταφορικό μέσο του Φαραώ στο νέο του βασίλειο.
The New Yorjk Times. (Πηγή: Εφημερίδα «Τα Νέα», Σαββατοκύριακο 27-28 Μαρτίου 2004, σελίδα 46)
Η ΑΒΥΔΟΣ
βρίσκεται 300 μίλια νοτίως του Καΐρου. Στην περιοχή αυτή είχε
επικεντρώσει το ενδιαφέρον της, τη δεκαετία του 1890, μια ομάδα Βρετανών
αρχαιολόγων με επικεφαλής τον Γουίλιαμ Φλίντερς Πέτρι. Ο Πέτρι ήταν από
τους πρώτους που ερεύνησαν τα ταφικά μνημεία της περιοχής
συμπεριλαμβανομένου του τάφου του Αχά. Ο ίδιος είχε υποπτευθεί τότε ότι
αρκετοί από τους «υποδεέστερους» τάφους είχαν άμεση σχέση με
ανθρωποθυσίες, αλλά δεν βρήκε κάποια χειροπιαστή απόδειξη για να
επιβεβαιώσει τις υπόνοιες του. Οι τάφοι αυτοί εξάλλου, ταπεινά
φτιαγμένοι όπως ήταν, υπολείπονταν αρκετά σε αίγλη και μεγαλείο από τις
πυραμίδες της Γκίζας και τους επιβλητικούς τάφους στην Κοιλάδα των
Βασιλέων. Έτσι έστρεψε αλλού την προσοχή του. Ο Ντέιβιντ Ο’ Κόνορ πάντως
τονίζει ότι τα αποτελέσματα από τις έρευνες που έχουν γίνει μέχρι τώρα
υποδηλώνουν ότι οι ανθρωποθυσίες στην αρχαία Αίγυπτο ήταν σπάνια
συνήθεια. Καμία απόδειξη δεν έχει βρεθεί για το ότι η πρακτική των
ανθρωποθυσιών ακολουθούνταν πριν από την εποχή του Αχά. Ίσως μάλιστα να
σταμάτησε αυτό το έθιμο πριν από το τέλος της 1ης Δυναστείας. Ακόμη κι
αν η πεποίθηση για την ύπαρξη μεταθανάτιας ζωής παρέμενε πολύ ισχυρή.
ΦΟΙΝΙΚΕΣ
Οι Φοίνικες
έριχναν κλήρο και θυσίαζαν παιδιά ανάλογα με το όπως έπρατταν οι
Καρχηδόνιοι. Σε μεμονωμένες περιπτώσεις μπορούσε να θυσιαστεί ζώο αλλά η
θυσία του ζώου δεν ήταν τόσο αποτελεσματική όσο του παιδιού. Οι θυσίες
των παιδιών και των ζώων ήταν οι κύριες ενασχολήσεις των ιερέων και το
επίκεντρο του φοινικικού τελετουργικού. Κάθε θυσία κόστιζε σε εκείνον
για τον οποίο τελούνταν σε ασήμι, χρυσάφι είτε σε είδος π.χ. κρέας, οστά
κ.λ.π. Εν καιρώ λοιμού, επιδημιών και πολέμων θυσίαζαν πλήθος άλλων
ανθρώπων. Ο Πορφύριος λέει ότι ο Σαγχονιαθών αναφέρει πλήθος
ανθρωποθυσιών τελουμένων από τους Φοίνικες εις τα «Φοινικικά Χρονικά»
του μεταφρασμένα εις τα ελληνικά από τον Φίλωνα Βύβλιου.
Η στήλη αυτή χρονολογείται στον 3ο αιώνα π.Χ. και εικονίζει έναν ιερέα να μεταφέρει παιδί. Η σκηνή αναφέρεται πιθανότατα στην διαδικασία της θυσίας η οποία επρόκειτο να ακολουθήσει (Πηγή: Περιοδικό Corpus, τεύχος 49, άρθρο «Καρχηδόνιοι και ο πολιτισμός τους, ο αγώνας για την κυριαρχία τους στην Μεσόγειο», Δημήτρης Μπαζίνας, αρχαιολόγος, σελ. 57)
ΧΑΝΑΝΑΙΟΙ
Χαναναίοι θυσιάζουν ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ στα τείχη μια πόλης για να εξευμενίσουν τους «θεούς» τους ώστε εκείνοι να αποτρέψουν την άλωση. Ανάγλυφο από το ναό του Άμμωνα στο Καρνάκ της Αιγύπτου. (Πηγή: Ian Wilson, The Bible is History, Weidenfeld & Nicolson, U.K. 1999, σελ. 49)
Η αλήθεια της
βίβλου ανταποκρίνεται πλήρως στα ήθη και λατρεία των κατοίκων της Χαναάν
(Παλαιστίνης). Στο θυσιαστήριο του Κρόνου στην Tanit της Καρχηδώνας
(Φοινικικής πόλης) οι αρχαιολόγοι είχαν ανακαλύψει, εκτός από οστά
προβάτων και αιγών, πολλά ανθρώπινα οστά παιδιών. Ο Διόδωρος Σικελιώτης (
XX 14) επίσης λέει τα ίδια. Η «Φοινικική Ιστορία» γραμμένη από τον
Sanchuniaton και μετεφρασμένη από τον Φίλωνα της Βύβλου είναι γεμάτη από
τέτοιες θυσίες παιδιών εκ μέρους των Φοινίκων. Οι Χαναναίοι
επηρεάστηκαν από την Φοινικική παράδοση. Τα αρχαιολογικά στοιχεία είναι
στο σημείο αυτό απόλυτα και συνεχώς αυξάνονται. Οι τόποι ενταφιασμού
θυσιασμένων παιδιών καλούνται tophet, και εμφανίζονται σε όλη την Χαναάν
και τη φοινικική αυτοκρατορία. Αναφέρονται οι περιοχές ‘Atlit, Tell
el-Far’a (S) και Tell el ‘Ajjul στην Παλαιστίνη (Πηγή: «The History of
Ancient Palestine», G.W. Ahlstrom. Fortress: 1993, 990pp.), και πρόσφατα
κοντά στην Τύρο και την Gezer (Πηγή: «Peoples of the Old Testament
World»» Hoerth, Mattingly, Yamauchi (eds.), Baker: 1994.) . Οι Χαναναίοι
συνδέονται θρησκευτικά και με τους Μίνες της Ελλάδας (Κρήτη). Μια
Χανανίτικη επιγραφή που βρέθηκε στην Ugarit αναφέρει τα εξής: «Ένα
πρωτότοκο, ω Βααλ, θα θυσιάσουμε, ένα παιδί θα εκπληρώσουμε.» (Πηγή: A.
Herdner, Nouveaux Textes Alphabetiques de Ras Shamra, Ugaritica, VII,
Paris, 1978, pp.31-33.)
ΚΑΡΧΗΔΟΝΙΟΙ
Όταν οι
Καρχηδόνιοι νίκησαν τον Σικελό βασιλιά Αγαθοκλή, θανάτωσαν τους
ωραιότερους των ελλήνων αιχμαλώτων. Ο Φώτιος αναφέρει ότι στις μαζικές
προσευχές τοποθετούσαν ένα ζώντα στους χαλύβδινους βραχίονες του Μολώχ
και παρακολουθούσαν το θέαμα των αγωνιωδών του κινήσεων.
Οι επιτύμβιες στήλες είναι το μαναδικό έργο γλυπτικής το οποίο έχει παραδοθεί από τους Φοίνικες σε μεγάλη αφθονία. Πολλές από αυτές βρίσκονται στον ιερό περιφραγμένο χώρο που υπάρχει σε κάθε φοινική πόλη και περιγράφεται με την ονομασία «Tophet». Στο Tophet της Καρχηδόνας βρέθηκαν 6.000 τεφροδόχοι με οστά παιδιών και μικρών ζώων. Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι οι Φοίνικες συνήθιζαν να θυσιάζουν τα πρωτότοκα παιδιά τους όταν ήθελαν να ζητήσουν κάτι πολύ σημαντικό από τον θεό ή σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η πόλη βρίσκονταν σε μεγάλη ανάγκη (λιμό, ξηρασία, πόλεμο) (Πηγή: Περιοδικό Corpus, τεύχος 49, άρθρο «Καρχηδόνιοι και ο πολιτισμός τους, ο αγώνας για την κυριαρχία τους στην Μεσόγειο», Δημήτρης Μπαζίνας, αρχαιολόγος, σελ. 55).
Οι επιτύμβιες στήλες είναι το μαναδικό έργο γλυπτικής το οποίο έχει παραδοθεί από τους Φοίνικες σε μεγάλη αφθονία. Πολλές από αυτές βρίσκονται στον ιερό περιφραγμένο χώρο που υπάρχει σε κάθε φοινική πόλη και περιγράφεται με την ονομασία «Tophet». Στο Tophet της Καρχηδόνας βρέθηκαν 6.000 τεφροδόχοι με οστά παιδιών και μικρών ζώων. Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι οι Φοίνικες συνήθιζαν να θυσιάζουν τα πρωτότοκα παιδιά τους όταν ήθελαν να ζητήσουν κάτι πολύ σημαντικό από τον θεό ή σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η πόλη βρίσκονταν σε μεγάλη ανάγκη (λιμό, ξηρασία, πόλεμο) (Πηγή: Περιοδικό Corpus, τεύχος 49, άρθρο «Καρχηδόνιοι και ο πολιτισμός τους, ο αγώνας για την κυριαρχία τους στην Μεσόγειο», Δημήτρης Μπαζίνας, αρχαιολόγος, σελ. 55).
ΕΛΛΗΝΕΣ
ΜΙΝΩΕΣ
«Αρχαιολογικά αν
μιλήσουμε, η πιο μεγάλη απόδειξη της ανθρωποθυσίας, προκύπτει από τους
Μίνωες της Κρήτης, των οποίων η θρησκεία, όπως προσέξαμε, είχε κοινή
σχέση με εκείνη των Χανανιτών [Χανανίτες: Μια Χανανίτικη επιγραφή που
βρέθηκε στην Ugarit αναφέρει τα εξής: «Ένα πρωτότοκο, ω Βααλ, θα
θυσιάσουμε, ένα παιδί θα εκπληρώσουμε.» (Πηγή: A. Herdner, Nouveaux
Textes Alphabetiques de Ras Shamra, Ugaritica, VII, Paris, 1978,
pp.31-33.)
Το 1979, ενώ γίνονταν εκσκαφές σε ένα ιερό του 1700 π.Χ. στην πλαγιά ενός λόφου, στις Αρχανές της βόρειας Κρήτης, οι Έλληνες Αρχαιολόγοι Γιάννης και Εύα Σακελλαράκη ανακάλυψαν τα υπολείμματα τεσσάρων ανθρώπων, που σκοτώθηκαν κατά την διάρκεια μιας τέτοιας θυσίας. Στο απώτερο δυτικά τμήμα του ναού, ανακάλυψαν τρεις σκελετούς. Ο πρώτος ήταν μιας γυναίκας με ηλικία προς το τέλος των 20 ετών, που ήταν πεσμένη μπρούμυτα. Ο δεύτερος ήταν ένας άνδρας ύψους 6 ποδιών, με ηλικία προς το τέλος των 30, πεσμένος στην πλάτη και με τα χέρια του σε τέτοια στάση, ώστε να δηλώνουν πως από κάτι προσπαθούσε να προστατευτεί που έπεφτε από επάνω του. Ο τρίτος σκελετός ανήκε σε ένα νεαρό άτομο που ήταν τοποθετημένος πάνω σε μια πέτρινη πλατφόρμα, με τα χέρια και τα πόδια του σε μια άβολη εμβρυϊκή στάση, σαν να ήταν δεμένο, ακριβώς σε τέτοια θέση με αυτή που περιγράφεται στην Γένεση 22:10 («9 ἦλθον ἐπὶ τὸν τόπον, ὃν εἶπεν αὐτῷ ὁ Θεός. καὶ ᾠκοδόμησεν ἐκεῖ Ἁβραὰμ τὸ θυσιαστήριον καὶ ἐπέθηκε τὰ ξύλα, καὶ συμποδίσας Ἰσαὰκ τὸν υἱὸν αὐτοῦ, ἐπέθηκεν αὐτὸν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον ἐπάνω τῶν ξύλων. 10 καὶ ἐξέτεινεν Ἁβραὰμ τὴν χεῖρα αὐτοῦ λαβεῖν τὴν μάχαιραν σφάξαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ.») για τον Ισσάκ. Το σώμα του το διέσχιζε ένα χάλκινο σπαθί λατρείας. Έξω στο διάδρομο, κείτονταν ένας τέταρτος σκελετός. Το άτομο αυτό φαίνεται πως είχε χτυπηθεί και πέσει κάτω, ενώ κουβαλούσε ένα βάζο με διακόσμηση ταύρου, το οποίο πιθανώς περιείχε αίμα, στο κεντρικό δωμάτιο του ναού. Αχνάρια από πήλινα πόδια φυσιολογικού μεγέθους και καμένο ξύλο που βρέθηκαν στο ίδιο δωμάτιο, δείχνουν πως στο ίδιο δωμάτιο στεγάζονταν ένα άγαλμα ενός θεού ή θεάς.
Όπως πρότεινε ο Σακελλαράκης, ο άνδρας ύψους 6 ποδών (άτομο κάποιας ανώτερης ιδιότητας κρίνοντας από το δακτυλίδι και από την σφραγίδα του) μαζί με την γυναίκα που βρέθηκε μαζί του, είχε μόλις τελειώσει την θυσία αυτής της γυναίκας, όταν ο ναός κτυπήθηκε από ένα καταστροφικό σεισμό, σκοτώνοντας στην στιγμή τον μεταφορέα του βάζου. Ολόκληρο το κτίριο και τα περιεχόμενά του αναλώθηκαν γρήγορα από φωτιά.» (Πηγή: Ian Wilson, The Bible is History, Weidenfeld & Nicolson, U.K. 1999, pp.28-29. Επίσης, βλ. Yannis and Efi Sakellarakis, Drama of Death in a Minoan Temple, National Geographic, February 1981, p.205ff)
Το 1979, σε μια αρχαιολογική αποστολή στην Κνωσό, στην Κρήτη, ο καθηγητής της αρχαιολογίας με το όνομα Peter Warren ανακάλυψε σπίτια όπου το ταβάνι τους είχε πέσει στο πάτωμα . Ανακάλυψε μερικά σπιτικά αντικείμενα όπως και ένα μεγάλο βάζο που περιείχε κατάλοιπα από τροφές, καμένη γη και οστά ανθρώπου (σπόνδυλο) με σημάδια από κοψίματα. Ερευνώντας περισσότερο στο διπλανό δωμάτιο, ανακάλυψαν 251 οστά από ζώα (πρόβατα, γουρούνια, σκύλους, κ.λ.π.) μαζί με 371 ανθρώπινα κόκαλα και θραύσματα από κόκαλα, όλα όμως ήταν κόκαλα παιδιών. Όλα αυτά τα κόκαλα είχαν σημάδια από κοψίματα. Ο Warren συμπέρανε πως επρόκειτο για κάποιο είδος κανιβαλισμού, μιας και τα σημάδια των οστών έμοιαζαν με εκείνα που παρουσιάζονται όταν κάποιος προσπαθεί να αφαιρέσει το κρέας από αυτά. Κάποιο μακάβριο είδος λατρείας, με τον θάνατο και το φάγωμα των παιδιών για θρησκευτικούς σκοπούς, έδινε υπόσταση στο μύθο του ανθρωποφάγου Μινώταυρου. Επίσης, πολλά στοιχεία βρέθηκαν που υποστήριζαν την άποψη ότι οι Μινωίτες συμμετείχαν σε ταυρομαχίες για θρησκευτικούς σκοπούς κατά τις οποίες ακροβάτες προσπαθούσαν να πηδήξουν πάνω από τους επιτιθέμενους ταύρους χωρίς να κτυπήσουν στα κέρατά τους. Ο Λαβύρινθος θα μπορούσε να είχε εμπνευστεί στο παλάτι της Κνωσού το οποίο αποτελούνταν από ένα μεγάλο σύμπλεγμα από αλληλοσυνδεόμενα προαύλια και διαμερίσματα. (Πηγή: Ancient Mysteries by Peter James and Nick Thorpe)
Το 1979, ενώ γίνονταν εκσκαφές σε ένα ιερό του 1700 π.Χ. στην πλαγιά ενός λόφου, στις Αρχανές της βόρειας Κρήτης, οι Έλληνες Αρχαιολόγοι Γιάννης και Εύα Σακελλαράκη ανακάλυψαν τα υπολείμματα τεσσάρων ανθρώπων, που σκοτώθηκαν κατά την διάρκεια μιας τέτοιας θυσίας. Στο απώτερο δυτικά τμήμα του ναού, ανακάλυψαν τρεις σκελετούς. Ο πρώτος ήταν μιας γυναίκας με ηλικία προς το τέλος των 20 ετών, που ήταν πεσμένη μπρούμυτα. Ο δεύτερος ήταν ένας άνδρας ύψους 6 ποδιών, με ηλικία προς το τέλος των 30, πεσμένος στην πλάτη και με τα χέρια του σε τέτοια στάση, ώστε να δηλώνουν πως από κάτι προσπαθούσε να προστατευτεί που έπεφτε από επάνω του. Ο τρίτος σκελετός ανήκε σε ένα νεαρό άτομο που ήταν τοποθετημένος πάνω σε μια πέτρινη πλατφόρμα, με τα χέρια και τα πόδια του σε μια άβολη εμβρυϊκή στάση, σαν να ήταν δεμένο, ακριβώς σε τέτοια θέση με αυτή που περιγράφεται στην Γένεση 22:10 («9 ἦλθον ἐπὶ τὸν τόπον, ὃν εἶπεν αὐτῷ ὁ Θεός. καὶ ᾠκοδόμησεν ἐκεῖ Ἁβραὰμ τὸ θυσιαστήριον καὶ ἐπέθηκε τὰ ξύλα, καὶ συμποδίσας Ἰσαὰκ τὸν υἱὸν αὐτοῦ, ἐπέθηκεν αὐτὸν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον ἐπάνω τῶν ξύλων. 10 καὶ ἐξέτεινεν Ἁβραὰμ τὴν χεῖρα αὐτοῦ λαβεῖν τὴν μάχαιραν σφάξαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ.») για τον Ισσάκ. Το σώμα του το διέσχιζε ένα χάλκινο σπαθί λατρείας. Έξω στο διάδρομο, κείτονταν ένας τέταρτος σκελετός. Το άτομο αυτό φαίνεται πως είχε χτυπηθεί και πέσει κάτω, ενώ κουβαλούσε ένα βάζο με διακόσμηση ταύρου, το οποίο πιθανώς περιείχε αίμα, στο κεντρικό δωμάτιο του ναού. Αχνάρια από πήλινα πόδια φυσιολογικού μεγέθους και καμένο ξύλο που βρέθηκαν στο ίδιο δωμάτιο, δείχνουν πως στο ίδιο δωμάτιο στεγάζονταν ένα άγαλμα ενός θεού ή θεάς.
Όπως πρότεινε ο Σακελλαράκης, ο άνδρας ύψους 6 ποδών (άτομο κάποιας ανώτερης ιδιότητας κρίνοντας από το δακτυλίδι και από την σφραγίδα του) μαζί με την γυναίκα που βρέθηκε μαζί του, είχε μόλις τελειώσει την θυσία αυτής της γυναίκας, όταν ο ναός κτυπήθηκε από ένα καταστροφικό σεισμό, σκοτώνοντας στην στιγμή τον μεταφορέα του βάζου. Ολόκληρο το κτίριο και τα περιεχόμενά του αναλώθηκαν γρήγορα από φωτιά.» (Πηγή: Ian Wilson, The Bible is History, Weidenfeld & Nicolson, U.K. 1999, pp.28-29. Επίσης, βλ. Yannis and Efi Sakellarakis, Drama of Death in a Minoan Temple, National Geographic, February 1981, p.205ff)
Το 1979, σε μια αρχαιολογική αποστολή στην Κνωσό, στην Κρήτη, ο καθηγητής της αρχαιολογίας με το όνομα Peter Warren ανακάλυψε σπίτια όπου το ταβάνι τους είχε πέσει στο πάτωμα . Ανακάλυψε μερικά σπιτικά αντικείμενα όπως και ένα μεγάλο βάζο που περιείχε κατάλοιπα από τροφές, καμένη γη και οστά ανθρώπου (σπόνδυλο) με σημάδια από κοψίματα. Ερευνώντας περισσότερο στο διπλανό δωμάτιο, ανακάλυψαν 251 οστά από ζώα (πρόβατα, γουρούνια, σκύλους, κ.λ.π.) μαζί με 371 ανθρώπινα κόκαλα και θραύσματα από κόκαλα, όλα όμως ήταν κόκαλα παιδιών. Όλα αυτά τα κόκαλα είχαν σημάδια από κοψίματα. Ο Warren συμπέρανε πως επρόκειτο για κάποιο είδος κανιβαλισμού, μιας και τα σημάδια των οστών έμοιαζαν με εκείνα που παρουσιάζονται όταν κάποιος προσπαθεί να αφαιρέσει το κρέας από αυτά. Κάποιο μακάβριο είδος λατρείας, με τον θάνατο και το φάγωμα των παιδιών για θρησκευτικούς σκοπούς, έδινε υπόσταση στο μύθο του ανθρωποφάγου Μινώταυρου. Επίσης, πολλά στοιχεία βρέθηκαν που υποστήριζαν την άποψη ότι οι Μινωίτες συμμετείχαν σε ταυρομαχίες για θρησκευτικούς σκοπούς κατά τις οποίες ακροβάτες προσπαθούσαν να πηδήξουν πάνω από τους επιτιθέμενους ταύρους χωρίς να κτυπήσουν στα κέρατά τους. Ο Λαβύρινθος θα μπορούσε να είχε εμπνευστεί στο παλάτι της Κνωσού το οποίο αποτελούνταν από ένα μεγάλο σύμπλεγμα από αλληλοσυνδεόμενα προαύλια και διαμερίσματα. (Πηγή: Ancient Mysteries by Peter James and Nick Thorpe)
ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ
Στην Ελλάδα από
ότι καταλαβαίνουμε από την αρχαία ιστορία και από την μυθολογία,
γίνονταν ανθρωποθυσία κάθε φορά πριν από κάθε εκστρατεία. Ανθρωποθυσίες
γίνονταν κατά την εορτή του θεού Κρόνου. Εις το φρούριο της Ιθώμης
θυσιάστηκαν από τον Αριστομένη του Μεσσηνίου εις τον Δία 300 άνδρες, εις
την Πέλλαν της Θεσσαλίας θυσίαζαν ανθρώπους εις τον Κένταυρο Χείρωνα
και εις τον Πηλέα. Κατά τον Παυσανία ο Λυκαίος Ζεύς εν Αρκαδία «δέχονταν
ανθρώπινα θύματα και εις τους χριστιανικούς ακόμη χρόνους» (Πλουταρχ.
Ελλ. Δεκφ 39) Ο Ερεχθώς θυσίασε τις κόρες του στους υποχθόνιους θεούς
για να δώσει νίκη στους Αθηναίους. Ο Θεμιστοκλής θυσίασε 3 Πέρσες
αιχμαλώτους. Ο Σουΐδας αναφέρει ότι την λέξη «κάθαρμα» την είχαν στην
Αθήνα για τους εγκληματίες που τους έστεφαν σαν βόδια και πρόβατα και
που στεφανωμένους τους οδηγούσαν σε βράχια όπου τους κατακρήμνιζαν σε
τόπο θυσίας. Στην Σπάρτη τελούνταν ανθρωποθυσίες προς την Ταυροπόλο
Αρτέμιδα μέχρι που τις κατάργησε ο Λυκούργος. Μάλιστα ο Πλούταρχος που
έζησε το 2ο μισό του 1ου αιώνα μ.Χ. ως το 120 γράφει (Λυκούργος, 20-18)
ότι το παμπάλαιο έθιμο της μαστιγώσεως των νέων στον ναό της Ορθίας
Αρτέμιδος διατηρούνταν στην εποχή του «Πολλούς των νυν εφήβων εωράκαμεν
επί του βωμού της Ορθίας Αρτέμιδος αποθνήσκοντας ταις πληγαίς». Στην
Τένεδο και στην Χίο, κατακρήμνιζαν ανθρώπους προς τιμή του Διονύσου.
(επιρροή Φοινίκων). Οι Φωκαιείς έριχναν ανθρώπους εις την φωτιά της
Ταυροπόλου Αρτέμιδας. Οι Λέσβιοι θυσίαζαν ανθρώπους εις τον Διόνυσο και
οι Κρήτες εις τον Δία. Ο Απόλλωνας της Λευκάδας χαίρονταν με τις
ανθρωποθυσίες που τελούνταν με ρίψη εις τα βράχια (Στράβωνας C. 452).
Προς τιμήν του Αγρωνίου Διονυσίου τελούνταν θυσίες εις τον Ορχομενό της
Βοιωτίας. Από τους αρχαίους τελούνταν θυσίες και κατά τις κηδείες και
σκοπό είχαν την εξιλέωση της παροργισμένης σκιάς του εν πολέμω πεθαμένου
και την ικανοποίηση και εκδίκηση των επιζώντων οικείων αυτού. Ένα
τέτοιο παράδειγμα ανθρωποθυσίας μας δίνει ο Όμηρος για την κηδεία του
Πάτροκλου εις την οποία θυσιάστηκαν αιχμάλωτοι πολέμου. Εις την
μυθολογία πάλι έχουμε πάλι την ίδια μεθοδολογία για τον εξευγενισμό των
θεών. Ο Ερεχθέως θυσίασε τις κόρες του, ο Τερεσίας έδωσε εντολή εις τον
Κρέοντα να θυσιάσει τον υιό του Μενοικέα. O Θεμιστοκλής πριν από την
ναυμαχία της Σαλαμίνας λέγεται ότι θυσίασε στον Ωμιστή Διόνυσο 3 Πέρσες
(Πλουτ. Θεμ. 13).Οι κάτοικοι της Θήβας προσέφεραν ένα βρέφος για να
εξευμενίσουν την αλεπού που μάστιζε την περιοχή (Παυσ. 19.11 Κ, Απολλωδ.
Μυθογρ. 2.4.7). Η Αλεπού είχε την φωλιά της στο όρο Τεύμησσος και
έτρεχε τόσο γρήγορα που άρπαζε ότι ήθελε χωρίς να μπορεί κανείς να την
σταματά. Τα κατάφερε ο Κέφαλος, αττικός ήρωας. Με τον σκύλο του Μίνωα. Ο
σκύλος κυνήγησε την αλεπού και ο Δίας τους μαρμάρωσε και τους δύο στην
Θηβαϊκή πεδιάδα. Σιγά - σιγά όμως ο ελληνισμός κατάφερε και πέρασε από
αυτό το βάρβαρο στάδιο σε πιο ήπιες και εκπολιτισμένες μορφές
θρησκευτικότητας και πλέον θυσιάζονταν μόνο ζώα ή άψυχα αντικείμενα όπως
μαρτυρεί και η μη εκτελεσθείσα θυσία της Ιφιγένειας, του Φρίξου κ.α.
Η εγκυκλοπαίδεια
«Πάπυρος Λάρους Μπριτάννικα» αναφέρει: «(..) Στον Τάφο του Φιλοποιμένος
θυσιάζονται Μεσσήνιοι αιχμάλωτοι (183π.Χ.) Κορυφαία θέση έχει η θυσία
βρέφους επάνω στο βωμό του Λυκαίου Διός στην Αρκαδία, κατά την οποία
ακολουθούσε διανομή και βρώση των ψημένων τεμαχίων του θυσιασθέντος
βρέφους. Ο Λυκούργος δια νόμου κατάργησε τις ανθρωποθυσίες που γίνονταν
στη Σπάρτη προς τιμήν της Αρτέμιδος. Στη Χίο και τη Λέσβο αναφέρονται
συχνές ανθρωποθυσίες που γίνονταν κάθε χρόνο για να τιμήσουν τον Δία και
τον Διόνυσο(...)»
Η εγκυκλοπαίδεια «Υδρία» αναφέρει:
«(..)Υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες για ανθρωποθυσίες στην Αρχαία Ελλάδα. Τα κυριότερα κέντρα ανθρωποθυσιών ήταν: Στο Λύκαιο όρος της Πελοποννήσου όπου το ιερό του Λύκαιου Δία. Εδώ οι ανθρωποθυσίες συνεχίστηκαν ως τον 3ο μ.Χ. αιώνα (...)" .
«(..)Υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες για ανθρωποθυσίες στην Αρχαία Ελλάδα. Τα κυριότερα κέντρα ανθρωποθυσιών ήταν: Στο Λύκαιο όρος της Πελοποννήσου όπου το ιερό του Λύκαιου Δία. Εδώ οι ανθρωποθυσίες συνεχίστηκαν ως τον 3ο μ.Χ. αιώνα (...)" .
Το «Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν λεξικόν του Ήλιου» αναφέρει τα εξής:
«(...) Απαντώμεν ανθρωποθυσίας επίσης εις την Μεσσηνίαν, εις την Πέλλην της Θεσσαλίας, εις την Αρκαδίαν, εις την οποίαν ο Ζευς εδέχετο ανθρώπινα θύματα και μετά την εμφάνισιν του Χριστιανισμού(...)"
«(...) Απαντώμεν ανθρωποθυσίας επίσης εις την Μεσσηνίαν, εις την Πέλλην της Θεσσαλίας, εις την Αρκαδίαν, εις την οποίαν ο Ζευς εδέχετο ανθρώπινα θύματα και μετά την εμφάνισιν του Χριστιανισμού(...)"
Το τεύχος 84 της
Πατριδογνωσίας (21 Σεπτεμβρίου 2003 σελ. 3039-3041), αφού αναφέρει το
μύθο του Λυκάονα με τη βρεφοφαγία, καταλήγει με τα εξής λόγια:
«Οπωσδήποτε, το γεύμα με ανθρώπινες σάρκες, αντίστοιχο εκείνου που
παρέθεσε ο Ατρέας στον Θυέστη, (βλ. «Ιστορία Αργολίδας»: Η κατάρα των
Ατρειδών), ερμηνεύεται ως απόηχος παλαιότερης εποχής, κατά την οποία
ίσχυαν οι ανθρωποθυσίες. Η αηδία του Δία, αντιστοιχεί στην αποστροφή των
Ελλήνων της κλασικής εποχής σ αυτές τις πρακτικές των προγόνων τους».
Προφανώς ο κειμενογράφος της Πατριδογνωσίας, αγνοεί ότι οι ανθρωποθυσίες συνεχίζονταν ως τον 3ο αιώνα μ.Χ. εκεί πάνω:
Χωρίο του Πορφυρίου, Νεοπλατωνικού φιλοσόφου εκ Τύρου, του 3ου αιώνα μ.Χ. στο έργο του Περί Αποχής των εμψύχων: «Αφ ου μέχρι του νυν **ουκ εν Αρκαδία μόνον τοις Λυκαίοις**, ούδ εν Καρχηδόνι τω Κρονω, κοινή πάντες ****ανθρωποθυτούσι****, αλλά κατά περίοδον της του νομιμου χάριν μνήμης εμφύλιον αεί αίμα φαίνουσιν προς τους βωμούς, καίπερ τοις παρ αυτοίς οσίας εξειγούσης των Ιερών, τοις περιρραντηρίοις κηρύγματι, ει τις αίματος ανθρωπείου μεταίτιος». (Δες: Θεόφραστος στον Πορφύριο, Περί αποχής εμψύχων 2, 27 καθώς και: Ηρόδοτος 7, 197, Πλάτ., Μίνως 315c, Θεόφραστος στον Πορφύριο, Περί αποχής εμψύχων 2,27)
Δεν είναι οι πρώτοι αρχαιολόγοι του προϊστορικού Aιγαίου που γράφουν ότι ανάσκαψαν μια ανθρωποθυσία. Πρώτος ο X. Tσούντας έγραψε πως σε δύο σημεία των Mυκηνών σημείωσε, πολλαπλές μάλιστα, ανθρωποθυσίες κι ακολούθησαν πολλοί άλλοι, Eλληνες και ξένοι ανασκαφείς. Και αναφέρονται οι: A.J.B. Wace στις Mυκήνες, C. Blegen στην Πρόσυμνα, Vollgraff στο Άργος, A. Persson στα Δενδρά, E. Πρωτονοταρίου-Δεϊλάκη στην Kαζάρμα, ενώ στους πεπεισμένους συγκαταλέγεται και ο M. Aνδρόνικος, ο οποίος μάλιστα «θεωρεί πιθανότατο πως οι ίδιοι οι Mηκυναίοι εισήγαγαν το έθιμο της ανθρωποθυσίας στην Kύπρο, όπου επανειλημμένως έχει διαπιστωθεί ανασκαφικά.»
Οι ιατροδικαστές αναγνωρίζουν στη λόγχη το όργανο της θυσίας. Φαντάζονται πως ο τοποθετημένος στο βωμό δεμένος άνθρωπος σκοτώθηκε με ένα χτύπημα στην αριστερή πλευρά του λαιμού, στην καρωτίδα. Δεν συγχρονίζουν όμως την ανθρωποθυσία με την καταστροφή του ναού και με το θάνατο των άλλων ατόμων που βρέθηκαν στον ίδιο χώρο, γιατί παρατηρούν πως ο ιερέας που σκοτώθηκε δίπλα στο βωμό, βρίσκεται στη θέση του θύτη και πλάι κάδοι για τη συλλογή του αίματος, όπως γινόταν για κάθε θυσία.
Στην Αχαΐα, οι τρεις οικισμοί: Αρόη, Μεσάτις και Άνθεια, κατοικήθηκαν από Ίωνες. Οι τρεις πόλεις συνδέθηκαν έχοντας κοινή λατρεία της Άρτεμης της Τρικλαρίας, που τιμούσαν κάθε χρόνο με γιορτές στο ιερό της κοντά στο ποτάμι Μείλιχο (στα μετέπειτα Συχαινά) όπου το είδε στον καιρό του ο Παυσανίας. Όπως και αλλού, πρόσφεραν στη θεά ανθρώπινα θύματα. Και επίσης όπως κι αλλού, οι ανθρωποθυσίες αντικαταστάθηκαν με θυσίες ζώων εκεί γύρω στα χρόνια του Τρωικού πολέμου (ελάφι αντί για την Ιφιγένεια στην Αυλίδα).
Στην Αχαΐα τα πράγματα έγιναν κάπως αλλιώς: Η Κομαιθώ, ιέρεια στον ναό της παρθένας θεάς, ερωτεύτηκε τον ήρωα Μελάνιππο. Οι δύο τους μετέτρεψαν τον ναό σε ερωτική φωλιά. Φυσικά και εξοργίστηκε η Άρτεμη. Οι άνθρωποι της περιοχής άρχισαν να πεθαίνουν ανεξήγητα, η γη έπαψε να καρποφορεί. Το μαντείο των Δελφών που ρωτήθηκε, απάντησε ότι το κακό θα σταματούσε μόνο αν ο Μελάνιππος και η Κομαιθώ θυσιάζονταν στην Άρτεμη και στο εξής κάθε χρόνο ένας νέος και μια παρθένα από τις ωραιότερες. Οι ανθρωποθυσίες σταμάτησαν μετά από καιρό, μετά από την πτώση της Τροίας, όταν ο Ευρύπυλος κατέθεσε εκεί τη λάρνακα με το άγαλμα του Διονύσου, κατά τη στιγμή που θυσιαζόταν ένα αγόρι και ένα κορίτσι στην αχαϊκή παραλία. Από τότε, ο Ευρύπυλος τιμάτο μαζί με τον Διόνυσο ως λυτρωτής τους. (Πατριδογνωσία τεύχος 87 σελ. 3144).
Προφανώς ο κειμενογράφος της Πατριδογνωσίας, αγνοεί ότι οι ανθρωποθυσίες συνεχίζονταν ως τον 3ο αιώνα μ.Χ. εκεί πάνω:
Χωρίο του Πορφυρίου, Νεοπλατωνικού φιλοσόφου εκ Τύρου, του 3ου αιώνα μ.Χ. στο έργο του Περί Αποχής των εμψύχων: «Αφ ου μέχρι του νυν **ουκ εν Αρκαδία μόνον τοις Λυκαίοις**, ούδ εν Καρχηδόνι τω Κρονω, κοινή πάντες ****ανθρωποθυτούσι****, αλλά κατά περίοδον της του νομιμου χάριν μνήμης εμφύλιον αεί αίμα φαίνουσιν προς τους βωμούς, καίπερ τοις παρ αυτοίς οσίας εξειγούσης των Ιερών, τοις περιρραντηρίοις κηρύγματι, ει τις αίματος ανθρωπείου μεταίτιος». (Δες: Θεόφραστος στον Πορφύριο, Περί αποχής εμψύχων 2, 27 καθώς και: Ηρόδοτος 7, 197, Πλάτ., Μίνως 315c, Θεόφραστος στον Πορφύριο, Περί αποχής εμψύχων 2,27)
Δεν είναι οι πρώτοι αρχαιολόγοι του προϊστορικού Aιγαίου που γράφουν ότι ανάσκαψαν μια ανθρωποθυσία. Πρώτος ο X. Tσούντας έγραψε πως σε δύο σημεία των Mυκηνών σημείωσε, πολλαπλές μάλιστα, ανθρωποθυσίες κι ακολούθησαν πολλοί άλλοι, Eλληνες και ξένοι ανασκαφείς. Και αναφέρονται οι: A.J.B. Wace στις Mυκήνες, C. Blegen στην Πρόσυμνα, Vollgraff στο Άργος, A. Persson στα Δενδρά, E. Πρωτονοταρίου-Δεϊλάκη στην Kαζάρμα, ενώ στους πεπεισμένους συγκαταλέγεται και ο M. Aνδρόνικος, ο οποίος μάλιστα «θεωρεί πιθανότατο πως οι ίδιοι οι Mηκυναίοι εισήγαγαν το έθιμο της ανθρωποθυσίας στην Kύπρο, όπου επανειλημμένως έχει διαπιστωθεί ανασκαφικά.»
Οι ιατροδικαστές αναγνωρίζουν στη λόγχη το όργανο της θυσίας. Φαντάζονται πως ο τοποθετημένος στο βωμό δεμένος άνθρωπος σκοτώθηκε με ένα χτύπημα στην αριστερή πλευρά του λαιμού, στην καρωτίδα. Δεν συγχρονίζουν όμως την ανθρωποθυσία με την καταστροφή του ναού και με το θάνατο των άλλων ατόμων που βρέθηκαν στον ίδιο χώρο, γιατί παρατηρούν πως ο ιερέας που σκοτώθηκε δίπλα στο βωμό, βρίσκεται στη θέση του θύτη και πλάι κάδοι για τη συλλογή του αίματος, όπως γινόταν για κάθε θυσία.
Στην Αχαΐα, οι τρεις οικισμοί: Αρόη, Μεσάτις και Άνθεια, κατοικήθηκαν από Ίωνες. Οι τρεις πόλεις συνδέθηκαν έχοντας κοινή λατρεία της Άρτεμης της Τρικλαρίας, που τιμούσαν κάθε χρόνο με γιορτές στο ιερό της κοντά στο ποτάμι Μείλιχο (στα μετέπειτα Συχαινά) όπου το είδε στον καιρό του ο Παυσανίας. Όπως και αλλού, πρόσφεραν στη θεά ανθρώπινα θύματα. Και επίσης όπως κι αλλού, οι ανθρωποθυσίες αντικαταστάθηκαν με θυσίες ζώων εκεί γύρω στα χρόνια του Τρωικού πολέμου (ελάφι αντί για την Ιφιγένεια στην Αυλίδα).
Στην Αχαΐα τα πράγματα έγιναν κάπως αλλιώς: Η Κομαιθώ, ιέρεια στον ναό της παρθένας θεάς, ερωτεύτηκε τον ήρωα Μελάνιππο. Οι δύο τους μετέτρεψαν τον ναό σε ερωτική φωλιά. Φυσικά και εξοργίστηκε η Άρτεμη. Οι άνθρωποι της περιοχής άρχισαν να πεθαίνουν ανεξήγητα, η γη έπαψε να καρποφορεί. Το μαντείο των Δελφών που ρωτήθηκε, απάντησε ότι το κακό θα σταματούσε μόνο αν ο Μελάνιππος και η Κομαιθώ θυσιάζονταν στην Άρτεμη και στο εξής κάθε χρόνο ένας νέος και μια παρθένα από τις ωραιότερες. Οι ανθρωποθυσίες σταμάτησαν μετά από καιρό, μετά από την πτώση της Τροίας, όταν ο Ευρύπυλος κατέθεσε εκεί τη λάρνακα με το άγαλμα του Διονύσου, κατά τη στιγμή που θυσιαζόταν ένα αγόρι και ένα κορίτσι στην αχαϊκή παραλία. Από τότε, ο Ευρύπυλος τιμάτο μαζί με τον Διόνυσο ως λυτρωτής τους. (Πατριδογνωσία τεύχος 87 σελ. 3144).
ΣΠΑΡΤΗ & ΕΦΕΣΙΑ ΑΡΤΕΜΗ
(Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησης Λακωνικά, 16. 7-11 ):
«Εις το μέρος που ονομάζεται Λιμναίον υπάρχει το ιερό της Ορθίας Αρτέμιδος. Το άγαλμα της Ορθίας Αρτέμιδος που έχουν οι Λακεδαιμόνιοι προήλθε από τους βαρβάρους. Αυτοί που βρήκαν αυτό, ο Αστράβακος και ο Αλώπεκος γυιοί του Ίρβου, όταν βρήκαν το άγαλμα αμέσως τρελάθηκαν. Επίσης οι κάτοικοι των συνοικιών της Σπάρτης θυσιάζοντες εις την θεά για να λύσουν διαφορά την οποία είχαν, όχι μόνο δεν την έλυσαν, αλλά και κατέληξαν να σκοτωθούν μεταξύ τους και πολλοί φονεύτηκαν κατά την συμπλοκή γύρω από τον βωμό της θεάς, ενώ όσοι έζησαν πέθαναν όλοι από φοβερή ασθένεια. Και υπάρχει παράδοση ότι έπειτα από το γεγονός αυτό, έκαναν ανθρωποθυσίες στον βωμό και θυσιαζόταν εκείνος στον οποίο έπεφτε ο κλήρος. Ο Λυκούργος κατήργησε το έθιμο αυτό και το αντικατέστησε με μαστιγώσεις εφήβων γύρω από τον βωμό και έτσι γεμίζει με αίμα όταν γίνονται οι μαστιγώσεις. Έτσι εκπληρώνεται η θέληση της θεάς, αφού ο βωμός γεμίζει με ανθρώπινο αίμα. Η ιέρεια που κρατάει το ξόανο βρίσκεται εκεί την ώρα της μαστίγωσης. Το ξόανο είναι πολύ μικρό και ελαφρύ, αλλά όταν οι μαστιγωτές χτυπούν ελαφρά κάποιον έφηβο, λόγω της ωραιότητάς του ή του αξιώματός του, τότε το ξόανο γίνεται πολύ βαρύ στα χέρια της ιέρειας. Τότε αυτή κατηγορεί τους μαστιγωτές και φωνάζει ότι πιέζεται από το βάρος εξαιτίας τους. Έτσι το άγαλμα αυτό συνήθισε από τις ανθρωποθυσίες στην Ταυρίδα να ευχαριστιέται από τα αίματα των ανθρώπων».
[Μτφρ: Το μέρος που ονομάζεται Λιμναίο είναι αφιερωμένο στην Ορθία Άρτεμη ... Όταν οι Λιμνάτες Σπαρτιάτες και οι Κυνοσουρείς και αυτοί από τη Μεσόα και την Πιτάνη προσφέροντας θυσία στην Άρτεμη κατέληξαν σε διαμάχες και έφθασαν σε φόνους και πολλοί πέθαναν στον βωμό, ενώ κάποια αρρώστια σκότωσε τους υπολοίπους. Τότε κάποιος χρησμός τους όρισε να ραντίζουν τον βωμό με ανθρώπινο αίμα και θυσίαζαν όποιον καθόριζε ο κλήρος. Ο Λυκούργος όμως αντικατέστησε το έθιμο αυτό με μαστιγώσεις εφήβων κι έτσι ο βωμός γεμίζει με ανθρώπινο αίμα. Η ιέρεια με το ξόανο βρίσκεται κοντά τους. Το ξόανο είναι ελαφρύ εξαιτίας του μικρού μεγέθους του. Αλλά αν κάποτε οι μαστιγοφόροι χτυπούν με φειδώ εξαιτίας της ομορφιάς ή της κοινωνικής θέσης ενός εφήβου, τότε το ξόανο γίνεται βαρύτερο για τη γυναίκα και εκείνη το κρατά με δυσκολία. Τους κατηγορεί και λέει ότι υποφέρει εξαιτίας τους. Αυτή η προτίμηση του αγάλματος για ανθρώπινο αίμα έχει παραμείνει από την εποχή των θυσιών στη Ταυρική.]
«Εις το μέρος που ονομάζεται Λιμναίον υπάρχει το ιερό της Ορθίας Αρτέμιδος. Το άγαλμα της Ορθίας Αρτέμιδος που έχουν οι Λακεδαιμόνιοι προήλθε από τους βαρβάρους. Αυτοί που βρήκαν αυτό, ο Αστράβακος και ο Αλώπεκος γυιοί του Ίρβου, όταν βρήκαν το άγαλμα αμέσως τρελάθηκαν. Επίσης οι κάτοικοι των συνοικιών της Σπάρτης θυσιάζοντες εις την θεά για να λύσουν διαφορά την οποία είχαν, όχι μόνο δεν την έλυσαν, αλλά και κατέληξαν να σκοτωθούν μεταξύ τους και πολλοί φονεύτηκαν κατά την συμπλοκή γύρω από τον βωμό της θεάς, ενώ όσοι έζησαν πέθαναν όλοι από φοβερή ασθένεια. Και υπάρχει παράδοση ότι έπειτα από το γεγονός αυτό, έκαναν ανθρωποθυσίες στον βωμό και θυσιαζόταν εκείνος στον οποίο έπεφτε ο κλήρος. Ο Λυκούργος κατήργησε το έθιμο αυτό και το αντικατέστησε με μαστιγώσεις εφήβων γύρω από τον βωμό και έτσι γεμίζει με αίμα όταν γίνονται οι μαστιγώσεις. Έτσι εκπληρώνεται η θέληση της θεάς, αφού ο βωμός γεμίζει με ανθρώπινο αίμα. Η ιέρεια που κρατάει το ξόανο βρίσκεται εκεί την ώρα της μαστίγωσης. Το ξόανο είναι πολύ μικρό και ελαφρύ, αλλά όταν οι μαστιγωτές χτυπούν ελαφρά κάποιον έφηβο, λόγω της ωραιότητάς του ή του αξιώματός του, τότε το ξόανο γίνεται πολύ βαρύ στα χέρια της ιέρειας. Τότε αυτή κατηγορεί τους μαστιγωτές και φωνάζει ότι πιέζεται από το βάρος εξαιτίας τους. Έτσι το άγαλμα αυτό συνήθισε από τις ανθρωποθυσίες στην Ταυρίδα να ευχαριστιέται από τα αίματα των ανθρώπων».
[Μτφρ: Το μέρος που ονομάζεται Λιμναίο είναι αφιερωμένο στην Ορθία Άρτεμη ... Όταν οι Λιμνάτες Σπαρτιάτες και οι Κυνοσουρείς και αυτοί από τη Μεσόα και την Πιτάνη προσφέροντας θυσία στην Άρτεμη κατέληξαν σε διαμάχες και έφθασαν σε φόνους και πολλοί πέθαναν στον βωμό, ενώ κάποια αρρώστια σκότωσε τους υπολοίπους. Τότε κάποιος χρησμός τους όρισε να ραντίζουν τον βωμό με ανθρώπινο αίμα και θυσίαζαν όποιον καθόριζε ο κλήρος. Ο Λυκούργος όμως αντικατέστησε το έθιμο αυτό με μαστιγώσεις εφήβων κι έτσι ο βωμός γεμίζει με ανθρώπινο αίμα. Η ιέρεια με το ξόανο βρίσκεται κοντά τους. Το ξόανο είναι ελαφρύ εξαιτίας του μικρού μεγέθους του. Αλλά αν κάποτε οι μαστιγοφόροι χτυπούν με φειδώ εξαιτίας της ομορφιάς ή της κοινωνικής θέσης ενός εφήβου, τότε το ξόανο γίνεται βαρύτερο για τη γυναίκα και εκείνη το κρατά με δυσκολία. Τους κατηγορεί και λέει ότι υποφέρει εξαιτίας τους. Αυτή η προτίμηση του αγάλματος για ανθρώπινο αίμα έχει παραμείνει από την εποχή των θυσιών στη Ταυρική.]
ΑΛΕΑ, ΟΡΘΙΑ ΑΡΤΕΜΗ & ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τελετή στην οποία μαστιγώνεται μια γονατιστή γυναίκα προς τιμήν του θεού Διονύσου. (Πομπηία, Βίλλα των Μυστηρίων)
«Μετά δε
Στύμφαλόν εστιν Αλέα, συνεδρίου μεν του Αργολικού μετέχουσα και αύτη,
ʼλεον δε τον Αφείδαντος γενέσθαι σφίσιν αποφαίνουσιν οικιστήν. Θεών δε
ιερά αυτόθι Αρτέμιδός εστιν Εφεσίας και Αθηνάς Αλέας, και Διονύσου ναός
και άγαλμα. Τούτω παρά έτος Σκιέρεια εορτήν άγουσι, και εν Διονύσου τη
εορτή κατά μάντευμα εκ Δελφών μαστιγούνται αι γυναίκες, καθά και οι
Σπαρτιατών έφηβοι παρά τη Ορθία.» (Μτφρ: «Μετά τη Στύμφαλο είναι η Αλέα
(χωριό Αλέα πρώην Μπουγιάτι), που και αυτή μετέχει στην αργολική
ομοσπονδία. Εδώ υπάρχουν τα ιερά της Εφεσίας Αρτέμιδος, της Αλέας Αθηνάς
και του Διονύσου, με άγαλμα του θεού. Κάθε χρόνο τελούν προς τιμήν του
τα Σκιέρεια, όπου, σύμφωνα με χρησμό του μαντείου των Δελφών,
μαστιγώνονται οι γυναίκες, όπως και οι έφηβοι των Σπαρτιατών στη γιορτή
της Ορθίας»] (Πηγή: Περιηγήσεις Παυσανία από την Αργολίδα στην Αρκαδία,
Ιστορικά Ελευθεροτυπίας, Νο 249. 19 Αυγούστου 2004 σελ. 13,14).
«Ήταν δε η λατρεία του [Διονύσου] όχι πανελλήνιος μόνον, αλλά παγκόσμιος και αρχαιότατη, ως μαρτυρεί η εν Βοιωτία, ένθα πλάστηκε και ο πρώτος περί αυτού ελληνικός μύθος, λατρεία αυτού ως Διονύσου Ενδένδρου, η οποία υπενθυμίζει τους αρχαιότατους χρόνους της δενδρολατρείας, ως Διονύσου Στύλου και ως Διονύσου Περικιονίου (στην Θήβα), και τα ίχνη της σε αυτόν ανθρωποθυσίες στην Ποτνία, όπου λατρεύονταν ως Αιγοβόλος, διότι ο ίδιος ο θεός αντικατέστησε με αίγα το ωραίο παιδί, το οποίο θυσιάζονταν στον βωμό του κατά χρησμό του μαντείου των Δελφών.»
«Εκ των πολλαπλών δε εορτών του [Διονύσου] άξιες μνείας είναι ιδίως τα υπό των Θυιάδων τελούμενα όργια του Διονύσου ανά διετία μεν εις την κορυφή του Παρνασσού και ανά τριετία (τριετηρικά) στα στενά του Κιθαιρώνα, τα εν Αλέα της Αρκαδίας «Συφέρεια», κατά την τέλεση των όποιων μαστιγώνονταν οι γυναίκες (λείψανο ανθρωποθυσίας),» (Πηγή: Γεράσιμος Δ. Καψάλης, Πρόεδρος Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Θ΄, σσ. 407 – 411)
«Ήταν δε η λατρεία του [Διονύσου] όχι πανελλήνιος μόνον, αλλά παγκόσμιος και αρχαιότατη, ως μαρτυρεί η εν Βοιωτία, ένθα πλάστηκε και ο πρώτος περί αυτού ελληνικός μύθος, λατρεία αυτού ως Διονύσου Ενδένδρου, η οποία υπενθυμίζει τους αρχαιότατους χρόνους της δενδρολατρείας, ως Διονύσου Στύλου και ως Διονύσου Περικιονίου (στην Θήβα), και τα ίχνη της σε αυτόν ανθρωποθυσίες στην Ποτνία, όπου λατρεύονταν ως Αιγοβόλος, διότι ο ίδιος ο θεός αντικατέστησε με αίγα το ωραίο παιδί, το οποίο θυσιάζονταν στον βωμό του κατά χρησμό του μαντείου των Δελφών.»
«Εκ των πολλαπλών δε εορτών του [Διονύσου] άξιες μνείας είναι ιδίως τα υπό των Θυιάδων τελούμενα όργια του Διονύσου ανά διετία μεν εις την κορυφή του Παρνασσού και ανά τριετία (τριετηρικά) στα στενά του Κιθαιρώνα, τα εν Αλέα της Αρκαδίας «Συφέρεια», κατά την τέλεση των όποιων μαστιγώνονταν οι γυναίκες (λείψανο ανθρωποθυσίας),» (Πηγή: Γεράσιμος Δ. Καψάλης, Πρόεδρος Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Θ΄, σσ. 407 – 411)
ΚΥΠΡΟΣ
1. Η Νεολιθική Χοιροκοιτία του Πορφύριου Δίκαιου
Ο Δίκαιος (1953) έφερε στο φως με την ανασκαφή του πολλά οργανικά κατάλοιπα και σημαντικές ταφές. Αποκάλυψε εστίες έξι διαφορετικών τύπων γεμάτες με τέφρα, ξυλάνθρακα και οστά ζώων in situ, προφανώς κατάλοιπα γευμάτων. Τρεις λιθόστρωτες εστίες είχαν τοποθετηθεί σε θέση ταφών. Δύο από αυτές ίσως συνδέονται με ανθρωποθυσίες. Στο «θόλο» ΧV(II), δάπεδο XII, η εστία τοποθετήθηκε στο άνω τμήμα μιας ταφής που ανήκει στο δάπεδο XIII και η οποία θεωρήθηκε ανθρωποθυσία ως τελετουργία γερής θεμελίωσης (foundation rite). Στο «θόλο» XLVIII, δάπεδο ΙΙΙ, η εστία βρίσκεται στο κέντρο και ακριβώς πάνω από το μικρό τάφο ενός παιδιού. Η ταφή αυτή θεωρείται ανθρωποθυσία για δημιουργία νέου δαπέδου και επανατοποθέτηση της εστίας (Dikaios 1953).
Γενικά, οι νεκροί, ενήλικες ή παιδιά, θάβονταν σε λακκοειδείς ρηχούς τάφους σκαμμένους στα δάπεδα. Στα ύστερα στάδια του οικισμού παρατηρείται αυξημένη θνησιμότητα, ιδίως ενηλίκων, με διπλές και τριπλές ταφές. Οι νεκροί βρίσκονται σε συνεσταλμένη στάση με ποικίλο βαθμό συστολής. Σε κάποιες ταφές, μυλόπετρες ή μεγάλοι επίπεδοι λίθοι είχαν τοποθετηθεί επίτηδες στην κεφαλή ή σε άλλα μέρη του σώματος. Η τελετουργία αυτή φαίνεται να δηλώνει νεκροφοβία (οπ. ανωτ.). Γενικά, είναι φανερή κάποια «έμφαση στα κρανία» (skull emphasis), και μία εναλλακτική ερμηνεία είναι ότι ίσως η τοποθέτηση λίθων πάνω στα κρανία είχε ως σκοπό σε κάποιες περιπτώσεις να καλύψει (να «προστατέψει» ή να κρύψει;) το κεφάλι ή το πρόσωπο του νεκρού (Niklasson 1991).
(Πηγή: http://www.ancientcyprus.ac.uk/Papers/Tsaliki1/page1.html)
Ο Δίκαιος (1953) έφερε στο φως με την ανασκαφή του πολλά οργανικά κατάλοιπα και σημαντικές ταφές. Αποκάλυψε εστίες έξι διαφορετικών τύπων γεμάτες με τέφρα, ξυλάνθρακα και οστά ζώων in situ, προφανώς κατάλοιπα γευμάτων. Τρεις λιθόστρωτες εστίες είχαν τοποθετηθεί σε θέση ταφών. Δύο από αυτές ίσως συνδέονται με ανθρωποθυσίες. Στο «θόλο» ΧV(II), δάπεδο XII, η εστία τοποθετήθηκε στο άνω τμήμα μιας ταφής που ανήκει στο δάπεδο XIII και η οποία θεωρήθηκε ανθρωποθυσία ως τελετουργία γερής θεμελίωσης (foundation rite). Στο «θόλο» XLVIII, δάπεδο ΙΙΙ, η εστία βρίσκεται στο κέντρο και ακριβώς πάνω από το μικρό τάφο ενός παιδιού. Η ταφή αυτή θεωρείται ανθρωποθυσία για δημιουργία νέου δαπέδου και επανατοποθέτηση της εστίας (Dikaios 1953).
Γενικά, οι νεκροί, ενήλικες ή παιδιά, θάβονταν σε λακκοειδείς ρηχούς τάφους σκαμμένους στα δάπεδα. Στα ύστερα στάδια του οικισμού παρατηρείται αυξημένη θνησιμότητα, ιδίως ενηλίκων, με διπλές και τριπλές ταφές. Οι νεκροί βρίσκονται σε συνεσταλμένη στάση με ποικίλο βαθμό συστολής. Σε κάποιες ταφές, μυλόπετρες ή μεγάλοι επίπεδοι λίθοι είχαν τοποθετηθεί επίτηδες στην κεφαλή ή σε άλλα μέρη του σώματος. Η τελετουργία αυτή φαίνεται να δηλώνει νεκροφοβία (οπ. ανωτ.). Γενικά, είναι φανερή κάποια «έμφαση στα κρανία» (skull emphasis), και μία εναλλακτική ερμηνεία είναι ότι ίσως η τοποθέτηση λίθων πάνω στα κρανία είχε ως σκοπό σε κάποιες περιπτώσεις να καλύψει (να «προστατέψει» ή να κρύψει;) το κεφάλι ή το πρόσωπο του νεκρού (Niklasson 1991).
(Πηγή: http://www.ancientcyprus.ac.uk/Papers/Tsaliki1/page1.html)
ΜΥΚΗΝΕΣ
Οι αρχαιολόγοι
Ventris και Chadwick (Documents in Mycenaean Greek, p. 463) βρήκαν
κάποιες πινακίδες που αναφέρουν θυσίες γυναικών σε θεούς όπως ο Δίας και
η (ξενόφερτη) Πότνια Αθηνά. Όλα αυτά έλαβαν χώρα μέσα στην 2η χιλιετία
π.Χ…. (Πηγή: http://www.csun.edu/~hcfll004/mycen.html)
Μάλιστα, πολλοί από τους μυκηναϊκούς θεούς (π.χ. Κομαουέντεια, Μνάσα, Δίουια, Δρίμιος, Πέρσης, Ποσιδαιεία κλπ.) εξαφανίστηκαν αργότερα και αντικαταστάθηκαν από καινούργιους θεούς)
Μάλιστα, πολλοί από τους μυκηναϊκούς θεούς (π.χ. Κομαουέντεια, Μνάσα, Δίουια, Δρίμιος, Πέρσης, Ποσιδαιεία κλπ.) εξαφανίστηκαν αργότερα και αντικαταστάθηκαν από καινούργιους θεούς)
ΑΡΚΑΔΙΑ
ΛΥΚΑΙΟ ΚΑΙ ΛΥΚΟΣΟΥΡΑ – Η ΓΕΝΕΘΛΙΟΣ ΚΟΙΤΙΔΑ ΤΩΝ ΑΡΚΑΔΩΝ
Του Θεόδωρου Σπυρόπουλου, Εφόρου αρχαιοτήτων Αρκαδίας – Λακωνίας Επίκουρου καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών.
(Η ομιλία αυτή, έγινε στις 6 Μαΐου 1996 στο ξενοδοχείο Novotel στην Αθήνα, σε εκδήλωση του Συλλόγου Άνω Καρυωτών «ο Λύκαιος Δίας», με θέμα τα Λύκαια.)
(Η ομιλία αυτή, έγινε στις 6 Μαΐου 1996 στο ξενοδοχείο Novotel στην Αθήνα, σε εκδήλωση του Συλλόγου Άνω Καρυωτών «ο Λύκαιος Δίας», με θέμα τα Λύκαια.)
Οι απόψεις που θα
διατυπωθούν σήμερα ενέχουν μία προσωρινότητα και προεξαγγελτική αναφορά
σε θεμελιώδη ζητήματα της Ιστορίας του χώρου και της λατρείας των
Λυκαίων, εν όψει μίας έρευνας του χώρου που αποτελεί προσδοκία όλων υμών
και διακαή επιθυμία και ημών. Πράγματι μετά τις έρευνες του Κων/νου
Κουρουνιώτη, στις αρχές του αιώνα μας (1902 – 1909) η αρχαιολογική
σκαπάνη σίγησε παντελώς στην Ιερά Κορυφή της Αρκαδίας, ενώ οι έρευνες
του σοφού μελετητή, που έγιναν με κάποια σπουδή, έλυσαν τόσα ζητήματα
όσα και πλείονα ίσως κατέλιπον αναπάντητα και αμφιλεγόμενα.
Αλλά πρώτον, ας τοπογραφήσουμε συντόμως περί του χώρου και των μνημείων, γενεαλογούντες έπειτα κατά τα παραδιδόμενα και τέλος επιφέροντες τις δικές μας κρίσεις και ερμηνείες περί των σεπτών Μνημείων και των συντελουμένων περί αυτά φρικωδών θέσμιων του παλαιότατου παρελθόντος.
Το όρος Λύκαιον είναι ο ορεινός όγκος ασβεστολιθικών υψωμάτων δυτικώς του οροπεδίου της Μεγαλοπόλεως εις την περιοχή της Παρρασίας (Παυσανίας 8, 38, 2 κε, 4, 20, 2, 8, 41, 3, Στράβωνος Γεωγραφικά 8, 348, Παυσανίας 8, 2, 1, Θουκυδίδης, 5, 54, 1). Ο Πολύβιος περιελάμβανε το όρος μεταξύ των μεγίστων της Ελλάδος, εξ’ ου και το παρά Θεοκρίτω «όρεα μακρά» (1, 123). Το όρος είχε πολλά δάση κατά την αρχαιότητα καθώς και πολλές πηγές (Παυσανίας 8, 38, 3 κ.ο.κ.).
Ο ορεινός όγκος του Λυκαίου αποτελείται από δύο κορυφές, την κορυφή Στεφάνι με υψόμετρο 1400 μέτρα προς Βορρά και την αμέσως χαμηλότερη αλλά περισσότερο ελεύθερη και περίοπτη που ονομάζεται κορυφή του Προφήτου Ηλία από το ομώνυμο παρεκκλήσιο ή Διαφόρτι. Μεταξύ των δύο κορυφών βρίσκεται μικρός επίπεδος χώρος 350 Χ 120 μέτρα σε υψόμετρο 1200 μέτρα, όπου ιδρύθηκαν Ιππόδρομος και Στάδιο με μεγάλη Στοά καθώς και συμπληρωματικά κτίρια μεταξύ των οποίων ο Παυσανίας μνημονεύει Ιερόν Πανός. Τα κτίρια χρονολογούνται κυρίως στους πρώιμους Ρωμαϊκούς χρόνους. Στη θέση αυτή εορτάζοντο τα Λύκαια, δηλαδή πανελλήνιοι αθλητικοί αγώνες ανά τετραετία, το έπαθλο της νίκης των οποίων ήταν ένα χάλκινο αντικείμενο. Το καθ’ αυτό ιερό του Διός ευρίσκετο επί της κορυφής του υψώματος του προφήτη Ηλία και απετελείτο από δύο σημεία δηλαδή τον βωμό του Λυκαίου Διός και το Τέμενος του ιδίου Θεού.
Ο βωμός ευρίσκεται Επί της κορυφής του υψώματος και χαρακτηρίζεται από τον Παυσανία ως «γης χώμα». 20 μέτρα χαμηλότερα από το βωμό επί της νότιας πλαγιάς του ευρίσκετο επί μικρού ανδήρου το τέμενος του Λυκαίου Διός εις το οποίο κατά τον Παυσανία απηγορεύετο η είσοδος στους ανθρώπους. Ο Κουρουνιώτης εις την Α.Ε. 1904 σελ. 162 σημειώνει ότι: «Ο βωμός του υπήρχε Επί της κορυφής του Αη Λιά ήταν φανερό εκ των λειψάνων των θυσιών και των λοιπών σημείων, άτινα ήταν πάντοτε ορατά επί της επιφανείας αυτής». Το μέρος εκείνο της κορυφής όπου ο βωμός του Διός ονομάζεται και σήμερα από τους χωρικούς «κόκαλα», αναλόγους δε λαϊκούς θρύλους για καμένα και ημιαπολιθωμένα τεμάχια οστών καθώς και για φρικτές θανατώσεις ομήρων από τους Αρχαίους στην κορυφή του Λυκαίου έχουν καταχωρήσει στα βιβλία τους οι περιηγητές Gell και Ross.
Για το τέμενος του Διός ο Κουρουνιώτης γράφει: «Μακρά γραμμή εκ μεγάλων αργών λίθων ορίζει την περιοχή του τεμένους και αναγνωρίζεται σήμερον μέχρις αποστάσεως 120 μέτρων. Ώστε το αρχαίον τέμενος είχε πλάτος 55 μέτρα και μήκος τουλάχιστον 120 μέτρα».
Τα πορίσματα της ανασκαφής Κουρουνιώτη έχουν εν συντομία ως εξής: Ο βωμός ήταν τεχνητός και εκ συσσωρεύσεως πολλών οστών και των λειψάνων των θυσιών. Η διάμετρος της επιφάνειας είναι 30 μέτρα, το δε βάθος των χωμάτων 1,5 μέτρα μέχρι τον στερεόν βράχον. Το χώμα περιγράφει ο Κουρουνιώτης, «ως λεπτότατον, μέλαν ως η τέφρα εκ της πυράς των θυσιών μετά πλήθους μικρών οστών». Αναφέρει δε και «λίθους μεγάλους, ων τινές ημίκαυστοι, αλλαχού μεν σποραδικώς αλλαχού δε ως εις μικρούς σωρούς, ευρίσκοντο δε μετά του μέλανος χώματος και πολλά σχετικώς αλλά λίαν μικρά τεμάχια λεπτών αγγείων», τα οποία χρονολόγησε εις τον 5ο και 4ο αιώνα π.χ. Με απογοήτευση παρατηρεί ότι δεν απεκάλυψε εις τον βωμό μικρά αφιερώματα ή άλλα πανάρχαια πράγματα, εξ ων θα εγινετο δυνατόν να βεβαιωθεί η επικρατούσα ιδέα περί της μεγίστης αρχαιότητος της λατρείας του Διός, να καθορισθεί δε και το είδος ταύτης. Συμπεραίνει ότι ο βωμός δεν υπέστη αλλοίωσιν τινά υπό του χρόνου από της αρχαιότητος μέχρι σήμερον, βεβαιώνει κατηγορηματικώς ότι εξετάσας μετά προσοχής τα οστά δεν εύρεν μεταξύ τούτων ουδέν χαρακτηριστικόν ανθρωπίνου οστού. Τα μεγαλύτερα οστά ανήκουν εις βόας και χοίρους. Του τεμένους η επίχωσις είχε ύψος περίπου 60 εκατοστά επειδή δε ήτο μελανού χρώματος υπέθεσεν ο Κουρουνιώτης ότι τούτο ωφείλετο εις το αίμα των ζώων και θεωρεί την θέση τρόπον τινά πρόθυσιν. Εντός του τεμένους εύρεν χάλκινα αγαλμάτια του Διός με τον αετό και τον κεραυνό, του Ερμού, Αρκαδικών ποιμένων, του Απόλλωνος καθώς και κρίκους και ελάσματα χρονολογούμενα από τον 6ο ως τον 4ο αιώνα π.χ. Ο αυτός ανασκαφέας εύρεν κατά χώραν και συνεπλήρωσε περαιτέρω τις βάσεις επί των οποίων ίσταντο οι δύο κίονες για τους οποίους ο Παυσανίας γράφει τα εξείς: «Προ δε του βωμού κίονες δύο ως επί ανίσχοντα εστήκασιν ήλιον, αετοί δε επ’ αυτοίς επίχρυσοι τα γε έτι παλαιότερα επεποίηντο». Οι βάσεις είναι τρίβαθμες, χρονολογούνται από τον Κουρουνιώτη κατά τον 5ο ή 4ο αιώνα π.χ. ο δε σπόνδυλος που ευρέθη ήτο εκ μαρμάρου Δολιανών μετά 20 ραβδώσεων ύψους 0,48 μέτρων και διαμέτρου 0,78 μέτρα.
Από τις ανασκαφές του Κουρουνιώτη διεφωτίσθη αρκούντως η Τοπογραφία των Μνημείων του Λυκαίου όρους και πολλά των μνημείων του χώρου ήλθαν στο φως, καίτοι μερικώς μόνον ως το ιερόν του Παρρασίου Απόλλωνος, δεν απεκαλύφθησαν όμως αλλά, εν οις και το μνημονευόμενον υπό του Παυσανία Ιερόν του Πανός. Διαπορεί δε και ο ανασκαφέας και άλλοι πώς εις θέσιν δυσπρόσιτον και μετέωρον οι αρκάδες εγκατέστησαν πλήρη αθλητικόν στίβον, εις τον οποίον προσέτρεχαν ανά τετραετίαν κατά μήνα Ιούλιον, ως υποθέτει, αθληταί εξ όλων των σημείων του Ελληνικού και είτα του Ελληνορωμαϊκού Κόσμου, ως μαρτυρείτε και εκ των ολίγων επιγραφών των Λυκαιονικών, που ευρέθησαν εις τον χώρον της Αγοράς. Η χρονολογία των κτιρίων, της αγοράς είναι ως είπομεν οι πρώιμοι ελληνιστικοί και αυτοκρατορικοί χρόνοι, όταν φαίνεται αναβίωσαν οι αγώνες με την ενίσχυσιν των αυτοκρατόρων, ιδιαίτερα πιστεύουμε του φιλέλληνος αυτοκράτορος Ανδριανού και του μεγάλου Έλληνος των χρόνων εκείνων Ηρώδου Αττικού, ο οποίος ίδρυσε μέγα Παλλάδιον της Ελληνικής Παραδόσεως, καλλιτεχνίας και θρησκείας εις την πόλιν Εύα της Αρκαδίας, από όπου επισκοπούσε τα κατά Αρκαδία και Πελοπόννησον θέσμια, μύστης ο ίδιος των Ελευσινίων και ίσως και άλλων μυστηρίων και ανακαινιστής των Ασκληπιείων και των ολυμπίων. Εκείνο που δεν διεφώτισαν οι ανασκαφές του Κουρουνιώτη ήταν η μαρτυρούμενη υπό των Πηγών και του γενεαλογικού δένδρου των Αρκαδικών δυναστειών μακροτάτη ιστορία του Ιερού του Διός, των τελεουμένων εν αυτώ ανθρωποθυσιών αλλά και των ιδίων των Αγώνων.
Πρώτος λοιπόν και αυτόχθων κατά τον ποιητή Άσιο (Σάμιος περί το 630 π.χ.) βασιλεύς των αρκάδων υπήρξεν ο Πελασγός «…..αντίθεον δε Πελασγόν εν υψικόμοισι όρεσσι γαία μέλαιν’ ανέδωκε ίνα θνητών γένος είη….». Διάδοχος και υιός του μυθικού Πελασγού και κορυφαίο πρόσωπο της Αρκαδικής γενεαλογίας και μυθογραφίας ο περιβόητος Λυκάων. Αλληλοσυγκρουόμενες είναι οι παραδώσεις για το πρόσωπο και τη δράση του Λυκάονος. Από την μία πλευρά παρουσιάζεται ως ο εισηγητής αποτρόπαιων ανθρωποθυσιών και ασεβών καταδολιεύσεων κατά του Διός. Κατά τον Παυσανία «Λυκάων επί τον βωμόν του Λυκαίου Διός βρέφος ήνεγκεν ανθρώπου και έθυσε το βρέφος και έσπειρε επί του βωμού το αίμα, και αυτόν αυτίκα επί τη θυσία γενέσθαι λύκον φασίν αντί ανθρώπου». Η μεταγενεστέρα παράδοσις αποδίδει στον Λυκάονα και τον οίκο του μέγιστα ανοσιουργήματα. Καθώς τους επισκέφθη ο Ζευς σε ενδεή (πενιχρά) εμφάνιση του παρέθεσαν γεύμα τα εντόσθια ενός σφαγμένου παιδιού αναμεμιγμένα με το κρέας της θυσίας κατά ανάλογα ανοσιουργήματα του Ταντάλου και των Θυέστιων δείπνων.
Αποτροπιασμένος ο Ζευς ανατρέπει την Τράπεζαν (εξ ου έκτοτε καλείται η θεσις Τραπεζούς) και φονεύει τον Λυκάονα και όλους τους υιούς του (50 τον αριθμό) μέχρι του νεότατου (ή του πρωτότοκου) Νύκτιμου, του οποίου εφείσθη κατά παράκλησιν της Γης. Κατά την βασιλείαν του τελευταίου επισυνέβη όμως ο Κατακλυσμός του Δευκαλίωνος για να εξαφανισθεί το ανόσιο γένος των ανθρώπων. (Απολλόδωρος, 3, 97,κε). Κατά τον Οβίδιον (Μεταμορφώσεις 1, 163 κε, 211 κε) ο Ζευς εμφανίζεται στην Αρκαδία ως θεός. Αλλά ο Λυκάων αμφισβητεί την θεϊκή του υπόσταση και μετά από μία αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του, του παραθέτει τα προμνησθέντα ανάμικτα δείπνα. Κατά τον Ερατοσθένη (Καταστερισμοί, 8) ο Λυκάων έσφαξε τον εγκονόν του Αρκάδα. Ο Ζευς τον επανασυγκολά και τον μετατρέπει σε αστερισμό (Αρκτούρος).
Οι σύγχρονοι μελετητές συνδέουν λογικοφανώς την ανωτέρω Παράδοσιν με τις τελούμενες εις το Λύκαιον όρος ανθρωποθυσίες οι οποίες εγίνοντο εκεί ακόμη και κατά τον 4ο αιώνα π.χ. όπως προκύπτει από το σχετικό χωρίον της Πολιτείας του Πλάτωνος (Πολιτεία, 8,5 6 5d και Μίνως σ. 315κε). Για μας, λέει ο Πλάτων, οι ανθρωποθυσίες όχι μόνον δεν είναι Νόμος αλλά και ασέβεια. Για τους Καρχηδόνιους αντίθετα, είναι μια ιερά συνήθεια και σ’ αυτούς, όπως αναμφίβολα ήδη σου ανεφέρθη, μερικές φορές κάποιος πατέρας θυσιάζει τα παιδιά του στον Κρόνο.
Ως εκ τούτου συμπεραίνουμε ότι μόνον οι βάρβαροι έχουν τόσο διαφορετικούς νόμους από τους δικούς μας. Στις γιορτές του Λυκαίου, όπως και στους απόγονους του Αθαμαντα, οι Έλληνες κάνουν τις ίδιες ανθρωποθυσίες. Ανάλογα γράφει και ο Θεόφραστος, όπως προκύπτει από το χωρίον του Πορφυρίου, Νεοπλατωνικού φιλοσόφου εκ Τύρου, του 3ου αιώνα μ.Χ. στο έργο του Περί Αποχής των εμψύχων. «Αφ’ ου μέχρι του νυν ουκ εν Αρκαδία μόνον τοις Λυκαίοις, ούδ’ εν Καρχηδόνι τω Κρονω, κοινή πάντες ανθρωποθυτούσι, αλλά κατά περίοδον της του νομιμου χάριν μνήμης εμφύλιον αεί αίμα φαίνουσιν προς τους βωμούς, καίπερ τοις παρ’ αυτοίς οσίας εξειγούσης των Ιερών, τοις περιρραντηρίοις κηρύγματι, ει τις αίματος ανθρωπείου μεταίτιος».
Οι Θυσίες αυτές συνέχισαν να τελούνται ακόμη και κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους, αν κρίνουμε από την ακόλουθη παρατήρηση του Παυσανία. «Επί τούτου του βωμού τω Λυκαίω Διί θύουσιν εν απορρήτω πολυπραγμονήσαι δε ου μοι τα ες την θυσίαν ηδύ ην, εχέτω δε ως έχει και ως έσχεν εξ αρχής». (8,38,7). Κατά τον Otto Kern, Die Religion der Griechen I,187 και οι ανθρωποθυσίες του Λυκαίου και η μεταμόρφωση του Λυκάονος και παντός γευομένου ανθρωπίνη σάρκα σε λύκο ανήκουν στην λατρεία ενός Προελληνικού Θεού – Λύκου, ο οποίος εξεβλήθη αργότερον υπό του Διός. Ας ενθυμηθούμε ότι λύκοι ανέσωσαν τους κατοίκους της Παρνασσίδος κατά τον κατακλισμόν του Δευκαλιωνος «….των δε ανθρώπων όσοι διαφυγειν τον χειμώνα ηδυνήθησαν, λύκων ωρυγαις απεσώθησαν ες του Παρνασσού τα άκρα υπό ηγεμόσι της πορείας τοις θηρίοις, πόλιν δε ην έκτισαν εκκάλεσαν επί τούτω Λυκώρειαν» (ΙΧ,6, 2-3)
Για το κεφάλαιο των ανθρωποθυσιών του Λυκαίου η νεωτέρα έρευνα δεν προσήγαγε στοιχεία, αφού η έρευνα του Κουρουνιώτη δεν εδικαιολόγησε τις αναφορές των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Επιχειρήθηκαν όμως διάφορες ερμηνείες που ανάγονται στην σφαίραν της Ιστορίας των θρησκειών και εις άλλα παράλληλα, γνωστά επίσης εκ της φιλολογικής παραδόσεως. Πρώτος ει μη μόνος ο γνωστός συγγραφέας Berard στο σύγγραμμά του, De l’ origine des cultes arcadiens, Raris 1894, υπεστήριξε ότι οι πρακτικές του Λυκαίου ομοιάζουν προς τις πρακτικές των Φοινικικών φύλων, τις οποίες καταδίκασαν οι Προφήτες του Ισραήλ και αναφέρεται στο χωρίον εκ της «Σοφίας Σολομώντος» (ΧΙV, 23) όπου κατά την μετάφραση των εβδομήκοντα σημειώνεται: «Ή γαρ τεκνοφόνους τελετάς ή κρύφια μυστήρια ή εμμανείς εξ άλλων θεσμών κώμους άγοντες «(εν. αν. σ. 59). Συμπεραίνει ότι στην λατρεία του Λυκαίου Διός υπάρχουν ξένες τελετουργίες (rites), ίσως σημιτικές, ή πάντως συναφείς προς τις Σημιτικές συνήθειες και επάγεται: Zeus Lycaios est peut- tre un dieu importe (σ.60).
Ο Berard έγραψε την μελέτη του μία δεκαετία περίπου πριν ο Κουρουνιώτης αναλάβει την ανασκαφή του Λυκαίου. Ανεφέρθη στο ιερό του Ηρακλέους στις Ερυθρές της Μ. Ασίας, το οποίο κατείχε άγαλμα του ήρωος «ούτε τοις καλουμένοις αιγιναίοις, ούτε των αττικών τοις αρχαιοτάτοις εμφερές, ει δε τι και άλλο, ακριβώς εστίν αιγύπτιον. Σχεδία γαρ ήν ξύλων και επ’ αυτή ο θεός εκ Τύρου της Φοινίκης εξέπλευσεν καθ’ ήντινα δε αιτίαν, ουδέ αυτοί τούτο οι Ερυθραίοι λέγουσι» (Παυσ. VII,5,4-5). Τον σημιτικόν Δία αναζητεί εις το λύκαιον ο Berard ταξινομών τριπλήν την φύσιν και έλευσιν του Θεού, Αρείαν την του Δωδωναίου Πελασγικού Διός, σημιτικήν την του Κρηταγενούς, καθαρώς ελληνικήν και επίμεικτον του Ολύμπου.
Περαιτέρω σημειώνει ο Berard ότι: «dans tous le pays semitiques, le sacrifice humain fut le sacrifice par excellence». O Melqart στην Τύρο, η Αστάρτη στην Λαοδικεία, η Tanit και ο Κρόνος στην Καρχηδόνα, η Atergatis στην Ιεράπολη, ο Ζευς στην Κύπρο απαιτούν ανθρώπινες θυσίες, κυρίως των πρωτότοκων ή γενικά των νεογέννητων. Εδώ εντάσσει και την θυσία του Αβραάμ [σημείωση "Νεκρού": η οποία όμως αποτράπηκε από το Θεό και αυτό σήμαινε την άρνηση των ανθρωποθυσιών, εκτός από τις περιπτώσεις εκτροπής των Ιουδαίων σε ειδωλολατρικές λατρείες].
Αλλά πρώτον, ας τοπογραφήσουμε συντόμως περί του χώρου και των μνημείων, γενεαλογούντες έπειτα κατά τα παραδιδόμενα και τέλος επιφέροντες τις δικές μας κρίσεις και ερμηνείες περί των σεπτών Μνημείων και των συντελουμένων περί αυτά φρικωδών θέσμιων του παλαιότατου παρελθόντος.
Το όρος Λύκαιον είναι ο ορεινός όγκος ασβεστολιθικών υψωμάτων δυτικώς του οροπεδίου της Μεγαλοπόλεως εις την περιοχή της Παρρασίας (Παυσανίας 8, 38, 2 κε, 4, 20, 2, 8, 41, 3, Στράβωνος Γεωγραφικά 8, 348, Παυσανίας 8, 2, 1, Θουκυδίδης, 5, 54, 1). Ο Πολύβιος περιελάμβανε το όρος μεταξύ των μεγίστων της Ελλάδος, εξ’ ου και το παρά Θεοκρίτω «όρεα μακρά» (1, 123). Το όρος είχε πολλά δάση κατά την αρχαιότητα καθώς και πολλές πηγές (Παυσανίας 8, 38, 3 κ.ο.κ.).
Ο ορεινός όγκος του Λυκαίου αποτελείται από δύο κορυφές, την κορυφή Στεφάνι με υψόμετρο 1400 μέτρα προς Βορρά και την αμέσως χαμηλότερη αλλά περισσότερο ελεύθερη και περίοπτη που ονομάζεται κορυφή του Προφήτου Ηλία από το ομώνυμο παρεκκλήσιο ή Διαφόρτι. Μεταξύ των δύο κορυφών βρίσκεται μικρός επίπεδος χώρος 350 Χ 120 μέτρα σε υψόμετρο 1200 μέτρα, όπου ιδρύθηκαν Ιππόδρομος και Στάδιο με μεγάλη Στοά καθώς και συμπληρωματικά κτίρια μεταξύ των οποίων ο Παυσανίας μνημονεύει Ιερόν Πανός. Τα κτίρια χρονολογούνται κυρίως στους πρώιμους Ρωμαϊκούς χρόνους. Στη θέση αυτή εορτάζοντο τα Λύκαια, δηλαδή πανελλήνιοι αθλητικοί αγώνες ανά τετραετία, το έπαθλο της νίκης των οποίων ήταν ένα χάλκινο αντικείμενο. Το καθ’ αυτό ιερό του Διός ευρίσκετο επί της κορυφής του υψώματος του προφήτη Ηλία και απετελείτο από δύο σημεία δηλαδή τον βωμό του Λυκαίου Διός και το Τέμενος του ιδίου Θεού.
Ο βωμός ευρίσκεται Επί της κορυφής του υψώματος και χαρακτηρίζεται από τον Παυσανία ως «γης χώμα». 20 μέτρα χαμηλότερα από το βωμό επί της νότιας πλαγιάς του ευρίσκετο επί μικρού ανδήρου το τέμενος του Λυκαίου Διός εις το οποίο κατά τον Παυσανία απηγορεύετο η είσοδος στους ανθρώπους. Ο Κουρουνιώτης εις την Α.Ε. 1904 σελ. 162 σημειώνει ότι: «Ο βωμός του υπήρχε Επί της κορυφής του Αη Λιά ήταν φανερό εκ των λειψάνων των θυσιών και των λοιπών σημείων, άτινα ήταν πάντοτε ορατά επί της επιφανείας αυτής». Το μέρος εκείνο της κορυφής όπου ο βωμός του Διός ονομάζεται και σήμερα από τους χωρικούς «κόκαλα», αναλόγους δε λαϊκούς θρύλους για καμένα και ημιαπολιθωμένα τεμάχια οστών καθώς και για φρικτές θανατώσεις ομήρων από τους Αρχαίους στην κορυφή του Λυκαίου έχουν καταχωρήσει στα βιβλία τους οι περιηγητές Gell και Ross.
Για το τέμενος του Διός ο Κουρουνιώτης γράφει: «Μακρά γραμμή εκ μεγάλων αργών λίθων ορίζει την περιοχή του τεμένους και αναγνωρίζεται σήμερον μέχρις αποστάσεως 120 μέτρων. Ώστε το αρχαίον τέμενος είχε πλάτος 55 μέτρα και μήκος τουλάχιστον 120 μέτρα».
Τα πορίσματα της ανασκαφής Κουρουνιώτη έχουν εν συντομία ως εξής: Ο βωμός ήταν τεχνητός και εκ συσσωρεύσεως πολλών οστών και των λειψάνων των θυσιών. Η διάμετρος της επιφάνειας είναι 30 μέτρα, το δε βάθος των χωμάτων 1,5 μέτρα μέχρι τον στερεόν βράχον. Το χώμα περιγράφει ο Κουρουνιώτης, «ως λεπτότατον, μέλαν ως η τέφρα εκ της πυράς των θυσιών μετά πλήθους μικρών οστών». Αναφέρει δε και «λίθους μεγάλους, ων τινές ημίκαυστοι, αλλαχού μεν σποραδικώς αλλαχού δε ως εις μικρούς σωρούς, ευρίσκοντο δε μετά του μέλανος χώματος και πολλά σχετικώς αλλά λίαν μικρά τεμάχια λεπτών αγγείων», τα οποία χρονολόγησε εις τον 5ο και 4ο αιώνα π.χ. Με απογοήτευση παρατηρεί ότι δεν απεκάλυψε εις τον βωμό μικρά αφιερώματα ή άλλα πανάρχαια πράγματα, εξ ων θα εγινετο δυνατόν να βεβαιωθεί η επικρατούσα ιδέα περί της μεγίστης αρχαιότητος της λατρείας του Διός, να καθορισθεί δε και το είδος ταύτης. Συμπεραίνει ότι ο βωμός δεν υπέστη αλλοίωσιν τινά υπό του χρόνου από της αρχαιότητος μέχρι σήμερον, βεβαιώνει κατηγορηματικώς ότι εξετάσας μετά προσοχής τα οστά δεν εύρεν μεταξύ τούτων ουδέν χαρακτηριστικόν ανθρωπίνου οστού. Τα μεγαλύτερα οστά ανήκουν εις βόας και χοίρους. Του τεμένους η επίχωσις είχε ύψος περίπου 60 εκατοστά επειδή δε ήτο μελανού χρώματος υπέθεσεν ο Κουρουνιώτης ότι τούτο ωφείλετο εις το αίμα των ζώων και θεωρεί την θέση τρόπον τινά πρόθυσιν. Εντός του τεμένους εύρεν χάλκινα αγαλμάτια του Διός με τον αετό και τον κεραυνό, του Ερμού, Αρκαδικών ποιμένων, του Απόλλωνος καθώς και κρίκους και ελάσματα χρονολογούμενα από τον 6ο ως τον 4ο αιώνα π.χ. Ο αυτός ανασκαφέας εύρεν κατά χώραν και συνεπλήρωσε περαιτέρω τις βάσεις επί των οποίων ίσταντο οι δύο κίονες για τους οποίους ο Παυσανίας γράφει τα εξείς: «Προ δε του βωμού κίονες δύο ως επί ανίσχοντα εστήκασιν ήλιον, αετοί δε επ’ αυτοίς επίχρυσοι τα γε έτι παλαιότερα επεποίηντο». Οι βάσεις είναι τρίβαθμες, χρονολογούνται από τον Κουρουνιώτη κατά τον 5ο ή 4ο αιώνα π.χ. ο δε σπόνδυλος που ευρέθη ήτο εκ μαρμάρου Δολιανών μετά 20 ραβδώσεων ύψους 0,48 μέτρων και διαμέτρου 0,78 μέτρα.
Από τις ανασκαφές του Κουρουνιώτη διεφωτίσθη αρκούντως η Τοπογραφία των Μνημείων του Λυκαίου όρους και πολλά των μνημείων του χώρου ήλθαν στο φως, καίτοι μερικώς μόνον ως το ιερόν του Παρρασίου Απόλλωνος, δεν απεκαλύφθησαν όμως αλλά, εν οις και το μνημονευόμενον υπό του Παυσανία Ιερόν του Πανός. Διαπορεί δε και ο ανασκαφέας και άλλοι πώς εις θέσιν δυσπρόσιτον και μετέωρον οι αρκάδες εγκατέστησαν πλήρη αθλητικόν στίβον, εις τον οποίον προσέτρεχαν ανά τετραετίαν κατά μήνα Ιούλιον, ως υποθέτει, αθληταί εξ όλων των σημείων του Ελληνικού και είτα του Ελληνορωμαϊκού Κόσμου, ως μαρτυρείτε και εκ των ολίγων επιγραφών των Λυκαιονικών, που ευρέθησαν εις τον χώρον της Αγοράς. Η χρονολογία των κτιρίων, της αγοράς είναι ως είπομεν οι πρώιμοι ελληνιστικοί και αυτοκρατορικοί χρόνοι, όταν φαίνεται αναβίωσαν οι αγώνες με την ενίσχυσιν των αυτοκρατόρων, ιδιαίτερα πιστεύουμε του φιλέλληνος αυτοκράτορος Ανδριανού και του μεγάλου Έλληνος των χρόνων εκείνων Ηρώδου Αττικού, ο οποίος ίδρυσε μέγα Παλλάδιον της Ελληνικής Παραδόσεως, καλλιτεχνίας και θρησκείας εις την πόλιν Εύα της Αρκαδίας, από όπου επισκοπούσε τα κατά Αρκαδία και Πελοπόννησον θέσμια, μύστης ο ίδιος των Ελευσινίων και ίσως και άλλων μυστηρίων και ανακαινιστής των Ασκληπιείων και των ολυμπίων. Εκείνο που δεν διεφώτισαν οι ανασκαφές του Κουρουνιώτη ήταν η μαρτυρούμενη υπό των Πηγών και του γενεαλογικού δένδρου των Αρκαδικών δυναστειών μακροτάτη ιστορία του Ιερού του Διός, των τελεουμένων εν αυτώ ανθρωποθυσιών αλλά και των ιδίων των Αγώνων.
Πρώτος λοιπόν και αυτόχθων κατά τον ποιητή Άσιο (Σάμιος περί το 630 π.χ.) βασιλεύς των αρκάδων υπήρξεν ο Πελασγός «…..αντίθεον δε Πελασγόν εν υψικόμοισι όρεσσι γαία μέλαιν’ ανέδωκε ίνα θνητών γένος είη….». Διάδοχος και υιός του μυθικού Πελασγού και κορυφαίο πρόσωπο της Αρκαδικής γενεαλογίας και μυθογραφίας ο περιβόητος Λυκάων. Αλληλοσυγκρουόμενες είναι οι παραδώσεις για το πρόσωπο και τη δράση του Λυκάονος. Από την μία πλευρά παρουσιάζεται ως ο εισηγητής αποτρόπαιων ανθρωποθυσιών και ασεβών καταδολιεύσεων κατά του Διός. Κατά τον Παυσανία «Λυκάων επί τον βωμόν του Λυκαίου Διός βρέφος ήνεγκεν ανθρώπου και έθυσε το βρέφος και έσπειρε επί του βωμού το αίμα, και αυτόν αυτίκα επί τη θυσία γενέσθαι λύκον φασίν αντί ανθρώπου». Η μεταγενεστέρα παράδοσις αποδίδει στον Λυκάονα και τον οίκο του μέγιστα ανοσιουργήματα. Καθώς τους επισκέφθη ο Ζευς σε ενδεή (πενιχρά) εμφάνιση του παρέθεσαν γεύμα τα εντόσθια ενός σφαγμένου παιδιού αναμεμιγμένα με το κρέας της θυσίας κατά ανάλογα ανοσιουργήματα του Ταντάλου και των Θυέστιων δείπνων.
Αποτροπιασμένος ο Ζευς ανατρέπει την Τράπεζαν (εξ ου έκτοτε καλείται η θεσις Τραπεζούς) και φονεύει τον Λυκάονα και όλους τους υιούς του (50 τον αριθμό) μέχρι του νεότατου (ή του πρωτότοκου) Νύκτιμου, του οποίου εφείσθη κατά παράκλησιν της Γης. Κατά την βασιλείαν του τελευταίου επισυνέβη όμως ο Κατακλυσμός του Δευκαλίωνος για να εξαφανισθεί το ανόσιο γένος των ανθρώπων. (Απολλόδωρος, 3, 97,κε). Κατά τον Οβίδιον (Μεταμορφώσεις 1, 163 κε, 211 κε) ο Ζευς εμφανίζεται στην Αρκαδία ως θεός. Αλλά ο Λυκάων αμφισβητεί την θεϊκή του υπόσταση και μετά από μία αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του, του παραθέτει τα προμνησθέντα ανάμικτα δείπνα. Κατά τον Ερατοσθένη (Καταστερισμοί, 8) ο Λυκάων έσφαξε τον εγκονόν του Αρκάδα. Ο Ζευς τον επανασυγκολά και τον μετατρέπει σε αστερισμό (Αρκτούρος).
Οι σύγχρονοι μελετητές συνδέουν λογικοφανώς την ανωτέρω Παράδοσιν με τις τελούμενες εις το Λύκαιον όρος ανθρωποθυσίες οι οποίες εγίνοντο εκεί ακόμη και κατά τον 4ο αιώνα π.χ. όπως προκύπτει από το σχετικό χωρίον της Πολιτείας του Πλάτωνος (Πολιτεία, 8,5 6 5d και Μίνως σ. 315κε). Για μας, λέει ο Πλάτων, οι ανθρωποθυσίες όχι μόνον δεν είναι Νόμος αλλά και ασέβεια. Για τους Καρχηδόνιους αντίθετα, είναι μια ιερά συνήθεια και σ’ αυτούς, όπως αναμφίβολα ήδη σου ανεφέρθη, μερικές φορές κάποιος πατέρας θυσιάζει τα παιδιά του στον Κρόνο.
Ως εκ τούτου συμπεραίνουμε ότι μόνον οι βάρβαροι έχουν τόσο διαφορετικούς νόμους από τους δικούς μας. Στις γιορτές του Λυκαίου, όπως και στους απόγονους του Αθαμαντα, οι Έλληνες κάνουν τις ίδιες ανθρωποθυσίες. Ανάλογα γράφει και ο Θεόφραστος, όπως προκύπτει από το χωρίον του Πορφυρίου, Νεοπλατωνικού φιλοσόφου εκ Τύρου, του 3ου αιώνα μ.Χ. στο έργο του Περί Αποχής των εμψύχων. «Αφ’ ου μέχρι του νυν ουκ εν Αρκαδία μόνον τοις Λυκαίοις, ούδ’ εν Καρχηδόνι τω Κρονω, κοινή πάντες ανθρωποθυτούσι, αλλά κατά περίοδον της του νομιμου χάριν μνήμης εμφύλιον αεί αίμα φαίνουσιν προς τους βωμούς, καίπερ τοις παρ’ αυτοίς οσίας εξειγούσης των Ιερών, τοις περιρραντηρίοις κηρύγματι, ει τις αίματος ανθρωπείου μεταίτιος».
Οι Θυσίες αυτές συνέχισαν να τελούνται ακόμη και κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους, αν κρίνουμε από την ακόλουθη παρατήρηση του Παυσανία. «Επί τούτου του βωμού τω Λυκαίω Διί θύουσιν εν απορρήτω πολυπραγμονήσαι δε ου μοι τα ες την θυσίαν ηδύ ην, εχέτω δε ως έχει και ως έσχεν εξ αρχής». (8,38,7). Κατά τον Otto Kern, Die Religion der Griechen I,187 και οι ανθρωποθυσίες του Λυκαίου και η μεταμόρφωση του Λυκάονος και παντός γευομένου ανθρωπίνη σάρκα σε λύκο ανήκουν στην λατρεία ενός Προελληνικού Θεού – Λύκου, ο οποίος εξεβλήθη αργότερον υπό του Διός. Ας ενθυμηθούμε ότι λύκοι ανέσωσαν τους κατοίκους της Παρνασσίδος κατά τον κατακλισμόν του Δευκαλιωνος «….των δε ανθρώπων όσοι διαφυγειν τον χειμώνα ηδυνήθησαν, λύκων ωρυγαις απεσώθησαν ες του Παρνασσού τα άκρα υπό ηγεμόσι της πορείας τοις θηρίοις, πόλιν δε ην έκτισαν εκκάλεσαν επί τούτω Λυκώρειαν» (ΙΧ,6, 2-3)
Για το κεφάλαιο των ανθρωποθυσιών του Λυκαίου η νεωτέρα έρευνα δεν προσήγαγε στοιχεία, αφού η έρευνα του Κουρουνιώτη δεν εδικαιολόγησε τις αναφορές των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Επιχειρήθηκαν όμως διάφορες ερμηνείες που ανάγονται στην σφαίραν της Ιστορίας των θρησκειών και εις άλλα παράλληλα, γνωστά επίσης εκ της φιλολογικής παραδόσεως. Πρώτος ει μη μόνος ο γνωστός συγγραφέας Berard στο σύγγραμμά του, De l’ origine des cultes arcadiens, Raris 1894, υπεστήριξε ότι οι πρακτικές του Λυκαίου ομοιάζουν προς τις πρακτικές των Φοινικικών φύλων, τις οποίες καταδίκασαν οι Προφήτες του Ισραήλ και αναφέρεται στο χωρίον εκ της «Σοφίας Σολομώντος» (ΧΙV, 23) όπου κατά την μετάφραση των εβδομήκοντα σημειώνεται: «Ή γαρ τεκνοφόνους τελετάς ή κρύφια μυστήρια ή εμμανείς εξ άλλων θεσμών κώμους άγοντες «(εν. αν. σ. 59). Συμπεραίνει ότι στην λατρεία του Λυκαίου Διός υπάρχουν ξένες τελετουργίες (rites), ίσως σημιτικές, ή πάντως συναφείς προς τις Σημιτικές συνήθειες και επάγεται: Zeus Lycaios est peut- tre un dieu importe (σ.60).
Ο Berard έγραψε την μελέτη του μία δεκαετία περίπου πριν ο Κουρουνιώτης αναλάβει την ανασκαφή του Λυκαίου. Ανεφέρθη στο ιερό του Ηρακλέους στις Ερυθρές της Μ. Ασίας, το οποίο κατείχε άγαλμα του ήρωος «ούτε τοις καλουμένοις αιγιναίοις, ούτε των αττικών τοις αρχαιοτάτοις εμφερές, ει δε τι και άλλο, ακριβώς εστίν αιγύπτιον. Σχεδία γαρ ήν ξύλων και επ’ αυτή ο θεός εκ Τύρου της Φοινίκης εξέπλευσεν καθ’ ήντινα δε αιτίαν, ουδέ αυτοί τούτο οι Ερυθραίοι λέγουσι» (Παυσ. VII,5,4-5). Τον σημιτικόν Δία αναζητεί εις το λύκαιον ο Berard ταξινομών τριπλήν την φύσιν και έλευσιν του Θεού, Αρείαν την του Δωδωναίου Πελασγικού Διός, σημιτικήν την του Κρηταγενούς, καθαρώς ελληνικήν και επίμεικτον του Ολύμπου.
Περαιτέρω σημειώνει ο Berard ότι: «dans tous le pays semitiques, le sacrifice humain fut le sacrifice par excellence». O Melqart στην Τύρο, η Αστάρτη στην Λαοδικεία, η Tanit και ο Κρόνος στην Καρχηδόνα, η Atergatis στην Ιεράπολη, ο Ζευς στην Κύπρο απαιτούν ανθρώπινες θυσίες, κυρίως των πρωτότοκων ή γενικά των νεογέννητων. Εδώ εντάσσει και την θυσία του Αβραάμ [σημείωση "Νεκρού": η οποία όμως αποτράπηκε από το Θεό και αυτό σήμαινε την άρνηση των ανθρωποθυσιών, εκτός από τις περιπτώσεις εκτροπής των Ιουδαίων σε ειδωλολατρικές λατρείες].
[Σημείωση του
συντάκτη της μελέτης "Ανώνυμου Απολογητή": Στην Παλαιά Διαθήκη υπάρχουν
σαφείς και ρητές εντολές όπως μη γίνονται ανθρωποθυσίες:
Δευτορονόμιο, Κεφ Ιη΄ «10 οὐχ εὑρεθήσεται ἐν σοὶ περικαθαίρων τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἢ τὴν θυγατέρα αὐτοῦ ἐν πυρί, μαντευόμενος μαντείαν, κληδονιζόμενος καὶ οἰωνιζόμενος, »
Δευτερονόμιο, Ιβ΄ «31 οὐ ποιήσεις οὕτω τῷ Θεῷ σου· τὰ γὰρ βδελύγματα Κυρίου, ἃ ἐμίσησεν, ἐποίησαν ἐν τοῖς θεοῖς αὐτῶν, ὅτι τοὺς υἱοὺς αὐτῶν καὶ τὰς θυγατέρας αὐτῶν κατακαίουσιν ἐν πυρὶ τοῖς θεοῖς αὐτῶν.»
Ιερεμίας Κεφ. Ζ΄ «31 καὶ ᾠκοδόμησαν τὸν βωμὸν τοῦ Ταφέθ, ὅς ἐστιν ἐν φάραγγι υἱοῦ Ἐννόμ, τοῦ κατακαίειν τοὺς υἱοὺς αὐτῶν καὶ τὰς θυγατέρας αὐτῶν ἐν πυρί, ὃ οὐκ ἐνετειλάμην αὐτοῖς καὶ οὐ διενοήθην ἐν τῇ καρδίᾳ μου.»]
[...]
Δευτορονόμιο, Κεφ Ιη΄ «10 οὐχ εὑρεθήσεται ἐν σοὶ περικαθαίρων τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἢ τὴν θυγατέρα αὐτοῦ ἐν πυρί, μαντευόμενος μαντείαν, κληδονιζόμενος καὶ οἰωνιζόμενος, »
Δευτερονόμιο, Ιβ΄ «31 οὐ ποιήσεις οὕτω τῷ Θεῷ σου· τὰ γὰρ βδελύγματα Κυρίου, ἃ ἐμίσησεν, ἐποίησαν ἐν τοῖς θεοῖς αὐτῶν, ὅτι τοὺς υἱοὺς αὐτῶν καὶ τὰς θυγατέρας αὐτῶν κατακαίουσιν ἐν πυρὶ τοῖς θεοῖς αὐτῶν.»
Ιερεμίας Κεφ. Ζ΄ «31 καὶ ᾠκοδόμησαν τὸν βωμὸν τοῦ Ταφέθ, ὅς ἐστιν ἐν φάραγγι υἱοῦ Ἐννόμ, τοῦ κατακαίειν τοὺς υἱοὺς αὐτῶν καὶ τὰς θυγατέρας αὐτῶν ἐν πυρί, ὃ οὐκ ἐνετειλάμην αὐτοῖς καὶ οὐ διενοήθην ἐν τῇ καρδίᾳ μου.»]
[...]
Έτσι πλέον ο
ίδιος ο Ζευς ανατρεψας την τράπεζαν των ανοσίων προσφορών, όχι μόνον δεν
κατήργησε τα θέσμια, αλλά και το προσωνύμιον Λυκαιος έλαβε εκ του
Λυκάονος, του εισηγητού των εθίμων εκείνων.[...]
[...]
[...]
ΝΕΟΠΤΟΛΕΜΟΣ υιός ΑΧΙΛΛΕΑ
Στην
«Εκάβη»(535), του Ευριπίδη περιγράφεται με έναν ιδιαίτερο εναργή τρόπο η
φοβερή τελετουργία του εναγισμού με ανθρωποθυσία. Ο Νεοπτόλεμος, υιός
του Αχιλλέα, οδηγεί την Πολυξένη (την παρ’ ολίγον μητριά του) από το
χέρι -ως ο κοντινότερος συγγενής της!- προς την κορυφή του Τύμβου (όπου
βρισκόταν ο τάφος του πατέρα του), για την θυσία προς εξευμενισμό του
νεκρού Αχιλλέα φωνάζοντας: «Έλα και πιές της κόρης το μαύρο αίμα το
αγνό»! Σε διάφορα αγγεία που έχει απεικονιστεί η σκηνή (H. B. WWalters,
J. H. S. XVIII, 1898, σ. 281, πιν. XV) ο τάφος του Αχιλλέα όπου
θυσιάζεται η Πολυξένη παρουσιάζεται ως ΟΜΦΑΛΟΣΧΗΜΟΣ τάφος – βωμός…(Πηγή:
Οι απόκρυφες επιστήμες στην ελληνική αρχαιότητα», Διαμαντής Κούτουλας,
κεφάλαιο Α «Εναγισμοί», Εκδόσεις Έσοπτρον, Αθήνα 2002, σελίδα 34)
ΑΡΗΣ
Στον Άρη από
κοινού μετά της Ενυούς θυσίαζαν οι Θράκες τους εν πολεμώ αιχμαλώτους
των. (Πηγή: Γεράσιμος Δ. Καψάλης, Πρόεδρος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου,
Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Ε΄, σελ. 442)
Οι Έλληνες ταύτισαν τον θεό τους Άρη με πλείστες ξένες Θεότητες. Έτσι ταύτισαν αυτόν προς τον Θεό των Σκυθών, όστις μόνος, ως μνημονεύει ο Ηρόδοτος (Λ΄. 59), είχε παρ’ αυτούς αγάλματα και βωμούς και εις τον όποιον θυσίαζαν ανθρώπους, πρόβατα, ίππους και όνους. Ήταν, ίσως, ο αυτός με τον υπ’ αυτών λατρευόμενο υπό μορφή παλαιού σκουριασμένου ξίφους. Όνο ομοίως θυσίαζαν εις τον Άρη, τον οποίο και μόνο λάτρευαν, και οι κάτοικοι της προς Ν. της Περσίδος Καρμανίας (Στρ. C. 727). Ομοίως λάτρευαν τον Άρη, ως θεό της ισχύος, οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι υπό το όνομα Βήλος, οι Αιγύπτιοι υπό το όνομα Πάμπρεμις και οι Λίβυες, των οποίων ο βασιλεύς Λύκος, υιός λεγόμενος του Άρεως, θυσίαζε σε αυτόν τους ξένους. Ομοίως λάτρευαν τον θεό του πολέμου οι Γαλάτες υπό το όνομα Hesus και οι Πέρσες υπό το όνομα Orion. Εξαιρετικώς όλως λατρεύονταν ο Άρης και από τους Λυσιτάνες (Στρ. C. 155), οι οποίοι θυσίαζαν σε αυτόν τράγους, ίππους και τους αιχμαλώτους τους και τελούσαν προς τιμή του αγώνες γυμνικούς, οπλιτικούς και ιππικούς. (Πηγή: Γεράσιμος Δ. Καψάλης, Πρόεδρος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Ε΄, σελ. 443).
[...]
Οι Έλληνες ταύτισαν τον θεό τους Άρη με πλείστες ξένες Θεότητες. Έτσι ταύτισαν αυτόν προς τον Θεό των Σκυθών, όστις μόνος, ως μνημονεύει ο Ηρόδοτος (Λ΄. 59), είχε παρ’ αυτούς αγάλματα και βωμούς και εις τον όποιον θυσίαζαν ανθρώπους, πρόβατα, ίππους και όνους. Ήταν, ίσως, ο αυτός με τον υπ’ αυτών λατρευόμενο υπό μορφή παλαιού σκουριασμένου ξίφους. Όνο ομοίως θυσίαζαν εις τον Άρη, τον οποίο και μόνο λάτρευαν, και οι κάτοικοι της προς Ν. της Περσίδος Καρμανίας (Στρ. C. 727). Ομοίως λάτρευαν τον Άρη, ως θεό της ισχύος, οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι υπό το όνομα Βήλος, οι Αιγύπτιοι υπό το όνομα Πάμπρεμις και οι Λίβυες, των οποίων ο βασιλεύς Λύκος, υιός λεγόμενος του Άρεως, θυσίαζε σε αυτόν τους ξένους. Ομοίως λάτρευαν τον θεό του πολέμου οι Γαλάτες υπό το όνομα Hesus και οι Πέρσες υπό το όνομα Orion. Εξαιρετικώς όλως λατρεύονταν ο Άρης και από τους Λυσιτάνες (Στρ. C. 155), οι οποίοι θυσίαζαν σε αυτόν τράγους, ίππους και τους αιχμαλώτους τους και τελούσαν προς τιμή του αγώνες γυμνικούς, οπλιτικούς και ιππικούς. (Πηγή: Γεράσιμος Δ. Καψάλης, Πρόεδρος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Ε΄, σελ. 443).
[...]
Εκούσια θυσία
κόρης. Η Μακαρία θυσιάστηκε για να επαληθευθεί ο χρησμός σύμφωνα με τον
οποίο μόνο αν θυσιάζονταν μια κόρη από αρχοντική γενιά θα νικούσαν οι
Ηρακλείδες τους Αργείους. Λεπτομέρεια από κρατήρα της Απουλίας, 360
π.Χ., Μπάρι αρχαιολογικό Μουσείο (Πηγή: Περιοδικό Αρχαιολογίας –
Ιστορίας των Πολιτισμών «Corpus», τεύχος 48, Άρθρο «Παιδί και Βία στην
ελληνική μυθολογία (κοινωνικά φαινόμενα και μυθολογικοί συσχετισμοί), η
βία προς τα παιδιά και η πολιτιστική εμπειρία της κλασσικής Αθήνας»,
Σπυρίδων Δ. Σπυρόπουλος, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, σελίδα 66)
ΚΕΛΤΕΣ και ΔΡΥΪΔΕΣ
«Και αυτοί οι
Γαλάτες που εξευμενίζουν με ανθρωποθυσίες τους ανελέητους θεούς Τεύτα,
Έσο και Τάρανη…» (Πηγή: Λουκανός, Φαρσάλια Ι, 422-465)
«Και αυτοί που με καταραμένο αίμα ειρηνεύουν τον άγριο Τευτάτη, τα φριχτά ιερά του Έσου, και οι βωμοί του Τάρανη στυγεροί όπως εκείνοι που αγαπήθηκαν από την Άρτεμη… Και εσείς, ω Δρυίδες, όταν τελείωσε αυτός ο πόλεμος, σε περίεργα μυστήρια και μισητές τελετές γυρίσατε…» (Πηγή: Λουκανός, Φαρσάλια Ι, 495-510)
«Ήταν εκεί ένα άλσος [στη Γαλατία] που από την αρχαιότερη εποχή κανένας άνθρωπος δεν τόλμησε να συλήσει, κρυμμένο από τον ήλιο, με κρύα ανοίγματα… Καμιά συλβανή νύμφη δεν βρήκε κατοικία εδώ, ούτε ο Πάνας, παρά μόνο άγριες τελετές και βάρβαρη λατρεία, απαίσιοι βωμοί… Κάθε δέντρο είχε καθαγιαστεί με αίματα ανδρών… Αν μπορούμε να πιστέψουμε τον αρχαίο θρύλο, κανένα πουλί δεν τόλμησε ποτέ να καθήσει πάνω σε αυτά τα κλαδιά, και κανένα θηρίο δεν έφτιαξε από κάτω φωλιά…» (Πηγή: Λουκανός, Φαρσάλια ΙΙΙ, 453-464)
Οι Δρυίδες στη Βρεττανία θυσίαζαν στη «θεά» Ανδράστη τις γυναίκες αιχμάλωτες ως εξής. Έκοβαν τα στήθη τους, τα έβαζαν στα στόματά τους επάνω, τις διαπερνούσαν με πασσάλους και κρεμούσαν τα άψυχα κορμιά τους σε δέντρα του ιερού άλσους (Πηγή: Διών ο Κάσσιος, LXII 6)
Τις ανθρωποθυσίες των Δρυίδων αναφέρουν και οι Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (Historia Naturalis XXX) και Τάκιτος (Annales XIV.28-30, Germania IX και ΧΧΧΙΧ), μεταξύ πολλών συγγραφέων.
«Και αυτοί που με καταραμένο αίμα ειρηνεύουν τον άγριο Τευτάτη, τα φριχτά ιερά του Έσου, και οι βωμοί του Τάρανη στυγεροί όπως εκείνοι που αγαπήθηκαν από την Άρτεμη… Και εσείς, ω Δρυίδες, όταν τελείωσε αυτός ο πόλεμος, σε περίεργα μυστήρια και μισητές τελετές γυρίσατε…» (Πηγή: Λουκανός, Φαρσάλια Ι, 495-510)
«Ήταν εκεί ένα άλσος [στη Γαλατία] που από την αρχαιότερη εποχή κανένας άνθρωπος δεν τόλμησε να συλήσει, κρυμμένο από τον ήλιο, με κρύα ανοίγματα… Καμιά συλβανή νύμφη δεν βρήκε κατοικία εδώ, ούτε ο Πάνας, παρά μόνο άγριες τελετές και βάρβαρη λατρεία, απαίσιοι βωμοί… Κάθε δέντρο είχε καθαγιαστεί με αίματα ανδρών… Αν μπορούμε να πιστέψουμε τον αρχαίο θρύλο, κανένα πουλί δεν τόλμησε ποτέ να καθήσει πάνω σε αυτά τα κλαδιά, και κανένα θηρίο δεν έφτιαξε από κάτω φωλιά…» (Πηγή: Λουκανός, Φαρσάλια ΙΙΙ, 453-464)
Οι Δρυίδες στη Βρεττανία θυσίαζαν στη «θεά» Ανδράστη τις γυναίκες αιχμάλωτες ως εξής. Έκοβαν τα στήθη τους, τα έβαζαν στα στόματά τους επάνω, τις διαπερνούσαν με πασσάλους και κρεμούσαν τα άψυχα κορμιά τους σε δέντρα του ιερού άλσους (Πηγή: Διών ο Κάσσιος, LXII 6)
Τις ανθρωποθυσίες των Δρυίδων αναφέρουν και οι Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (Historia Naturalis XXX) και Τάκιτος (Annales XIV.28-30, Germania IX και ΧΧΧΙΧ), μεταξύ πολλών συγγραφέων.
Οι αρχαίοι Κέλτες
αποτελούσαν λαό πολυπληθή που κατοικούσαν σε όλη την δυτική Ευρώπη. Από
εκεί μέρος του γαλατικού κελτικού φύλου έφυγε και πέρασε στην Ιταλία
και από εκεί στην Βαλκανική. Ήταν λαός που ζούσε αποκλειστικά με τις
λεηλασίες.
Το 278 π.Χ. ο
Νικομήδης ο Α΄, βασιλιάς του ελληνιστικού κράτους της Βιθυνίας,
υποδέχτηκε ως σύμμαχους και μισθοφόρους 20.000 Κέλτες που
αυτοαποκαλούνταν Γαλάτες, τους οποίους χρησιμοποίησε ενάντια στον αδελφό
του και διεκδικητή του θρόνου, Ζιποίτου. Προηγουμένως αυτοί οι
εισβολείς είχαν επιτύχει νίκες στην Μακεδονία κατά τις οποίες σκοτώθηκε ο
Μακεδόνας βασιλιάς Πτολεμαίος Κεραυνός. Τώρα με την βοήθεια του
Νικομήδη εγκαταστάθηκαν στην Μ. Ασία και την Φρυγία. Οι Κέλτες
σεβάστηκαν την θρησκεία των χώρων που κατελάμβαναν αλλά υποχρέωναν
φυσικά τους κακακτημένους σε υποβολή φόρων. Το κατακτημένο τμήμα της
Φρυγίας τότε ονομάστηκε Γαλατία. Η θρησκεία τους συνδέονταν με άγριες
ανθρωποθυσίες. Αιχμάλωτοι, εγκληματίες αλλά και αθώοι σφάζονταν με
πρωτοφανή σκληρότητα, επειδή πίστευαν ότι οι θυσίες αυτές ήταν
εξαιρετικά αποτελεσματικές. Ο Καίσαρας περιγράφει τα διάφορα είδη
ανθρωποθυσιών στα οποία συγκαταλέγεται η καύση ζωντανών ανθρώπων, ο
ανασκολπισμός, η σταύρωση. Ο Τέκτρα πνεύμα αρχηγός των πονηρών πνευμάτων
ορέγεται στους εξορυγμένους οφθαλμούς, τα κρανία και στους σωρούς
πτωμάτων.
Οι Κέλτες μετά
την παρέλευση λίγου καιρού από την ημέρα της ανθρωποθυσίας τοποθετούσαν
τα θύματα σε τάξη πάνω στην γη π.χ. κρανίο γυναίκας είχε κάτω γνάθο
ανδρικού σκελετού. Πολλές φορές σκελετοί ανθρώπων τοποθετούνταν μαζί με
σκελετούς από ζώα, που φέρουν ίχνη σφαγής και τεμαχισμού, όπως γίνονταν
κατά τον Νοέμβριο, εορτασμό του «Samhain», του κελτικού «Χάλογουιν»
(βλέπε αμερικάνικη εορτή προς αντικατάσταση Καρναβαλιών). Τέτοια ήσαν
χοίροι, σκύλοι και όνοι. Στην φωτογραφία 2 σκελετοί γυναικών. Ο ένας
έχει σπασμένο λαιμό και ραγισμένο κρανίο, ενώ ο άλλος έχει καταπλακωθεί
από 2 μυλόπετρες. Οι Κέλτες ήσαν γνωστοί για την προσφορά του μυελού των
οστών προς εξευμενισμό των πνευμάτων. (Πηγή: Περιοδικό Αρχαιολογίας –
Ιστορίας των Πολιτισμών «Corpus», τεύχος 43, Άρθρο «Κελτικές
ανθρωποθυσίες στο Γόρδιο», της Ελισάβετ Παπατσαρούχα, αρχαιολόγου,
σελίδα 17 – 19)
Τέτοιες
ανθρωποθυσίες Κελτών ήρθαν στο φως μετά τις ανασκαφές της Κάτω Πόλης του
Γορδίου (βλέπε Χάρτη ΠΟΛΗ) πιθανότατα του 3ου αιώνα π.Χ. και δηλαδή της
Ελληνιστικής εποχής Βρέθηκαν σκελετοί που ανήκαν σε άνδρες και γυναίκες
που άλλου πέθαναν με στραγγαλισμό, άλλοι με βαριά χτυπήματα στο κεφάλι,
ένα νήπιο 2-4 ετών βρέθηκε διαμελισμένο όπως και ένα μεγαλύτερο παιδί
4-8 ετών. Όλα αυτά είναι οι ίδιες ενδείξεις που συναντά κανείς σε όλο
τον ευρωπαϊκό χώρο σε Κελτικούς ανασκαφικούς χώρους. Οι τελετές αυτές
συνδέονται με την Μαντική, διότι είναι γνωστό ότι οι αρχαίοι
θρησκευτικοί αρχηγοί των Κελτών Δρυίδες ήσαν μάντεις οι οποίοι τελούσαν
ανθρωποθυσίες με σκοπό να προβλέψουν τα μελλούμενα παρατηρώντας τις
κινήσεις των θανόντων θυμάτων(!!!). Οι θυσίες γίνονταν κατά τον μήνα
Νοέμβρη όπου οι Κέλτες ποιμένες γιόρταζαν την επιστροφή των κοπαδιών
τους από τους καλοκαιρινούς βοσκότοπους. Τότε θανάτωναν τα πιο αδύναμα
ζώα τα οποία δεν θα άντεχαν στο ψύχος του χειμώνα. Κατά την εορτή αυτή
θεωρούσαν ότι τα σύνορα μεταξύ ορατού και αόρατου κόσμου ήταν εύκολα
διαβατά οπότε και η σχέση του παρόντος με το μέλλον γινόταν διάφανη.
Ήταν λοιπόν και η κατάλληλη στιγμή για την εφαρμογή της μαντικής από
τους Δρυίδες.
....Οι διαχειριστές του katohika.gr διατηρούν το δικαίωμα τροποποίησης ή διαγραφής σχολίων που περιέχουν υβριστικούς – προσβλητικούς χαρακτηρισμούς.
Απαγορεύεται η δημοσίευση συκοφαντικών ή υβριστικών σχολίων.Σε περίπτωση εντοπισμού τέτοιων μηνυμάτων θα ακολουθεί διαγραφή
Social Plugin