Ad Code

Responsive Advertisement

Νους και σώμα Α’


Ο Εγκέφαλος κι ο Κόσμος του

Ζούμε σε μια εποχή που τουλάχιστον οι θετικές επιστήμες προχωρούν με γεωμετρική πρόοδο και «δεν προλαβαίνουμε» να αφομοιώσουμε τις συνέπειες των αποκαλύψεών τους. Θεωρίες και συλλήψεις που μόλις πριν λίγες δεκαετίες αποτελούσαν πεδίο έντονων αμφισβητήσεων ή παράγοντες συνταρακτικών ανατροπών, σήμερα αποτελούν «κοινό τόπο» και οι σύγχρονες αναζητήσεις πριν λίγα χρόνια θα φαίνονταν εντελώς επιστημονική φαντασία.

Ακόμη κι αν η εκλαίκευση της επιστημονικής γνώσης δεν είναι πάντα εύκολη, οι εφαρμογές της είναι ήδη μια πραγματικότητα που έχει αλλάξει τη ζωή και το περιβάλλον μας δραματικά, άσχετα με την αξιολόγηση κατά περίπτωση αυτών των αλλαγών με ηθικές παραμέτρους.

Μέσα σε μια ιστορική πορεία ακόμη και η κλασσική αντίθεση της θρησκείας με την επιστήμη, άλλαξε ύφος. Χωρίς βέβαια να πάψουν να υπάρχουν βαθιές ποιοτικές διαφορές που δεν είναι του παρόντος, είναι άξιο λόγου το γεγονός ότι τουλάχιστον η χριστιανική –δυτική θρησκεία μπορεί π.χ. να δηλώνει σχεδόν σύμφωνη με την «μεγάλη έκρηξη» που γέννησε το σύμπαν ή να δέχεται την ιατρική και όχι τη «δαιμονική» ερμηνεία των ψυχικών φαινομένων και από την άλλη διάφοροι κλάδοι της επιστήμης ακόμη και της καθαρά θετικής κατεύθυνσης, να ερμηνεύουν με άλλον τρόπο τις θρησκευτικές συλλήψεις για τον κόσμο, ακόμη και να επιχειρούν να απαντήσουν σε θρησκευτικά ερωτήματα μέσα από την επιστημονική έρευνα.

Αναφερόμαστε στη θρησκεία όχι ως άσκηση πολιτικής στις ανθρώπινες κοινωνίες, αλλά για την πλευρά της ως μια «συλλογική μνήμη» ως ένα είδος πολιτισμικής παράδοσης για την ερμηνεία του κόσμου και του ανθρώπου. Η δύναμη των επιστημονικών ευρημάτων και ανακαλύψεων σε πολλούς τομείς άλλαξε τόσο τη «ματιά» του σύγχρονου ανθρώπου για τον κόσμο, έτσι ώστε και το αιώνιο «αντίπαλο δέος» της επιστήμης να ακολουθήσει, ως γνήσιο βέβαια κι αυτό δημιούργημα του ίδιου του ανθρώπου.

Ας θυμηθούμε τη γνωστή παραβολή για την αναζήτηση της πραγματικότητας και της «αλήθειας». Σ αυτήν, η «πραγματικότητα» παρομοιάζεται με έναν τεράστιο ελέφαντα τον οποίο προσπαθούν να περιγράψουν μικρά ποντίκια (εμείς), που το ερευνητικό τους πεδίο είναι ανάλογο του μεγέθους τους.

Το καθένα περιγράφει σαν καθολικό συμπέρασμα της έρευνάς του αυτό που μπορεί να δει: Το ποντίκι που είναι στην ουρά περιγράφει την ουρά και την ονομάζει ελέφαντα, το ποντίκι που είναι στο αυτί του δίνει τα χαρακτηριστικά του αυτιού κοκ. Κανένα δεν βλέπει ΤΟΝ ελέφαντα!

Τολμώντας μια επέκταση αυτής της παραβολής, θα μπορούσαμε να βρούμε και μια θέση για πολλές άλλες οπτικές γωνίες και θέσεις. Έναν «Πλατωνικό» ποντικό που υπενθυμίζει το αρχέτυπο του ελέφαντα στον κόσμο των ιδεών, έναν θρησκόληπτο που θεωρεί ύβρι κατά περίπτωση τα πορίσματα των άλλων, έναν άλλον «σχετικιστή» να εντοπίζει το ζήτημα του ρόλου του παρατηρητή, άλλον να κατασκευάζει ποντίκια-ρομπότ για να ερευνήσουν περισσότερο, κι άλλους κι άλλους.

Εν τω μεταξύ οι ποντικοί μας ζουν την ιστορία τους πάνω σ αυτόν τον «μεγάλο άγνωστο», φτιάχνουν τη ζωή τους και τον πολιτισμό τους κάθε φορά ανάλογα με τα κυρίαρχα συμπεράσματα, κι ο πολιτισμός τους τούς γεννά κάθε φορά νέα ερωτήματα και δυνατότητες να ερευνήσουν μιαν ακόμη γωνιά γιατί συν τοις άλλοις με την δραστηριότητά τους αλλάζουν συνεχώς και τον ίδιο τον ελέφαντα, ή τουλάχιστον την επιδερμίδα του!

Η παραβολή αυτή στο βασικό της μέρος μας υπενθυμίζει την αρνητική πλευρά του δόγματος παλαιότερα και της μεγάλης εξειδίκευσης στη συνέχεια, που μας στερεί από μια πιο καθολική άποψη και προσέγγιση της «αλήθειας». Βρισκόμαστε όμως σε μια εποχή που εκ των πραγμάτων ακόμη κι αν η εξειδίκευση μεγαλώνει τις αποστάσεις ενός κλάδου της επιστήμης από άλλους, το βάθος της έρευνας μάλλον έχει κάνει πολλούς από αυτούς τους κλάδους να συναντηθούν στο τούνελ, και να διαπιστώσουν ότι ακόμη και στην περίπτωση που χρησιμοποιούν άλλη γλώσσα και εργαλεία, βρίσκονται στη θέση να μοιραστούν το ίδιο συμπέρασμα ή να ενισχύσουν ο ένας εκείνο του άλλου.

Οι ποντικοί μας λοιπόν επικοινωνούν με νέα μέσα και θέλοντας και μη, πέφτουν ο ένας επάνω στον άλλον.

Το παρόν «πόνημα» επιχειρεί να μιλήσει από την πλευρά της νευροφυσιολογίας των ερευνητών ποντικών. Ταπεινό κι αυτό μικρό ποντίκι βέβαια, επιχειρεί να φέρει στη συζήτηση πεδία της νευροφυσιολογίας που ρίχνουν ένα νέο ( όχι πάντα) φως σε παλιά ερωτήματα και αντιθέσεις, αλλά και να σχολιάσει την ίδια ίσως τη φύση, τις δυνατότητες και τα πέρατα του οργάνου που διαθέτουν οι μικροί ερευνητές, τον εγκέφαλό τους!

Ενας ποντικός πάνω όχι στο κεφάλι του ελέφαντα, αλλά σ αυτά των άλλων ομοίων του! Μια πλούσια παράθεση επιχειρημάτων και παραδειγμάτων από τις βιβλιογραφικές πηγές του δεν είναι δυνατή στην έκτασή του, ούτε και η διεξοδική αντιπαράθεση των διαφωνούντων κατά περίπτωση απόψεων. Είναι ένα εγχείρημα σύντομης παρουσίασης κάποιων βασικών γνωστικών πλευρών του θέματος, με ακροθιγή κατά περίπτωση σχολιασμό και συζήτηση.

Νους και σώμα – Το σώμα του νου

Ο εγκέφαλός μας! Ο εαυτός μας, η έδρα του αρχηγείου όλων των σωματικών λειτουργιών αλλά και των συναισθημάτων, των σκέψεων, των ονείρων, της νοημοσύνης, της αυτοαντίληψης και αυτοαναγνώρισης. Όλα τα έμβια όντα, ακόμη και του φυτικού βασίλειου, είναι προικισμένα με μια μορφή νοημοσύνης και «σκόπιμου σχεδιασμού» στο περιβάλλον. Επίσης όσο ανεβαίνουμε στην κλίμακα του ζωικού βασίλειου μπορούμε να αναγνωρίσουμε και την έννοια της συνείδησης σε ζωικούς οργανισμούς, με την έννοια της υποκειμενικής εμπειρίας και της πρωτότυπης συμπεριφοράς.

Αν θέσουμε τον όρο «συνείδηση υψηλού επιπέδου» για να ορίσουμε τη δυνατότητα ενός νού να αυτο-αναγνωρίζεται και να συμπεριφέρεται με επίγνωση του εαυτού του, θα την βρούμε και σε θαλάσσια θηλαστικά όπως η φάλαινα και το δελφίνι και ακόμη περισσότερο στα πρωτεύοντα όπως οι ουρακοτάγκοι και οι χιμπατζήδες..

Η δική μας ανθρώπινη «εκτόξευση» χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη της γλώσσας, η οποία εκτός από όργανο απλής σκόπιμης επικοινωνίας για την επιβίωση, έγινε όργανο έκφρασης αφηρημένων και πολύπλοκων ιδεών και συλλήψεων, ανεβάζοντας το επίπεδο της οργάνωσής μας σαν είδος, δημιουργώντας ηθικές κατηγορίες για τη συνύπαρξή μας και παράγοντας πολιτισμό.

Δεν είναι ίσως και τόσο μακρινοί οι καιροί που το αιώνιο δυϊστικό δίλημμα σώμα-νους εκφράζοντας το ανάλογο ύλη-πνεύμα βασάνισε και στοίχειωσε την ανθρώπινη σκέψη και την επιστήμη, με όλες βέβαια τις συνέπειες τόσο στην οργάνωση των κοινωνιών όσο και ατομικά στο τίμημα που πλήρωσαν οι κατά περίπτωση «αιρετικοί», όταν κυρίαρχη ήταν η θρησκευτική αντίληψη της κυριαρχίας του πνεύματος.

Από την Αναγεννησιακή βέβαια εποχή, η θρησκεία αναγκάστηκε σε έναν άβολο συμβιβασμό να δεχτεί τις αλήθειες των νόμων του φυσικού κόσμου, αρκεί να διατηρήσει ακέραιο το πεδίο μιας ανεξάρτητης απροσδιόριστης Θεϊκής ουσίας που γέννησε τούτον τον υλικό κόσμο, χωρίς να υπόκειται στους νόμους του. Όσο για το νου, συνδυαζόμενος αυτός με την έννοια της «ψυχής», δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό ότι είναι ένα απόλυτα φυσικό φαινόμενο, το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας που αν και γεννά ανώτερες άυλες ποιότητες, έχει έδρα ένα απόλυτα υλικό μέσον, τον εγκέφαλο.

Ίσως και σήμερα η Δυτική θρησκεία να βρίσκεται ακόμη σ αυτό το στάδιο, συμβιβασμένη βέβαια με όλο και «προκλητικότερες» ανακαλύψεις που η δυναμική τους συρρικνώνει ακόμη περισσότερο τον διάλογο σε όλο και μικρότερες περιοχές του «άφατου». Γιατί από την αρχή του προηγούμενου αιώνα και με όλο και αυξανόμενη ταχύτητα, οι επιστήμες της νευροφυσιολογίας και της ψυχολογίας, εμβαθύνοντας και συναντώντας τις κατακτήσεις και άλλων κλάδων όπως της φυσικής και των μαθηματικών, έχουν φτάσει στο σημείο να υπόσχονται την εκπόρθηση των μυστικών της συνείδησης με ερευνητικά και ερμηνευτικά εργαλεία καθ όλα υλικά και καθόλου «μεταφυσικά».

Οι έρευνες αυτές βέβαια, έχουν ορισμένες σύμφυτες με το πεδίο τους δυσκολίες και αυτό-αναιρέσεις: Καλείται ο ανθρώπινος εγκέφαλος να αυτο-παρατηρηθεί για να διαπιστώσει πώς ο ίδιος παρατηρεί τη φύση και τον εαυτό του (μια σύλληψη που μπορεί να ανακυκλώνεται σαν το φίδι που τρώει την ουρά του) καθώς επίσης και να ανταπεξέλθει στην ανάγκη να «αντικειμενοποιεί» σαν «τρίτος» (όπως απαιτεί η επιστημονική έρευνα) τα πορίσματα του παρατηρούμενου εαυτού του! Αυτό πέρα από την φιλοσοφική του διάσταση, έχει και πρακτικές δυσκολίες ηθικού και κοινωνικού χαρακτήρα, όπως τα όρια του πειράματος και τα διαθέσιμα ανθρώπινα πειραματικά «αντικείμενα».

Το θαυμάσιο όμως αυτό ταξίδι είναι άκρως αποκαλυπτικό και παραγωγικό. Κλείνοντας πολλές παλιές διαμάχες του παρελθόντος, ανοίγει νέους δρόμους τόσο στην «καθαρή» επιστήμη, όσο και στον πολιτισμό μας. Η αυτογνωσία μας ήδη μας έχει ιστορικά επανατοποθετήσει σε πολλά ζητήματα της εκπαίδευσης, της θεραπευτικής, της άσκησης δικαιοσύνης και πολιτικής (χωρίς σχολιασμό για ηθικές πλευρές του ζητήματος) και υπόσχεται ακόμη περισσότερες αποκαλύψεις. Αποκαλύψεις για την ατομική υπαρξιακή περιπέτεια, την κοινωνική, ακόμη και την Κοσμική, με νέους όρους.

To hardware – Τabula ναι, rasa όχι!

Ο εγκέφαλός μας είναι ένα σύνολο νευρικών κυττάρων που ονομάζονται νευρώνες και η λειτουργία τους συνίσταται στη μετάδοση από το ένα κύτταρο στο άλλο ενός χημικού σήματος-διέγερσης (νευροδιαβιβαστικές ουσίες) που μετατρέπεται από το κύτταρο-δέκτη σε ηλεκτρική εκφόρτιση. Για την ολοκλήρωση και της πιο απλής ακόμη ενέργειας κινητοποιείται ένα σύνολο νευρώνων που διαδοχικά διεγείρει ηλεκτρικά ο ένας τον άλλον, καταλήγοντας στην εκπλήρωση της ενέργειας, κινητικής και όχι μόνον. Για να παραστήσουμε γραφικά αυτές τις δραστηριότητες, συνήθως χρησιμοποιούμε σχήματα γραμμών – καλωδίωσης από τον έναν νευρώνα στον άλλον, μέχρι το όργανο-στόχο που θα εκπληρώσει την τελική ενέργεια.

Αυτή η στοιχειώδης περιγραφή στερείται βέβαια των πληροφοριών για την πολλαπλότητα των ταυτόχρονων διαδικασιών που συμβαίνουν στο νευρικό σύστημα, κάνοντας κάθε απλή ενέργεια να γίνεται το αποτέλεσμα μιας πολύπλοκης και πολύπλευρης διαδικασίας, όπου συμμετέχουν πολλά κέντρα «ευοδώνοντας» αναστέλλοντας, καταχωρώντας κλπ κλπ. Στην πραγματικότητα κάθε διέγερση νευρώνα, πέρα από την κύρια καλωδιακή διαδρομή-στόχο, παράγει περίσσεια διεγέρσεων σε πολλούς άλλους γειτονικούς νευρώνες.

Παράλληλα με τα προαναφερθέντα «σκόπιμα» και προβλέψιμα κυκλώματα, πάντα παράγονται και «άσκοπες» διεγέρσεις, που αθροιστικά έχουν παράπλευρα αποτελέσματα και επιπτώσεις. Ενας τυπικός νευρώνας σχηματίζει 1000-10000 συνάψεις και δέχεται πληροφορίες από 1000 ακόμη νευρώνες. Κάθε νευρώνας, για να «πυροδοτηθεί» ολοκληρώνει με ποικίλους και μοναδικούς συνδυασμούς το αποτέλεσμα περίπου χιλίων πυροδοτήσεων που συνέβησαν σε άλλους 1000 νευρώνες.

Τα νευρικά αυτά κύτταρα είναι οργανωμένα και διαφοροποιημένα έτσι ώστε να ομαδοποιούνται σε ανατομικά σαφώς ξεχωριστά μέρη-όργανα, αλλά και σε μικροσκοπικό επίπεδο σαν διαφορετικά, ανάλογα με τη λειτουργία τους. Αδρά και ενδεικτικά να αναφέρουμε τα δύο διακριτά ημισφαίρια που ενώνονται με τις ίνες του μεσολοβίου, την παρεγκεφαλίδα και τον προμήκη μυελό, τον θάλαμο και υποθάλαμο, τον ιππόκαμπο και την υπόφυση, ένα μικροσκοπικό όργανο- αρχηγείο του ορμονικού μας συστήματος που κάποτε θεωρήθηκε … έδρα της ψυχής.

Βλέποντάς τον με την προοπτική του βάθους, μπορούμε να πούμε ότι εξελικτικά δομείται «προς τα έξω», έχοντας στο εσωτερικό του κέντρα πρωτόγονων λειτουργιών (χαρακτηριστικό το όνομα «ερπητικός» εγκέφαλος στο τμήμα που είναι ακόμη ίδιο και ισοβαρές μ αυτό ενός ερπετού και αφορά την όσφρηση), διακρίνοντας όλο και πιο προχωρημένες εξελικτικά λειτουργίες προς την περιφέρεια, με επιστέγασμα ανατομικό και λειτουργικό τον νεοφλοιό, μοναδική ανθρώπινη προίκα, έδρα της έλλογης σκέψης και συνείδησης. Το βάρος του φλοιού μας είναι 160 φορές μεγαλύτερο από αυτό ενός ισοβαρούς μας εντομοφάγου ζώου.

Οι βασικές λειτουργίες και η «γεωγραφική» κατανομή τους στις διάφορες περιοχές του εγκεφάλου μας ήταν παλαιόθεν διαπίστωση και ζητούμενο για την Νευρολογία. Το υλικό της ήταν είτε νεκροτομικά ευρήματα σε ασθενείς με συγκεκριμένη συμπτωματολογία, είτε ασθενείς που είχαν υποστεί επεμβάσεις εκτομής τμημάτων του εγκεφάλου που είχαν σαν συνέπεια την απώλεια ή την διαταραχή κάποιων λειτουργιών.

Παράλληλα και στην πορεία βέβαια εκτελούνταν πιο παρεμβατικά πειράματα σε ζώα, τα οποία συνεισέφεραν κι αυτά τον απαιτούμενο φόρο, στην προσπάθεια να συσχετιστούν κατά το δυνατόν τα ευρήματα στον άνθρωπο.

Η σύγχρονη πειραματική ψυχολογία και νευρολογία, εκτός από τις έμμεσες παρατηρήσεις, διαθέτει πια και μεθόδους επιλεκτικής νάρκωσης ή διέγερσης περιοχών του εγκεφάλου που πολλά μας έχουν αποκαλύψει για την τοπογραφία των λειτουργιών μας.

Από την παλαιά ακόμη χαρτογράφηση του εγκεφάλου μας είχαμε μια εικόνα για τον τρόπο που αισθητικά και κινητικά ο εγκέφαλος παίρνει πληροφορίες και δίνει εντολές για τις σωματικές μας λειτουργίες (συνειδητές ή μη), και τις αδρές περιοχές στα ημισφαίρια που αποτελούν την έδρα διαφόρων τομέων της δραστηριότητάς μας, κέντρο του λόγου, της μνήμης, των διαφόρων αισθήσεων, της ισορροπίας κλπ. Αυτή βέβαια η πρώτη χαρτογράφηση, αν και σωστή, δεν μπορούσε να καλύψει το φάσμα όλων των δραστηριοτήτων του εγκεφάλου, αφήνοντας αναπάντητα κάποια «παράδοξα» φαινόμενα που δεν υπάκουαν στις προβλέψεις της. π.χ. πώς ένας άνθρωπος με βλάβη στο κέντρο του λόγου δεν μιλά, αλλά μπορεί μόνο να τραγουδάει και να βρίζει;

Ή πώς η αμνησία μπορεί να είναι επιλεκτική, να σβήνει κάποιες μνημονικές δραστηριότητες και να αφήνει άλλες ανέπαφες, αφού η υπεύθυνη περιοχή έχει πάθει πλήρη βλάβη;

Το κυριότερο βέβαια είναι ότι πολύς δρόμος έμενε ακόμη αδιάβατος στο να συνδεθούν τα ψυχικά βιώματα, τα ζητήματα της προσωπικότητας, της ιδιοσυγκρασίας, της ψυχικής ασθένειας, και άλλων ερωτημάτων του ψυχολογικού πεδίου με την υλική υπόσταση του εγκεφάλου. Η παλαιότερη ψυχολογία, αναγνώριζε μεν τις ψυχικές λειτουργίες του ανθρώπου σαν ένα πεδίο παρατήρησης και παρέμβασης, το πεδίο αυτό όμως διατηρούσε ένα άυλο υπόστρωμα. Ακόμη και αν με την παρατήρηση γίνονταν διαπιστώσεις που παρέπεμπαν σε μια υλική ερμηνεία, η τεκμηρίωση ήταν ανώριμη ακόμη.

Αυτό όχι μόνο δεν ολοκλήρωνε το ζητούμενο, αλλά γεννούσε και αναπόφευκτες συγκρούσεις που σήμερα φαντάζουν άσκοπες ή τουλάχιστον παραπλανημένες. Πχ η έντονη αντίθεση για την σημασία της κληρονομικότητας ή του περιβάλλοντος στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς μας, αποτέλεσε ένα πεδίο θερμής διαμάχης εκατέρωθεν, με πολλές κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις.

Επίσης πολλές ψυχολογικές θεωρίες με κυρίαρχη αυτήν του Φρόιντ, δέχτηκαν πολύ σκληρή κριτική από «υλιστικές» σχολές φιλοσοφίας, θεωρώντας τις μεταφυσικές και μυστικοπαθείς, δείχνοντας προτίμηση σε πιο μηχανιστικές συμπεριφορικές απόψεις, επειδή ακριβώς εκείνες μπορούσαν να τεκμηριώσουν την υλική βάση των μεθόδων τους.

Αν θέλουμε να αποκαταστήσουμε ένα τμήμα της αλήθειας, θα πρέπει να γνωρίσουμε ότι ειδικά ο Φρόυντ και κάποιοι μαθητές του υπήρξαν κατ αρχήν σπουδαίοι νευροφυσιολόγοι της εποχής τους και ότι πέρα από τους επιμέρους δογματισμούς και σχήματα, η έρευνα αυτού που ονομάστηκε «υποσυνείδητο», με μεγάλη ευχέρεια μπορεί να συναντήσει τις σύγχρονες διαπιστώσεις της νευροφυσιολογίας και να «υλοποιηθεί» με νέους όρους.

Τη στιγμή της γέννησης ο άνθρωπος διαθέτει σε επίπεδο αριθμού νευρικών κυττάρων, όλον τον εξοπλισμό του εγκεφάλου του (10 11 περίπου κύτταρα με δυνατότητα 1014 συνάψεων μεταξύ τους). Το γεγονός όμως της γέννησης είναι απλώς ένα ορόσημο στη πορεία της οργάνωσης και ανάπτυξής του, ακόμη και καθαρά βιολογικά. Προχωρώντας η διαδικασία της μυελίνωσης των νευρώνων, στην ηλικία των 6 μηνών θα διπλασιάσει το βάρος του και στην ηλικία των 5 ετών θα φτάσει το 9/10 του ενήλικου βάρους του.

Από την ηλικία των 20 ετών αρχίζει η φθορά του, με απώλεια 1gr ετησίως. Σε σύγκριση με το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο είμαστε τα μόνα όντα με τόσο παρατεταμένη εξωμήτρια ανάπτυξη του εγκεφάλου, και πιστεύεται ότι αυτό είναι μια σημαντικότατη ειδοποιός διαφορά που κάνει τον εγκέφαλό μας ικανό για την ανάπτυξη των ανώτερων λειτουργιών του.

Κ. Μόντη – Ιατρός

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

ΠΗΓΗ